arfara messinias stamos1

Ο ήλιος φωτίζει τα σώματα τα , η δε σοφία τις ψυχές .Ο κόσμος είναι ένα ανάκτορο της σοφίας του Υψίστου . Ο Θεός άναψε κάθε μία ψυχή με το δικό του πυρ . Έτσι λάμπουν όλοι οι άνθρωποι με τη σοφία του σε αυτό το θέατρο , όπως ο Θεός τους έπλασε .-Μερικούς τους έκανε μεγάλα φώτα , σε άλλους μικρά.-(Κάρλος Λιναίος )

 Αρφαρά

Η ελευθερία χωρίς τη μάθηση είναι πάντα σε κίνδυνο• η μάθηση χωρίς ελευθερία είναι πάντα μάταιη. Τζων Κέννεντυ .-

Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2014

Επιλογές Πλάκα -Θησείο -Αρχαιολογικός χώρος Αθήνα από τα παλιά Πέμπτη 11/12/2014






  Επιλογές Πλάκα -Θησείο -Αρχαιολογικός χώρος Αθήνα από τα παλιά  Πέμπτη 11/12/2014
Επικαιρότητα  Ειδήσεις  Ενημέρωση :

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΓΕΜΑΤΑ ΥΓΕΙΑ,  ΕΥΗΜΕΡΙΑ , ΕΥΤΥΧΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ  Σ΄ ΟΛΟΥΣ  ΤΟΥΣ  ΕΟΡΤΑΖΟΝΤΕΣ !!!!!
~ ΟΜΟΡΦΕΣ  ΓΙΟΡΤΙΝΕΣ ΗΜΕΡΕΣ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΜΑΣ ΚΑΙ  ΧΑΡΟΥΜΕΝΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ  ΕΠΙΣΗΣ  ΣΕ ΔΙΑΡΚΕΙΑ !
*** Άγιος Σπυρίδων, ο επίσκοπος Τριμυθούντος
Άγιος Σπυρίδων, ο επίσκοπος Τριμυθούντος
Γράφει ο  Πάνος Αβραμόπουλος
Με τις υψηλές θρησκευτικές του αρετές, τον ενάρετο βίο του και την θεολογική του σοφία, ο Άγιος Σπυρίδων, αναγορεύτηκε στις μεγάλες μορφές της Ορθοδόξου εκκλησίας μας. Διετέλεσε επίσκοπος Τριμυθούντος  –Τριμυθούς, στο σημερινό δηλαδή χωριό της Κύπρου Τρεμετουσιά. Ο Άγιος Σπυρίδων είδε το φως της ζωής γύρω στο 270 μ.Χ. στο χωριό Άσσια (Άσκια) της κατεχόμενης Κύπρου. Στα νεανικά του χρόνια για να βιοπορίσει ήταν βοσκός. Παντρεύτηκε και απέκτησε μια κοπέλα την Ειρήνη. Όμως δυστύχησε στο χάσει την σύντροφό του και έτσι με τον θάνατο της γυναίκας του, αφιερώθηκε στον μοναχισμό. Ως μοναχός ο Σπυρίδων εξεδήλωσε μεγάλες θεολογικές αρετές και με την διαρκή και επίπονη άσκηση και μελέτη, εξελίχθηκε σε έναν πάνσοφο θεολόγο-μελετητή της Ορθοδόξου εκκλησίας μας. Συμμετείχε ενεργά στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο το 325 και πολέμησε σφόδρα τον Αρειανισμό. Περικαλλής ναός στεγάζει σήμερα στην Κέρκυρα το
σκήνωμα του αγίου, που κτίστηκε το 1589 και σε ρυθμό μονόκλιτης βασιλικής. Συμπληρωματικά προς τον ναό κτίστηκε το 1620 και υψηλό πυργωτό καμπαναριό. Το τέμπλο του ναού κατασκευασμένο το 1864 από τον αυστριακό αρχιτέκτονα Μάουερς, είναι από μάρμαρο της Πάρου. Και ο ουράνιος θόλος είναι ζωγραφισμένος από τον Κερκυραίο ζωγράφο Νικόλαο Ασπιώτη το  1852. Οι δε εικόνες του τέμπλου είναι ζωγραφισμένες από τον Κερκυραίο ζωγράφο Σπύρο Προσαλένδη. Η λάρνακα που φυλάσσεται το σκήνωμα του αγίου φτιάχτηκε το 1867 στην Βιέννη. Είναι κατασκευασμένη από σκληρό πολυτελές ξύλο με εξωτερική ασημένια επένδυση. Και είναι ενθυλακωμένη μέσα σε ειδική κρύπτη, η οποία κατασκευάστηκε προκειμένου να υποδεχθεί το ιερό λείψανο του αγίου Σπυρίδωνα, που αποτελεί αντικείμενο προσευχής για χιλιάδες ντόπιους και ξένους
επισκέπτες. Συναποτελεί μαζί με τα ιερά λείψανα των Αγίων Διονυσίου και Γερασίμου αντιστοίχως στις Ζάκυνθο και Κεφαλλονιά, ένα από τα τρία άγια λείψανα του Ιονίου. Από την πόλη της Κέρκυρας η μνήμη του Αγίου Σπυρίδωνα τιμάται τέσσερις φορές κάθε χρόνο. Την Κυριακή των Βαΐων για την προστασία της νήσου από επιδημία Πανώλης το 1629. Το Μεγάλο Σάββατο, διότι το 1533 το νησί επλήγη αλλά τελικά διεσώθη από τον άγιο, από μεγάλη καταστροφή των σιτηρών του. Στις 11 Αυγούστου για την προστασία του νησιού, από φονική επιδρομή των Τούρκων το 1716. Και την πρώτη Κυριακή του Νοεμβρίου για μια ακόμα επιδημία πανώλης που έπληξε το νησί το 1673. Ο άγιος Σπυρίδων απεβίωσε το 348 μ.Χ.
Το λείψανό του ετέθη σε μαρμάρινη λάρνακα δίπλα στην είσοδο του ναού της Τριμυθούντος στην
Κύπρο και παρέμεινε εκεί για τριακόσια χρόνια μετά τον θάνατό του. Ενώ η μαρμάρινη λάρνακα εξακολουθεί να υφίσταται στο ίδιο σημείο. Περί το 648 μ.Χ. η Κύπρος εδέχετο αλλεπάλληλες επιθέσεις από Σαρακηνούς και δοθέντος ότι το ιερό λείψανο του αγίου κινδύνευε, ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός το μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη και το τοποθέτησε σε εκκλησία μαζί με το λείψανο της Αυγούστας Θεοδώρας. Στην Κωνσταντινούπολη θα παραμείνει μέχρι και λίγες μέρες πρίν από την πτώση της βασιλίδας, οπότε και το μετέφερε μαζί με αυτό της Αυγούστας προκειμένου να τα σώσει ο ιερέας Γρηγόριος Πολύευκτος, μέσω Σερβίας Θράκης και Μακεδονίας, στην Παραμυθιά της Ηπείρου. Ο Πολύευκτος κατέβαλε σισσύφεια προσπάθεια για να προστατεύσει τα ιερά λείψανα και περιπλανήθηκε για τρία ολόκληρα χρόνια, μέχρι να φθάσει τελικά στην Κέρκυρα. Στην προσπάθειά του αυτή, με ευφυή τρόπο είχε βάλει τα λείψανα σε σακιά με άχυρα και σε όποιον τον ρωτούσε έλεγε πως ήταν τροφή για το άλογό του. Θεωρώντας πως στην Κέρκυρα τα λείψανα θα ήταν ασφαλή, έφθασε στην πόλη το 1456  η οποία τελούσε υπο την κυριαρχία των Ενετών. Εκεί τύχη αγαθή βρήκε έναν συμπατριώτη του ιερέα τον Γεώργιο Καλοχαιρέτη και του εμπιστεύτηκε τα ιερά λείψανα, κληροδοτώντας τα σαν μια ηθική περιουσία, με την ευθύνη να τα διαφυλάξει από κάθε κίνδυνο. Πεθαίνοντας ο Καλοχαιρέτης άφησε κληρονομικώ τω δικαιώματι τα λείψανα, στα παιδιά του  Λουκά και Φίλιππο, τα οποία θέλησαν να μεταφέρουν τα λείψανα του Αγίου Σπυρίδωνα στην
Βενετία. Ενώ προέκυψε και δικαστική διαμάχη γύρω από αυτήν τους την πρόθεση, δοθέντος ότι υπήρχαν σοβαρές ενστάσεις από την κοινωνία της Κερκύρας. Η υπόθεση έφτασε μέχρι ο ανώτατο δικαστικό όργανο των ενετών, την ενετική Γερουσία, η οποία αποφάνθηκε ότι τα λείψανα ήταν περιουσία των δυο κληρονόμων του Καλοχαιρέτη και επομένως είχαν την ελεύθερη βούληση να τα μεταφέρουν, όπου ήθελαν. Όμως ο λαός της Κερκύρας πρόταξε μεγάλες άμυνες και με αποφασιστικότητα και πυγμή παρεμπόδισε δυναμικά την μεταφορά των ιερών λειψάνων. Στην κατεύθυνση τελικά αυτή κινήθηκε και το ενετικό δικαστήριο, επιδιώκοντας να μην δημιουργούνται εστίες κοινωνικής έντασης, στις υπο την ενετική σημαία περιοχές. Το 1512 όμως στην Άρτα συντάχθηκε δωρητήριο συμβόλαιο στο όνομα της κόρης - του γιού του Καλοχαιρέτη Φιλίππου –
Ασημίνας η οποία ενυμφεύθη τον Σταμάτιο Βούλγαρη. Για να τα κληροδοτήσει τελικά και η Ασημίνα στους γιούς της και στους απογόνους της, με παραχωρητήρια διαθήκη, η οποία χρονολογείται στις 25 Νοεμβρίου του 1571. Επίσης πολλοί ναοί προς τιμήν του Αγίου Σπυρίδωνος υπάρχουν και στην γενέθλια γή του της Κύπρου. Οι πιο γνωστοί φερώνυμοι ναοί, είναι αυτοί στο κέντρο της Λευκωσίας, στην περιοχή της Ομόνοιας στη Λεμεσό, αλλά και στον Συνοικισμό προσφύγων  Στρόβολος
ΙΙ. Η ορθόδοξη εκκλησία μας τιμά την ιερή μνήμη του Αγίου Σπυρίδωνος κάθε χρόνο στις 12 Δεκεμβρίου και στην Δύση τιμάται στις 14 Δεκεμβρίου. Υπήρξε μιας από τις πιο ιερές και εμπνευσμένες θεολογικά μορφές της Ορθοδοξίας. Το παρόν κείμενο έχει δημοσιευθεί σε εφημερίδες της Ηλείας και σε περιοδικά πολιτιστικού περιεχομένου.
* Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι M.Sc. Δ/χος Μηχανικός Ε.Μ.Π.  www.panosavramopoulos.blogspot.gr    .-
 
***  Πλάκα Μέρος Α΄ (Ιστορική αναδρομή στην Αθήνα μας)
Πλάκα Μέρος Α΄ (Ιστορική αναδρομή στην Αθήνα μας)
Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος
Σε ποιά συνοικία αλήθεια της Αθήνας κατέβαιναν οι θεοί του Ολύμπου να πιούν  ξανθιά ρετσίνα και ποιά συνοικία τη λούζει καθημερινά το φως της Ακρόπολης, προσδίδοντάς της χαρακτήρα ιερό ; Σε πια περιοχή ακόμα τα πλακόστρωτα δρομάκια και οι ανηφοριές σου αναδίνουν ένα αίσθημα εσωτερικής ανάτασης, με τα πανέμορφα νεοκλασικά της κτίρια, να σου ταξιδεύουν το μυαλό σε αλλοτινές εποχές μαγικές; Απάντηση σε όλα αυτά μαζί δίνει η μοναδική Πλάκα !!! Η «ιερή» συνοικία της Αθήνας, που τραγουδήθηκε, αγαπήθηκε και λατρεύτηκε, όσο κανένα άλλο κομμάτι της Αθηναϊκής γής. Η Πλάκα είναι περισσότερο Αθήνα, απο οποιοδήποτε άλλη συνοικία της Αθήνας. Συνιστά την πιο παλιά περιοχή των Αθηνών και οριοθετείται χωροταξικά στους ΒΑ πρόποδες της Ακρόπολης. Η ονομασία Πλάκα υφίσταται απο το πέρας του 16-ου αιώνα και αναφέρονταν σε ένα μικρής έκτασης κομμάτι της σημερινής συνοικίας. Και ειδικώτερα το τμήμα γύρω απο το Μνημείο του Λυσικράτους, απο την οδό Τριπόδων μέχρι  τον Άγιο Νικόλαο τον Ραγκαβή. Κατά τον σπουδαίο μας Αθηναιογράφο Δημήτριο Καμπούρογλου, στην διασταύρωση των οδών Θέσπιδος, Αδριανού και Τριπόδων υφίστατο μια μεγάλη άσπρη πλάκα, η οποία και προσέδωσε το όνομα σε εκείνη την περιοχή και μεθύστερα σε όλη την συνοικία. Κατά μια άλλη ερμηνεία το όνομα Πλάκα συναρτάτο με την επίπεδη μορφή τότε του εδάφους ήτοι : «επίπεδη γη, πεδιάς». Κατά μια άλλη ακόμα εκδοχή το όνομα Πλάκα με βάση τη ανάλυση του Κ. Μπίρη, κατάγεται απο την αρβανίτικη λέξη «πλάκ» που σημαίνει παλαιά, επομένως «Πλάκ Αθήνα» υποδηλώνει την Παλαιά Αθήνα και συναρτάται με την διαμονή, στην συνοικία στα τέλη του 16-ου αιώνα Αρβανιτών της Αργοναυπλίας, οι οποίοι καταδιωκόμενοι απο τους Τούρκους, επέλεξαν την περιοχή για να εγκατασταθούν, δινόντάς της και το επίθετο «Παλαιά». Σταδιακά έτσι ο χαρακτηρισμός άρχισε να περιγράφει ολάκερη την συνοικία. Άλλωστε απο αυτό το τοπωνύμιο και τους Αρβανίτες της Αθηναίους της Πλάκας, προήλθε ο χαρακτηρισμός «γκάγκαρος», που υποδηλώνει τον γηγενή Αθηναίο. Τον γεννημένο στην Αθήνα, απο παλιά αθηναϊκή οικογένεια. Επομένως «γκαγκαραίοι» ήταν οι αρβανίτικης καταγωγής κάτοικοι της Πλάκας. Το επίθετο «γκάγκαρος» κατάγεται απο την λέξη «βάγκαρης», που σημαίνει τον απόστρατο μισθοφόρο, δοθέντος ότι αυτή την ιδιότητα έφεραν οι Αρβανίτες. Προϊόντος του χρόνου το επίθετο «βάγκαρης» παραφράστηκε σε «γκάγκαρης» και σταδιακά χαρακτήριζε όλους τους Αθηναίους πολίτες. Σύμφωνα εξάλλου με τον Δημήτριο Καμπούρογλου, «γκάγκαρους» αποκαλούσαν ειρωνικά τους Αθηναίους, οι Έλληνες άλλων περιοχών της χώρας. Αντικειμενικά η λέξη «γκάγκαρος» προέρχεται απο την λέξη «γκάγκαρο» η οποία υποδηλώνει το ξύλο που αμπαρώνει εσωτερικά τις πόρτες. Στην μεταφορική της εκδοχή, η λέξη παραπέμπει στους απόμακρους εσωστρεφείς ανθρώπους. Αφότου η Ελλάδα άλλαξε πρωτεύουσα και μεταφέρθηκε η έδρα της χώρας απο τον Ναύπλιο στην Αθήνα το 1834, η Πλάκα αποτέλεσε το επίκεντρο της πόλης. Το πρώτο δείγμα της αστικής της ανέλιξης για την εποχή, ήταν ότι η ακμάζουσα τότε αστική της τάξη, την προτίμησε για να οικοδομήσει τα αρχοντικά της. Δοθέντος όμως ότι με την πάροδο του χρόνου και ένεκα των πολλών αρχαιοτήτων της, η Πλάκα αποκτούσε προστατευτικέ δικλείδες, σε ότι αφορά την δόμηση, η αρχική αυτή αστική της τάξη, προσανατολίστηκε σε άλλες συνοικίες. Ήδη απο το 1930 οπότε και ξεκίνησαν οι διαδικασίες απαλλοτρίωσης της αρχαίας αγοράς, οι διάφορες μελέτες που εκπονούνταν την χαρακτήριζαν διατηρητέα. Πάραυτα με τις γνωστές μας πολιτικές παρεμβάσεις, παρακάμπτονταν οι δεσμευτικές μας πολεοδομικές διατάξεις και η παράνομη δόμηση μεσουρανούσε. Παράλληλα η δυσανάλογη τουριστική ανάπτυξη για τα μεγέθη της περιοχής, τροφοδοτούσε με κίνητρα κάθε είδους παρανομία. Η πιο επώδυνη πολεοδομικά περίοδος για την συνοικία ήταν το διάστημα 1960-1980, που εξώθησε πολλούς κατοίκους την να την εγκαταλείψουν. Στα 1976 συνεστήθη η Συντονιστική Επιτροπή για την σωτηρία της Πλάκας, στην οποία πρωτοστάτησαν επώνυμοι Αθηναίοι, αλλά και πολιτισμικοί και κοινωνικοί φορείς. Αναφέρουμε ενδεικτικά την Ελληνική Εταιρεία διανοουμένων, τον Σύλλογο των Αθηναίων, αλλά και πολλοί άλλοι φορείς κύρους εξέφρασαν το ενδιαφέρον τους. Και το γεγονός αυτό συνέτεινε στο διαμορφωθεί ένα δίχτυ προστασίας για την περιοχή. Το 1979 ο τότε υπουργός Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος Στέφανος Μάνος, έλαβε δρακόντεια πολεοδομικά μέτρα για την προστασία της. Έκγονο αυτής της αυστηρής αντιμετώπισης, ήταν η πεζοδρόμηση πολλών οδών, δραστική περιστολή των διαφημιστικών πινακίδων και η ανακήρυξη πολλών νεοκλασικών κτιρίων ως διατηρητέων. Το 1982 τώρα και με την εμπνευσμένη παρέμβαση του αείμνηστου Αντώνη Τρίτση, η Πλάκα προστατεύτηκε και απο την ηχορύπανση με την απαγόρευση ων νυκτερινών κέντρων διασκέδασης, που προξενούσαν μεγάλο θόρυβο. Θα μπορούσε κανείς εύκολα να χαρακτηρίσει την Πλάκα ως ένα απέραντο Μουσείο, όλων των Σχολών Αρχιτεκτονικής αισθητικής. Μπορεί να βρεί κτίρια όλων των περιόδων και όλων των τεχνοτροπιών. Λιγότερα κτίρια μπορεί να βρεί κανείς απο την οθωμανική περίοδο. Ενώ κάποια νεώτερα αυτής της περιόδου κτίρια, έχουν δεχτεί επηρεασμούς απο τον νεοκλασικισμό διατηρώντας ωστόσο τον λαϊκό χαρακτήρα τους. Συνίστανται σε λιθόκτιστα κεραμοσκεπή κτίρια, με κύριο γνώρισμά τους την αυλή, την ανοικτή στοά στο ισόγειο και το χαγιάτι στον όροφο. Οικοδομές της οθωνικής περιόδου υφίστανται περιμετρικά των Αέρηδων, όπως και σε άλλα σημεία της Πλάκας. Αναφέρουμε ενδεικτικά το διώροφο κτίριο τηε δεκαετίας του 1830 στην οδό Θρασυβούλου, καθώς και το διώροφο κτίριο στην διασταύρωση των οδών Επαμεινώνδα, Ποικίλης και Άρεως. Περιλαμβάνουν χωροταξικά, τους ίδιους χώρους, με τα προηγούμενα. Είναι ωστόσο πιο επιμελημένα εσωτερικά.
Παράλληλα υπάρχουν κτίρια νεοκλασικής τεχνοτροπίας, η οποία δεσπόζει αισθητικά στα τέλη του 19-ου αιώνα έως και το 1920, εκλεκτικιστικών ρυθμών, όπως και νεότερες εκφράσεις της μοντέρνας αρχιτεκτονικής του 1930. Χαρακτηριστική περίπτωση συνιστά ο συνοικισμός Αναφιώτικα, ο οποίος δημιουργήθηκε απο τους Αναφιώτες κατά βάση εσωτερικούς μετανάστες στην Αθήνα, αλλά και άλλους νησιώτες κτιστάδες, που στα μέσα του 19-ου αιώνα ήλθαν στην Αθήνα, πρός αναζήτηση καλυτέρας τύχης. Η αισθητική της συνοικίας παραπέμπει σε Αιγαιοπελαγίτικη τεχνοτροπία. Στην λατρεμένη Πλάκα διαβιούσαν μερικές απο τις πιο γραφικές φυσιογνωμίες της Παλιάς Αθήνας. Απο όλες γνωστότερος ο μπάρμπα Γιάννης ο Κανατάς, που γύρω στα 1860 έκανε την παρουσία του στην Αθήνα. Κατοικούσε στην οδό Υπερείδου και το επώνυμό του καθώς και η καταγωγή του ήταν άγνωστα. Καθημερινά με το γαϊδουράκι του κατάφορτο απο κανάτια, γύριζε όλη την Αθήνα για το μεροκάματο. Ενώ τις Κυριακές ντυμένος ως αριστοκράτης επισκέπτονταν τα καφενεία «Ωραία Ελλάς» και «Σολωνείον». Αποτελούσε συνήθως κοινωνικό θέμα της Αθήνας- και των εφημερίδων. Όταν μάλιστα τα απογεύματα επισκέπτονταν την Πλατεία Συντάγματος, η Φιλαρμονική της Φρουράς παιάνιζε το γνωστό για αυτόν άσμα, ο κόσμος τον χαιρετούσε με αγάπη και θέρμη καρδιάς και αυτός έβγαζε ιπποτικά το ημίψηλο καπέλο του. Πάραυτα γύρω στα 1880 ο κοσμαγάπητος μπάρμπα Γιάννης εξαφανίστηκε απο την Αθήνα, χωρίς ποτέ να βρεθούν τα ίχνη του. Ένα πολύ αγαπημένο αργότερα λαϊκό θέαμα, ξεκίνησε  στα χρόνια της Οθωνικής περιόδου στα καφενεία της Πλάκας. Έτσι άρχισαν να παίζονται παραστάσεις καραγκιόζη, μάλλον απο τον μπάρμπα Γιάννη Βράχαλη. Πάραυτα υπήρξαν σοβαρές κοινωνικές ενστάσεις απο συντηρητικούς της εποχής, διότι ο καραγκιόζης θεωρήθηκε «άσεμνος» και υπονομευτικός των χρηστών ηθών. Ο καραγκιόζης κέρδιζε διαρκώς έδαφος ως λαϊκό θέαμα και κυριάρχησε στο κοινωνικό ενδιαφέρον τον 19-ο και τον 20-ο αιώνα. Κεντρικός χώρος για παράσταση καραγκιόζη στην Πλάκα, υπήρξε κατά τα χρόνια του μεσοπολέμου στην Πλατεία Λυσικράτους. Και ο πιο γνωστός καραγκοζοπαίχτης του χώρου αυτού, ήταν ο Χρήστος Χαρίδημος (1895-1970), ενώ και άλλοι επώνυμοι καραγκιοζοπαίχτες πέρασαν απο αυτόν το μπερντέ. Μεγάλη υπήρξε η συμμετοχή της Πλάκας στις εκδηλώσεις της Αποκριάς στην Αθήνα. Εκκίνηση των εκδηλώσεων αποτελούσε η συνοικία του Ψυρρή και απόληξή τους ήταν η Πλατεία της Φιλομούσου Εταιρείας. Ωστόσο το επίκεντρο των αποκριάτικων εκδηλώσεων απο το 1887 οπότε και συνεστήθη το κομιτάτο για την διοργάνωσή τους, το επίκεντρο μεταφέρθηκε απο την Πλάκα στην Πλατεία Ομονοίας, στην Πλατεία Συντάγματος και στην οδό Σταδίου. Πρωταγωνιστική υπήρξε ακόμα η συμμετοχή της Πλάκας στον αποκριάτικο πετροπόλεμο. Η ομάδα της ανταγνωνίζονταν σε δύναμη άλλε ισχυρές ομάδες, όπως του Θησείου, του Ψυρρή και των Πετραλώνων. Ο πετροπόλεμος όπως πέραν των Αποκριών καθιερώθηκε στις γειτονιές και τον υπόλοιπο χρόνο. Στις μάχες που ελάμβαναν χώρα χρησιμοποιούνταν και σφεντόνες, οπότε ήταν αναπότρεπτα και τα ατυχήματα. Ένα απο τα εμβληματικά στοιχεία της Πλάκας ήταν και οι ταβέρνες της. Η κλασική δομή αυτών των ταβερνών ήταν δυο σειρές μακρόστενων τραπεζιών, με πάγκους εν είδει καθισμάτων και περιμετρικά βαρέλια με κρασί.
Πλατεία – Ναός Αγίας Αικατερίνης
 Η πλατεία οριοθετείται απο τις οδούς Λυσικράτους και Χαιρεφώντος, Γαλανού και Γκούρα και ονοματοδοτήθηκε απο τον υφιστάμενο βυζαντινό ναό  σ΄ αυτήν, της Αγίας Αικατερίνης. Στον αύλειο χώρο της εκκλησίας έχουν διασωθεί τμήματα κιόνων της ρωμαϊκής περιόδου, που ενδεχομένως να ανήκουν σε παλαιοχριστιανική βασιλική. Η εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης, ανάγεται στον 11-ο αιώνα. Συνιστά τετρακιόνιο, σταυροειδή εγγεγραμμένο με τρούλο. Αρχικά η εκκλησία ήταν αφιερωμένη στους Αγ. Θεοδώρους. Όμως το 1767 εδόθη στην Μονή του Σινά  ως Μετόχι της και για αυτό έλαβε και το όνομα Αγ. Αικατερίνη. Μετά απο χρόνια φτιάχτηκε στην περιοχή και η αποκαλούμενη βρύση του Συναΐτη. Σημαδιακή ημερομηνία για την εκκλησία η 9-η Μαΐου του 1849. Κατέπεσε κεραυνός στην οροφή της και επέφερε μεγάλες ζημιές στο εσωτερικό της. Απο το 1882 η Αγία Αικατερίνη έγινε ενοριακός ναός, αφού πρώτα εδόθη στο Σινά άλλο μετόχι. Αλλεπάλληλες αισθητικές παρεμβάσεις στην εκκλησία αλλοτρίωσαν την αισθητική της φυσιογνωμία.
Πλατεία Μνημείου του Λυσικράτους
Η Πλατεία ονοματοδοτήθηκε απο το Μνημείο του Λυσικράτους. Προγενέστερα στον χώρο υπήρχε η Μονή των Καπουτσίνων. Στην περίφραξη γύρω απο το Μνημείο υπάρχει αναμνηστική πλάκα, που γνωστοποιεί ότι στην Μονή των Καπουτσίνων, είχε φιλοξενηθεί ο μεγάλος ποιητής και φιλέλληνας Λόρδος Μπάιρον. Την πλάκα είχαν τοποθετήσει Γάλλοι αρχαιολόγοι τον 19-0 αιώνα. Δυο υψηλής αρχιτεκτονικής αισθητικής νεοκλασικά κτίρια, υφίστανται στην Πλατεία. Αφενός η τριώροφη νεοκλασική οικία επι της Πλατείας Λυσικράτους και Σέλλευ 6, που χρονολογείται στα τέλη του 19-ου αιώνα φέροντας χαρακτηριστική διακόσμηση στην γωνία της, αφετέρου η τετραώροφη νεοκλασική οικία επι της Πλατείας Λυσικράτους και Ραγκαβά, οικοδομημένη το 1918 απο τον Μηχανικό Κλ. Καρυδάκη.  Τα χορηγικά μνημεία της αρχαίας οδού Τριπόδων υπέστησαν σοβαρές φθορές. Καλύτερα διατηρημένο απο αυτά το Μνημείο του Λυσικράτους. Κατασκευάστηκε το 33 π.Χ. Πάνω σ΄αυτό ήταν τοποθετημένος ο χάλκινος τρίποδας, το βραβείο του χορηγού. Συνιστά κυλινδρικό κτίσμα με έξι κίονες εξωτερικά κορινθιακού ρυθμού. Στο επιστήλιο υφίσταται επιγραφή που υπομνίζει την νίκη του Λυσικράτους και πάνω του ζωοφόρος, στην οποία παρατίθεται ο μύθος του Διονύσου με τους πειρατές. Στην σκέπη του είναι αποτεθειμένη άκανθος, στην οποία στηρίζετο ο χορηγικός τρίποδας. Στα μεσαιωνικά χρόνια θεωρούσαν ότι η άκανθος ήταν η βάση κάποιου φαναριού και εξ αυτού του λόγου έλαβε το όνομα «λύχνος» φανάρι ή  κάνδυλος του Διογένους, ή του Δημοσθένους, η ο οποία συναντιώνταν με το μνημείο, που υπενθύμιζε στον κόσμο το Φανάρι με τον μεν Διογένη, τον οποίο η παράδοση παρουσίαζε να φέρει φανάρι ψάχοντας ειρωνικά στην αρχαία αγορά για ανθρώπους, με τον δε ρήτορα Δημοσθένη, που μελετούσε επίπονα την νύχτα. Στα 1669 ο χώρος αγοράστηκε απο τους Καπουτσίνους μοναχούς και προσετέθη στο μοναστήρι τους. Σε πρώτη φάση τον χρησιμοποίησαν ως παρεκκλήσι και με την πάροδο του χρόνου ως βιβλιοθήκη και εργαστήριο. Το τίμημα της αγοράς ήταν 150 σκούδα για τον έλληνα ιδιοκτήτη του. Ωστόσο ο τελευταίος μετάνιωσε για την πώληση και προσέφυγε στους δημογέροντες για να την ακυρώσει. Στην δίκη που έγινε κέρδισε την ακύρωση της πώλησης. Όμως και ο Καπουτσίνος ηγούμενος με την σειρά του, προσέφυγε στον καδή, ο οποίος και δικαίωσε το αίτημά του, για την ισχύ της αγοράς, με την ταυτόχρονη όμως δέσμευση να παραμείνει  το μνημείο άθικτο και να επιτρέπεται η ελεύθερη διέλευση τόσο στους έλληνες, όσο και στους ξένους επισκέπτες. Κατά μια έννοια έτσι η τουρκική διοίκηση αναγνώρισε στους γάλλους καλόγηρους επικαρπία του μνημείου και όχι βεβαίως κυριότητα, δοθέντος ότι όλα τα μνημεία υπήγοντο στην δικαιοδοσία του Σουλτάνου και δεν μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο αγοραπωλησιών. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι το μνημείο του Λυσικράτους είχε προξενήσει το έντονο αγοραστικό ενδιαφέρον του καραδοκούντος λόρδου Έλγιν για τα αρχαία μνημεία της Αθήνας, όμως απετράπη και αυτό το ανοσιούργημα όπως με τις Καρυάτιδες, χάρις στην σθεναρή άρνηση του καπουτσίνου ηγούμενου, απέναντι στις προκλητικά δελεαστικές προτάσεις του. Τύχη αγαθή όταν κάηκε η Μονή των Καπουτσίνων στα χρόνια της επανάστασης, το μνημείο διεσώθη. Όμως και στα 1829 είχαμε μια απόπειρα αρπαγής του Μνημείου απο ξένους περιηγητές, που τελικά απέτυχε, πιθανόν λόγω του μεγάλου βάρους του μνημείου. Θεωρώντας ιδιοκτησία της το μνημείο η γαλλική κυβέρνηση, αλαζονικά θα λέγαμε προέβη στην χρηματοδότηση των πρώτων αισθητικών του εργασιών αποκατάστασης το 1845. Τελικά το θέμα της κυριότητας του μνημείου ελύθη με την προσφορά στην γαλλική κυβέρνηση οικόπεδο στην οδό Διδότου, προκειμένου να στεγαστεί η γαλλική αρχαιολογική σχολή και οι γάλλοι ως αντιστάθμισμα πρόσφεραν στην Ελλάδα την κυριότητα του μνημείου του Λυσικράτους. Κατά μια άλλη ερμηνεία όμως ο λόγος μη παραιτήσεως της γαλλικής πρεσβείας από το Μνημείο, ήταν η μη ικανοποίηση του αιτήματος του Βατικανό, να αναγνωρισθεί ο καθολικός αρχιεπίσκοπος στην Αθήνα. Μόλις αυτό το αίτημα ικανοποιήθη και παραχωρήθηκε στην καθολική εκκλησία το οικόπεδο της οδού Πανεπιστημίου, στο οποίο και υφίσταται ο καθεδρικός ναός, τότε η γαλλική κυβέρνηση και μας παρέδωσε την πλήρη κυριότητα του μνημείου του Λυσικράτους. Και κείνη την περίοδο ξεκίνησαν και οι εργασίες αναστήλωσης του μνημείου, από τον αρχιτέκτονα Φραγκίσκο Μπουλανζέ (Fr Boulanger, 1807-1880), η οποία αποπερατώθηκε το 1892.
Μονή των Καπουτσίνων
Η  Μονή των Καπουτσίνων ιδρύθηκε από τους γάλλους μοναχούς το 1658. Εφεραν καφέ ολόσωμο ράσο, γενιάδα καθώς και κουκούλα – cappucio απο την οποία και το αντίστοιχο όνομά τους «Καπουτσίνοι». Στα 1669 οι Καπουτσίνοι αγόρασαν ένα οίκημα στον αύλειο χώρο του οποίου υπήρχε το Μνημείο του Λυσικράτους και το μετέτρεψαν σε Μονή. Καίτοι άλλα μοναστικά τάγματα αντιμετώπισαν την κοινωνική δυσκαμψία και καχυποψία της τότε αθηναϊκής κοινωνίας, με παραπόμενα αρκετά προβλήματα όπως συνέβη  με τους βενεδικτίνους του Δαφνιού και τους Ιησουίτες της οδού Μητροπόλεως, οι Καπουτσίνοι αντιμετωπίστηκαν πολύ φιλικά απο τους Αθηναίους. Και ξεχωριστά αγαπητός απο αυτούς τους μοναχούς, υπήρξε ο  ηγούμενος Σίμων που είχε και ιδαίτερες ιατρικές γνώσεις, περιθάλποντας τον κόσμο όποτε παρίστατο ανάγκη. Κύριες ασχολίες των μοναχών ήταν οι αρχαιολογικές και τοπογραφικές μελέτες. Αυτοί άλλωστε εκπόνησαν τον πρώτο χάρτη της Αρχαίας Αθήνας. Ενώ σημαντική υπήρξε και η παιδευτική τους δραστηριότητα, αφού η Μονή τους αποτέλεσε το πρώτο σχολείο Καθολικών στην Αθήνα. Τους αποκαλούσαν χαϊδευτικά «φραγκοπατέρες» και απολάμβαναν υψηλής κοινωνικής αποδοχής. Για τούτο εξάλλου στις εορτές της πόλης, η τοπική ηγεσία τους επεσκέπτετο αποδίδοντας τιμή. Παράλληλα στην Μονή των Καπουτσίνων λειτουργούσε και ξενώνας, στον οποίον κατέλυαν πολλοί απο τους περιηγητές της Αθήνας. Μεταξύ αυτών ο πρόξενος της Γαλλίας Φωβέλ (Fauvel) και ο ιταλός ζωγράφος Τζοβάνι Μπατίστα Λουζιέρι (Lousieri), συνεργός στην απεχθή σύληση του Παρθενώνα με τον λόρδο Έλγιν. Μάλιστα ως ραδιούργος σκέφτηκε να δωροδοκηθούν οι μοναχοί Καπουτσίνοι, για να συμφωνήσουν στην φυγάδευση του Μνημείου του Λυσικράτους στο Λονδίνο. Με τον θάνατό του ο Σίμων ετάφη το 1821 στον αύλειο χώρο της Μονής, που αποτέλεσε το κοιμητήριο των Καθολικών της Αθήνας. Απο τους μεγάλους επισκέπτες της μονής υπήρξαν ο Σατωβριάνδος το 1806, αλλά και ο λόρδος Μπάιρον το 1810 κατά το δεύτερο ταξίδι του στην Ελλάδα. Κατά την παραμονή του μάλιστα στην Μονή των Καπουτσίνων, ο Μπάιρον έγραψε μερικά σημαντικά έργα μεταξύ αυτών την «Κατάρα της Αθήνας». Πρωτοπόρος υπήρξε ακόμα η Μονή και στην μαγειρική. Σ΄αυτήν πραγματοποιήθηκε η πρώτη καλλιέργεια ντομάτας στην Αθήνα σε γλάστρες το 1818, απο τον τελευταίο ηγούμενο της Μονής Φραγκίσκο, ο οποίος έφερε τους σπόρους απο το εξωτερικό. Οι Αθηναίοι αρχικά καλλιέργησαν την ντομάτα σαν καλωπιστικό φυτό στην παρασκευή γλυκών για να φθάσουν μετά στην αξιοποίησή της στην μαγειρική. Όμως πρωτορπόρος υπήρξε στην Αθήνα ο ηγούμενος και στην χρησιμοποίηση Gadget της εποχής. Ειχε φέρει τότε απο το Παρίσι στην Αθήνα, την πρώτη κούκλα η οποία ανοιγόκλεινε τα μάτια της, αναλόγως της θέσης που την τοποθετούσες. Όμως το γεγονός αυτό που φαντάζει μάλλον αξιοπερίεργο για μοναχό, είχε και στοιχεία marketing, διότι οι Αθηναίες μητέρες έσπευδαν για να θαυμάσουν την κούκλα και έτσι επισκέπτοταν και την Μονή. Ομως τραγικό τέλος επεφύλασσε η μοίρα για την Μονή των Καπουτσίνων. Με την πολιορκία του Κιουταχή, η Μονή κάηκε ολοσχερώς. Οι Γάλλοι αρχαιολόγοι το 1845 καθάρισαν τα ερείπιά της που διασώζονταν μέχρι τότε και έτσι αποκάλυψαν τα στοιχεία για τον Μνημείο του Λυσικράτους που έλλειπαν. Η γειτονιά γύρω απο το Μνημείο του Λυσικράτους ονομάζονταν «καντύλι» απο την εκκλησία Παναγία του Καντύλη. Η οικογένεια Κανδύλη στην ιδιοκτησία της οποίας ανήκε η εκκλησία διέμενε εκεί. Η εκκλησία καστεστράφη στα χρόνια της επανάστασης και γκρεμίστηκε το 1848.
Ναός Αγίου Δημητρίου
 Ιστορικός ναΐσκος που ευρίσκεται επι της οδού Επιμενίδου 5-7. Συνιστά βασιλική του 17-ου αιώνα που αποτελούσε παρεκκλήσι της Παναγίας του Κανδύλη. Εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι σ΄αυτόν τον ναΐσκο, είχε διακονήσει ο ήρωας της επανάστασης Αθανάσιος Διάκος, στοιχείο μας πληροφορεί και πλάκα στην είσοδο του ναίσκου «Εις τον ενταύθα ιερόν ναόν του Αγίου Δημητρίου, διηκόνησε ο Αθανάσιος Διάκος».
Ίδρυμα «Θησαυρός της ελληνικής γλώσσης»
Το ίδρυμα στεγάζεται σε νεοκλασικό κτίριο του Υπουργείου Πολιτισμού, επι της οδού Θρασύλλου 18. Μέλημα του ιδρύματος είναι η ηλεκτρονική αποτύπωση της ελληνικής γραμματείας, όλων των ιστορικών μας περιόδων.
Οδός Αφροδίτης
 Πρόκειται για γραφικό δρομάκι της Πλάκας. Σ΄αυτό υφίστατο και η ταβέρνα «Μεθυσμένο Καράβι» που αποτέλεσε λογοτεχνικό στέκι της εποχής. Θαμώνες της ταβέρνας υπήρξε ο μεγάλος μας λογοτέχνης Μενέλαος Λουντέμης (1912-1977), ο οποίος μάλιστα τραγουδούσε και έπαιε κιθάρα στην ταβέρνα.
Η περιοχή της Πλάκας που έφτανε μέχρι της Αγ. Σωτείρας του Κοττάκη επι της οδού Κυδαθηναίων, ονομάζετο συνοικία «Αλίκοκκου» ή «Αλήκοκου». Η ονομασία ήρε την καταγωγή της απο μεσαιωνική παράδοση που έλεγε ότι την νύχτα έβγαινε το στοιχειό του Αλίκοκου και προξενούσε τις συμφορές που εμφανίζονταν στην πόλη. Σύμφωνα με τον Κ. Μπίρη το όνομα οφείλεται στον Αλβανό Αλή Κόκου. Ενώ κατά τον Σισιλιάνο, το όνομα αποδίδεται σε εξελληνισμένη φράγκικη οικογένεια.
Οδός Κυδαθηναίων
 Η περίφημη κεντρική οδός της Πλάκας, ταυτίεται με την ονομαστή Πλατεία Ρούγα του Αλίκοκκου», κατά τα μεσαιωνικά χρόνια.Αποτέλεσε έναν απο τους σημαντικότερους δρόμους των Αθηνών. Η οδός ονοματοδοτήθηκε απο τους Βαυαρούς, που είχαν επωμιστεί την απόδοση των ονομάτων στις αθηναϊκές οδούς, κατά την βαυαροκρατία. Ο υπεύθυνος της επιτροπής για τα ονόματα υπολοχαγός Βίλχελμ Φον Βάιλερ, κατόπιν σύστασης του αρχαιολόγου Λ. Ρος, επεξεργάστηκε όλα τα υποδειχθέντα ονόματα αρχαία ελληνικά, μεταξύ των οποίων και το «Κυδαθήναιον» απο το κύδος=δόξα + Αθηναίος, το οποίο εχρησιμοποιείτο απο τον Δήμο της Αρχαίας Αθήνας, που ευρίσκεστο στην Β.Α. πλευρά της Ακρόπολης. Σύμφωνα με τον Κ. Μπίρη οι Βαυαροί έδωσαν το όνομα «Οδός Κυδαθηναίον» αντί «Κυδαθηναίου», το οποίο τελικά διορθώθηκε σε «Κυδαθηναίων».
Οικία Σεφεριάδου Τσάτσου
 Σ’ αυτόν τον χώρο έζησε η μεγαλουργός στο πεδίο των γραμμάτων οικογένεια Σεφεριάδη απο το 1933. Επόκειτο για ένα διώροφο νεοκλασικό κτίριο του μεσοπολέμου.Πρωθύστερα η οικογένεια διέμενε στην οδό Κορδιγκτώνος στο Πεδίο του Άρεως (1921) και εν συνεχεία επι της οδού Μαυροματαίων. Σ΄αυτό το πραγματικά «ιερό» για τα ελληνικά γράμματα σπίτι, διέμεναν η Ιωάννα Τσάτσου – Σεφεριάδη (1902-2000), ο άνδρας της αναγεννησιακός διανοούμενος και μετέπειτα πρόεδρος της ελληνικής δημοκρατίας Κωνσταντίνος Τάτσος (1899-1987), με τις κόρες τους Ντόρα και Δέσποινα στον δεύτερο όροφο. Ο πατέρας της Ιωάννας και του Γιώργου Σεφέρη, καθηγητής της Νομικής Αθηνών Στέλιος Σεφεριάδης στον πρώτο όροφο. Και στο ισόγειο ο πρωτόθρονος και οικουμενικός μας ποιητής Γιώργος Σεφέρης, τόσο πρίν τον γάμο του με την Μάρω, όσο και μετά. Μάλιστα κάποιο διάστημα θα κατοικήσουν και στην οδό Άγρας στο Μέτς. Σήμερα στο ιστορικό σπίτι διαμένουν οι απόγονοι της οικογένειας Τσάτσου
Μουσείο Ελληνικής Παιδικής Τέχνης
 Συνιστά νεοκλασικό αρχοντικό στο οποίο στεγάζεται το Μουσείο Ελληνικής Παιδικής Τέχνης. Το Μουσειο συνεστήθη το 1994. Μέλημά του είναι η καλλιέργεια της αγάπης στα παιδιά για την τέχνη και η ανάδειξη της καλλιτεχνικής παιδικής δημιουργίας. Στο Μουσείο εκτίθενται χαρακτηριστικές καλλιτεχνικές δημιουργίες των παιδιών.
Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών
 Ευρίσκεται επι της οδού Κυδαθηναίων 11-13, αντίκρυ στο ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Συνιστά ένα απο τα πρώτα κτίρια που οικοδομήθηκαν στην Αθήνα μετά την απελευθέρωση, ενδεχομένως απο τον αρχιτέκτονα Στ. Κλεάνθη το 1842. Η αρχιτεκτονική του παραπέμπει στα αρχοντικά σπίτια των προ της επανάστασης χρόνων. Οπως μαρτυρά εντοιχισμένη πλάκα στο κτίριο εξωτερικά, κάτοικός του υπήτρξε η περίφημη Καλλιόπη Παπαλεξοπούλου (1809-1899) που αποτέλεσε δυναμικό στέλεχος της αντιπολίτευσης του Όθωνα. Απο το 1982 και με πρωτοβουλία του εμπνευσμένου προέδρου του γαλλικού ινστιτούτου Οκτάβιου Μερλιέ και της γυναίκας του Μέλπως, στεγάζει το κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών – Μουσικό Λαογραφικό Αρχείο, το οποίο ίδρυσαν στην Αθήνα το 1930. Κεντρικό μέλημα του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, είναι η ανάδειξη της λαμπρής μικρασιατικής πολτισμικής μας κληρονομιάς.
Ναός της μεταμόρφωσης του Σωτήρος
 Ευρίσκεται στην διασταύρωση των οδών Κυδαθηναίων και Σωτήρος. Οικοδομήθηκε τον 11-ο αιώνα, πάνω σε προϋφιστάμενο ναό του 6-ου αιώνος. Ως πρός την αρχιτεκτονική του είναι σταυροειδής, εγγεγραμμένος, με τρούλο. Αρχικά η εκκλησία ήταν γνωστή ως «Σωτείρα» ή «Σωτήρα του Κοτάκη. Ιδιοκτήτης ήταν η οικογένεια Κοτάκη που ήρε την καταγωγή της στα χρόνια της Φραγκοκρατίας και απο αυτήν ονοματοδοτήθηκε όλη η περιοχή. Σύμφωνα με τον Δημήτριο Καμπούρογλου, η εκκλησία είναι αφιερωμένη στην Παναγία του Σωτήρα ή Σωτείρα και όχι στην Μεταμόρφωση του Σωτήρος. Στον αύλειο χώρο της εκκλησίας υπήρχε η βρύση του Αλίκοκου. Στο διάστημα 1834-1847 οπότε και της εδόθη η Σωτείρα του Λυκόδημου στην οδό Φιλελλήνων, αποτέλεσε εκκλησία της ρωσικής παροικίας στην Αθήνα. Ενώ με την πάροδο του χρόνου έλαβαν χώρα αλλαγές και προσθήκες στην εκκλησία. Το 1908 οικοδομήθηκε το καμπαναριό και το 1938 υπέστη ανακαίνιση η πρόσοψη του ναού. Στον αύλειο χώρο της εκκλησίας ευρίσκονται οι ορειχάλκινες προτομές των Κωνσταντίνου Τσάτσου έργο του γλύπτη –καθηγητή της ΑΣΚΤ και ακαδημαϊκού μας Γιάννη Παππά (1989) και της Ιωάννας Τσάτσου έργο του γλύπτη Νικόλα, που τοποθετήθηκε το 2002. Σ΄αυτόν τον ιστορικό ναό έγινε ο γάμος του οικουμενικού μας ποιητή Γιώργου Σεφέρη με την Μάρω τον Απρίλιο του 1941, ενώ και η κηδεία του ποιητή τον Σεπτέμβριο του 1971.
Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης
 Ευρίσκεται επι της οδού Κυδαθηναίων 17. Το Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης συνεστήθη το 1918 με πρωτοβουλία του έξοχου ποιητή μας και διευθυντή της «Εστίας» Γεωργίου Δροσίνη, αλλά και του αρχαιολόγου Γιώργου Κουρνικιώτη, ως «Μουσειο Ελληνικών Χειροτεχνημάτων». Απο το 1923 μετονομάσθη σε Εθνικόν Μουσείον Κοσμητικών Τεχνών», ενώ απο το 1959 έλαβε το όνομα «Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης». Εως και το 1973 το ΜΕΛΤ εστεγάζετο στο τζαμί του Τζισταράκη στην Πλατεία Μοναστηρακίου. Οι λαϊκές δημιουργίες του Μουσείου αναδεικνύουν  τις παραδοσιακές τέχνες της λαϊκής χειροτεχνίας, όπως την υφαντουργική, την αργυροχοΐα, την κεντητική, την  γλυπτική, την μεταλλοτεχνία την ξυλογλυπτική, την λιθογλυπτική, αλλά και την λαϊκή πρωτίστως ζωγραφική. Και καλύπτουν το χρονικό διάστημα απο το 1650 μέχρι τις μέρες μας.
Οδός Μονής Αστερίου
 Ο δρόμος έχει πρός τιμή της το όνομα της ιστορικής Μονής Αστερίου του Υμηττού, η οποία και διατηρούσε Μετόχι στον χώρο αφιερωμένο στον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, στην διασταύρωση των οδών Δαιδάλου και Περιάνδρου. Και απο το κατεδαφισθέν Μετόχι της Μονής, έλαβε η οδός το όνομά της. Μετά την διασταύρωση με την οδό Δαιδάλου, η οδός ονομάζετο Σπυρίδωνος Τσάγγαρη, (1852-1931) ο οποίος και ίδρυσε το πρώτο Πρακτορείο Αθηναϊκού Τύπου, στα μέσα της δεκαετίας του 1870.
Μουσείο Φρυσήρα'
 Ευρίσκεται επι της Μονής Αστερίου 3-7.Το Μουσείο φιλοξενείται σε δυο νεοκλασικά κτίρια και είναι της ιδιοκτησίας της οικογένειας Βλάσση Φρυσήρα. Πέραν της μόνιμης έκθεσής του, το Μουσείο προβαίνει και σε περιοδικές εκθέσεις. Στο επι της οδού Αστερίου 3 κτίριο που είναι και το παλαιότερο οικοδομήθηκε το 1860, φιλοξενείται η μόνιμη έκθεση. Στο νεότερο κτίριο επι της οδού Μονής Αστερίου 7, το οποίο ανηγέρθη την πρώτη δεκαετία του 20-ου αιώνα και έχει την ιδαίτερη στρογγυλή πρόσοψη, φιλοξενούνται οι περιοδικές εκθέσεις.
Παιδικό Μουσείο
 Ευρίσκεται επι της οδού Κυδαθηναίων 7. Και φιλοξενείται σε νεοκλασική οικία του 1900, το Παιδικό Μουσείο-Πολιτισμικός Οργανισμός του Δήμου Αθηναίων σε συνεργασία με το «Ελληνικόν Παιδικό Μουσείο». Το παιδικό μουσείο συνεστήθη το 1987 και τα εγκαίνιά του έγιναν το 1994. Το πρώτο παιδικό μουσείο ιδρύθηκε στην Βοστώνη το 1899.
Οικία Παπαρρηγοπούλου
Ευρίσκεται επι της οδού Κυδαθηναίων 27. Συνιστά τριώροφη οικία του 1832 σε σχέδια των αρχιτεκτόνων Στ. Κλεάνθη και Εδ. Σάουμπερτ και οικοδομήθηκε ως κατοικία του προξένου της Ρωσίας Ιωάννη Παπαρρηγόπουλου (1780-1874). Σημειώνουμε ότι ο Ιωάννης Παπαρρηγόπουλος με μια εμπνευσμένη κίνησή του είχε αγοράσει απο τους γιούς του Ομερ Πασά, τα 150.000 στρέμματα που είχαν καταπατήσει στον Ωρωπό. Υποστηρίζεται μάλιστα ιστορικά, ότι η αιτία για την οποία ο Ομέρ δεν υποχωρούσε με τα στρατεύματά του απο τα Κάστρα της Αθήνας και της Χαλκίδας, είναι ότι δεν εξεύρισκε αγοραστή για τα κτήματά. Οι γιοί του δεν έβρισκαν αγοραστή. Με την υλοποίηση της αγοράς, ο Παπαρρηγόπουλος έδωσε το σήμα στην διοικούσα αντιβασιλεία  - λόγω του νεαρού του Όθωνα-  για να παραλάβει τα κάστρα, αλλά κατείχε και άλλες εκτάσεις ο Παπαρρηγόπουλος στην Αθήνα, τις οποίες είχε αγοράσει απο τους αποχωρούντες τούρκους. Με την εκπόνηση του πρώτου ρυμοτομικού σχεδίου της Αθήνας, ο Παπαρρηγόπουλος και ο πρόξενος της Αυστρίας Γκρόπιους αξίωσαν αποζημίωση, διότι μέρος της περιουσίας τους έμεινε εκτός Σχεδίου. Οι στρεμματικές τους εκτάσεις ευρίσκονταν μεταξύ του Θησείου και του λόφου των Νυμφών και με την απαλλοτρίωσή τους, διαμορφώθηκε η Πλατεία και ο κήπος του Θησείου. Η οικία του Παπαρρηγόπουλου, ήταν απο τα λίγα σπίτια στο οποίο εδόθη το δικαίωμα ύδρευσης, δοθέντος ότι ο Παπαρρηγόπουλος προσέφερε σημαντικό ποσοστό στην προσπάθειά της κοινότητας για επισκευή του δικτύου. Σ΄αυτό εξάλλου το ιστορικό σπίτι, εδόθη η μια απο τις δυο πρώτες δεξιώσεις ης πόλης πρός τιμήν της βαυαρικής φρουράς, τον Μάρτιο του 1833, όταν παρεδόθη η Ακρόπολις. Η δεξίωση αυτή όπως και η άλλη αντίστοιχή της στην οικία Βλαχούτση, την ίδια χρονική περίοδο, αποτέλεσαν τα πρώτα κοσμικά γεγονότα της απελευθερωμένης πλέον Αθήνας. Μάλιστα όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο πρώτος φρούραρχος της Ακρόπολης Χριστόφορος Νέζερ, το «άνθος των γυναίκείων κορασίων» και των διαπρεπών ξένων παρέστη στην εκδήλωση. Όμως το γεγονός αυτό προξένησε έντονη δυσφορία στον λαό της Αθήνας και έτσι δεν ξαναδιοργανώθηκαν αντίστοιχες εκδηλώσεις μέρις ότου να γίνει η Αθήνα πρωτεύουσα. Επίσης στο σπίτι αυτό διέμεναν τόσο ο βασιλιάς Όθωνας κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα, όσο και ο Λουδοβίκος της Βαυαρίας το 1835-36. Για τούτο εξάλλου είχε δοθεί πρός τιμήν του δεξίωση μεγαλοπρεπώς, ένεκα μάλιστα γεγονότος ότι για χρόνια το σπίτι κατο-κείτο απο το ζεύγος Κατακάζη. Ο Γαβριήλ Κατακάζης ήταν πρέσβης της Ρωσίας και είχε καταστήσει το σπίτι του κέντρο της κοσμοπολίτικης ζωής της Αθήνας, την πρώτη περίδο βασιλείας του Όθωνα. Ακόμα σ΄αυτήν την κατοικία διοργανώθηκε το 1835 «μασκέ» χορός, με αρχαιοελληνικό θέμα. Χαρακτηριστικά για αυτές τις κοσμικότητες μαθαίναμε απο τα απομνημονεύματα του μεγάλου μας συγγραφέα, αλλά και υπουργού εξωτερικών συνάμα Αλέξανδρου-Ρίζου Ραγκαβή, ότι η κυρία Κατακάζη μεταμφιέσθη σε θεά Δήμητρα και ο ίδιος ο πρέσβης Κατακάζης σε ζέφυρο. Στις κοσμικές εσπερίδες που διποργάνωνσε τότε ζεύγος Κατακάζη, παρίστατο και ο ίδιος ο βασιλεύς Όθων, όπως και οι ξένοι τότε περιηγητές στην Αθήνα. Επίσης αξιοσημείωτο είναι το γεγονός, ότι η κυρία Κατακάζη συνέστησε ένα απο τα πρώτα φιλολογικά σαλόνια της εποχής.Ομως στο σπίτι των Κατακάζηδων εστολίσθη για πρώτη φορά και χριστουγεννιάτικο δένδρο με στολίδια απο την Ρωσία. Ενδεχομένως να στολίστηκε Χριστουγεννιάτικο δένδρο στο σπίτι του βασιλέως Όθωνος, δοθέντος ότι ήταν βαυαρικό έθιμο και ο Όθων έφερε την συνήθεια απο την Βαυαρία. Ακόμα στην οικία Παπαρρηγόπουλου πρωτοργανώθηκε κοινωνικό «Bazar» τα έσοδα του οποίου εδόθησαν για τους σεισμοπαθείς της Κορίνθου, που είχε λάβει χώρα στις 9 Φεβρουαρίου του 1858. Ως πρός την ακριβή θέση της οικίας Παπαρρηγοπούλου στην οποία και διενεργήθηκαν τα παραπάνω γεγονότα υπάρχει  διχοστασία. Κατά μια εκδοχή εκτιμάτο στην οδό Κυδαθηναίων 17. Ωστόσο ο Παπαρρηγόπουλος υπήρξε ιδιοκτήτης τριών κατοικιών επι της ιδίας οδού.
Οικία Αλεξάνδρου –Ρίζου Ραγκαβή
 Ευρίσκεται επι της οδού Κυδαθηναίων 16 και Αγ. Γέροντα. Σ΄αυτόν τον χώρο κατοικούσε ο λαμπρός συγγραφέας μας Αλέξανδρος- Ρίζος Ραγκαβής, ο οποίος μεταξύ άλλων είχε γράψει και το θεατρικό έργο «Του κουτρούλη ο γάμος». Ο Αλέξανδος Ραγκαβής είχε ασχοληθεί ενεργά και με την πολιτική και είχε διατελέσει και υπουργός εξωτερικών (1809-1892).
Πολιτιστικό ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς
 Ευρίσκεται στην διασταύρωση ων οδών Αγ. Γέροντα 6 και Αγγελικής Χατζημιχάλη. Συνιστά τριώροφο νεοκλασικό κτίριο του 19-ου αιώνα με βασικό κτίριο, πάνω στο οποίο έγινε επέκταση οικοδόμημα της προεπαναστατικής περιόδου. Σ΄αυτό το κτίριο έλαβαν χώρα αισθητικές επεμβάσεις, μέχρι τις αρχές του 20-ου αιώνα. Με το πέρας της δεκαετίας του 1970 το κτίριο είχε περιέλθει σε φάση εγκατάλειψης. Η αποκατάστασή του αποπερατώθηκε το 2003. Το κτίριο διαθέτει δυο εισόδους.Κύρια είναι αυτή της Αγ. Γέροντα. Φιλοξενεί το πολιτιστικό ίδρυμα της τραπέζης Πειραιώς.
Κέντρο Λαϊκής Τέχνης και Παράδοσης του Δήμου Αθηναίων
Ευρίσκεται επι της οδού Αγγελικής Χαζτημιχάλη 6. Συνιστά τριώροφη κατοικία η οποία ανηγέρθη το διάστημα 1924-27 απο τον αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχο (1872-1930), ο οποίος στην μελέτη αυτή δέχτηκε έντονες αισθητικές επιρροές, τόσο απο την ελληνική λαϊκή αρχιτεκτονική, όσο και απο την βυζαντινή τέχνη. Ο χώρος αποτέλεσε κατοικία της εξαίρετης ζωγράφου Αγγελικής Χατζημιχάλη (1895-1965). Εξάλλου η ίδια έκανε και την εσωτερική διακόσμηση του κτιρίου επηρεασμένη απο την παραδοσιακή τέχνη. Με τον θάνατο της Χατζημιχάλη το 1966, το οίκημα εδωρήθη απο την οικογένεια της εκλιπούσης στον Δήμο Αθηναίων. Στα χρόνια της Απρλιανής δικτατορίας το οίκημα αποκατάστάθηκε με πρόχειριο τρόπο, με αποτέλεσμα να υποστεί σοβαρές ζημιές. Και την περίδο της μεαπολίτευσης έγινε πλήρης αισθητική αποκατάσταση του κτιρίου και απο το 1980 λειτουργεί ως Μουσειακός χώρος «Κέντρο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης». Ηθική μέριμνα του μουσείου είναι  διάσωση συντήρηση και ανάδειξη του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού. Στον αύλειο χώρο της οικίας τοποθετήθηκε με πρωτοβουλία του Ροταριανού Ομίλου προτομή της Αγγελικής Χατζημιχάλη, η οποία συνιστά έργο του γλύπτη Νικόλα (1971).
Πλατεία Φιλομούσου Εταιρείας
 Οριοθετείται απο τις οδούς Κυδαθηναίων, Φαρμάκη, Φιλομούσου Εταιρείας και Αγγέλου Γέροντα και αποτελεί την κεντρική πλατεία της Πλάκας. Ονοματοδοτήθηκε απο την Φιλόμουσο Εταιρεία η οποία συνεστήθη το 1813 απο διανοούμενους της εποχής, με πολιτισμικούς, αρχαιολογικούς και εκπαιδευτικούς σκοπούς. Πρωτοπόρος εκπαιδευτικά η Φιλόμουσος εταιρεία, ίδρυσε σχολεία, ένα αλληλοδιδακτικό σχολείο για αγόρια, αλλά και το πρώτο Παρθεναγωγείο, που λειτούργησε στην Αθήνα, το οποίο στεγάστηκε στο Τζαμί του Παρθενώνα το διάστημα 1824-1826. Παράλληλα στήριζε οικονομικά δασκάλους. Έδωσε υποτροφίες για το εξωτερικό, συνέδραμε τους οικονομικά ασθενέστερους μαθητές, ανέλαβε την μετάφραση και έκδοση παράλληλα κλασικών συγγραφέων, μελέτησε την δημιουργία Μουσείου, ενίσχυσε οικονομικά και δρομολόγησε αρχαιολογικές ανασκαφές, ενώ στελέχη της είχαν αναλάβει την υποδοχή και ξενάγηση των ξέων περιηγητών, που κατέφθαναν στην Αθήνα, παρακολουθώντας στενά και την παρουσία και δραστηριότητά τους, ώστε να αποτρέπει τα απεχθή φαινόμενα της αρχαιοκαπηλείας. Μια πολυσχιδής δηλαδή και απειροδύναμη για τον τόπο τότε πολιτισμική και παιδευτική συμβολή. Πάραυτα η Φιλόμουσος Εταιρεία ανέστειλε τις δραστηριότητές της, όταν οι Τούρκοι ανακατέλαβαν την Αθήνα 1827. Η φιλόμουσος εταιρεία για να πραγματώσει τους σκοπούς της, εδέχετο την οικονομική αρωγή διαπρεπών και οικονομικών παραγόντων, όπως εστεμμένων, πρωθυπουργών κ.α. που εμφανώς απέβλεπαν στο να δημιουργήσουν φίλιο κλίμα καθόδου τους στην Ελλάδα. Στον κατάλογο των οικονομικών χορηγών της Φιλομούσου Εταιρείας, περιλαμβάνονταν ο βασιλιάς της Βαυαρίας, ο πρίγκιπας Γουλιέλμος της Πρωσίας, η δούκισσα Μαρία της Βαϊμάρης, το αυτοκρατορικό ζεύγος της Ρωσίας, η δούκισσα Αικατερίνη του Oldenbοurg κ.α. αλλά και επιφανείς έλληνες πέρα απο τους ξένους εστεμμένους, συνέδραμαν την φιλόμουσο εταιρεία. Μεταξύ αυτών ο Αλέξανδος Υψηλάντης, ο κόμης Ιωάννης Καποδίστριας, ο Μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιος, ο Άγγελος Μουστοξύδης, ο Σπ. Μπενιζέλος, ο Σπ. Τρικούπης κ.α. Ενώ ακόμα και πολλές οικονομικά επιφανείς ελληνίδες αρχόντισσες, στήριζαν την Φιλόμουσο Εταιρεία. Επι της Πλατείας είναι τοποθετημένη η προτομή του επιφανούς Αθηναιογράφου Δημητρίου Καμπούρογλου, που αποτελεί έργο του αθηναίου γλύπτη Νικολάου Γεωργαντή. Η προτομή του τοποθτήθη στις 19 Απριλίου του 1936, με την ηθική φροντίδα της Ένωσης Αθηναίων. Προκειμένου μάλιστα να επιτευχθεί η τοποθέτηση της προτομής, οι πρόεδροι του Συλλόγου των Αθηναίων, αλλά και της Ένωσης Αθηναίων, Δημήτρης Σκουζές και Ιωάννης Βεζανής, επεσκέφθησαν τον Δημήτριο Καμπούρογλου, στο σπίτι του επι της οδού Μακεδονίας και του γνωστοποίησαν τις προθέσεις τους. Ο λαμπρός συγγραφέας και αθηναιογράφος τους ευχαρίστησε ευγενικά, αλλά ζήτησε η προτομή του να τοποθετηθεί μετά το θάνατό του. Χαρακτηριστικά και με το ευφυές του χιούμορ τους είπε «φοβούμαι πως όταν κανείς μαρμαρώσει, δεν έχει θέση πια στη ζωή» !!! Ωστόσο εκάμφθησαν οι αντιστάσεις και παρευρέθη τελικά και ο ίδιος στην αποκάλυψη της προτομής. Αξίζει εμφατικά να τονίσουμε ότι ο Δημήτριος Καμπούρογλου ήταν μια σπάνια πολυεδρική πνευματικά φυσιογνωμία, με λαμπρες επιδόσεις και διακρίσεις σε όλα τα πεδία του γραπτού λόγου. Πεζογράφος, ποιητής, θεατρικός συγγραφέας, ιστοριοδίφης, αλλά και δημοσιογράφος. Αποτύπωσε με πλατιά γνώση, ήθος και ευαισθησία την ιστορία των Αθηνών. Ηρε την καταγωγή του απο μια μεγαλουργό οικογένεια στο πεδίο των γραμμάτων. Ο πατέρας του Γρηγόριος Καμπούρογλου αποτέλεσε εξέχοντα δημοσιογράφο, ενώ η μητέρα του Μαριάννα, ήταν κόρη του δημογέροντα Αγγέλου Γέροντα και διανοούμενη της εποχής. Ο Δημήτριος Καμπούρογλου απο το 1989 προέβη στην σταδιακή έκδοση της ιστορίας των Αθηνών, ταυτόχρονα πρός την συγγραφή εξαίρετων ιστορικών και λαογραφικών μελετών. Κατά το διάστημα 1904-1917 χρημάτισε διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Χαρακτηριστικό της αγάπης του και του αμετρου πατριωτισμού του Δ. Καμπούρολγου, είναι το εξής γεγονός. Στα δίσεκτα χρόνια της κατοχής, ένας ιταλός ζήτησε απο τον Καμπούρογλου να γράψει ένα άρθρο για το ιταλικό περιοδικό που κυκλοφορούσε στην Αθήνα, το «κουατρίβιο».Όμως με πατριωτικό σθένος ο μεγάλος μας συγγραφέας απάντησε «Έχω γράψει για τους Ιταλούς, αν σας κάνει ευχαρίστηση να το δημοσιεύσετε», υπαινισσόμενος ο μεγάλος αθηναιογράφος, κείμενό του για τον βομβαρδισμό του Παρθενώνα απο τον Μοροζίνι. Εμβρόντητος έτσι ο Ιταλός έφυγε και δεν τον ξαναενόχλησε καθόλου. Η περιοχή περιμετρικά στην Πλατεία της Πλάκας, απο το Μνημείο του Λυσικράτους, μέχρι την εκκλησία της μεταμόρφωσης του Σωτήρος ονομάζονταν «κουντίτο» - υδραγωγείο ή κοντίτο. Η ονομασία οφειλόταν σε υδραγωγείο του 16-ου αιώνα. Έχοντας ως αφετηρία το υδραγωγείο του Αδριανού, απέληγε στην Πλάκα, περνώντας παράπλευρα πρός τον κατεδαφισμένο ναό του Αγίου Νικολάου, που εξ αυτού του λόγου, ονομάστηκε «Αγίου Νικολάου του Κουντίτου».
Κινηματογφράφος «Σινέ Παρί»
Ευρίσκεται επι της οδού Κυδαθηναίων 22, Πλ. Φιλομούσου. Αρχικά και για το διάστημα 1938-1959 λειτούργησε ως θερινός κινηματογράφος «Παρί» με θερινό στον εξώστη του. Και απο το 1961 λειτουργούσε και θερινός κινηματογράφος και χειμερινός κινηματογράφος. Ωστόσο ο χειμερινός ο χειμερινός διέκοψε την λειτουργία του και μετασκευάστηκε σε μπουάτ. Ο θερινός κινηματογράφος χαρακτηρίστηκε διατηρητέος.
Ταβέρνα τα μπακαλιαριάκια
 Ευρίσκονται επι της οδού Κυδαθηναίων 41. Είναι μια απο τις πλέον αντιπροσωπευτικές ταβέρνες της Πλάκας και ξεκίνησε την λειτουργία της απο τα τέλη του 19-ου αιώνα.
Οικία Ν. Σαλίβερου
 Πρόκειται για νεοκλασική οικία που ανηγέρθη το διάστημαμ 1896-98 απο τον αρχιτέκτονα Νικόλαο Σαλίβερο (1860-1944) προκειμένου να κατοικήσει ο ίδιος. Η οικία υφίσται στην διασταύρωση των οδών Σέλευ και Θέσπιδος. Προΐόντος του χρόνου, υπέστη αισθητικές αλοιώσεις.
Οδός Τριπόδων
 Η υφιστάμενη σήμερα οδός Τριπόδων καθώς και η Πλατεία Λυσικράτους συνιστούν ένα τμήμα της αρχαίας οδού Τριπόδων, η οποία αποτελούσε το δρόμο για να πηγαίνουν οι Αθηναίοι στον θέατρο του Διονύσου. Αποτελούσε τον δρόμο απο το Πρυτανείο στην Αρχαία Αγορά, για το ιερό του Διονύσου. Προσέλαβε το όνομα Τριπόδων απο τους χορηγικούς τρίποδες, που είχαν αποτεθεί εκεί. Οι τρίποδες αρχικά  τον 5-ο αιώνα ήταν χάλκινοι και εδράζονταν σε απλές βάσεις. Απο τον 4- αιώνα όμως ήταν πιο επιμελημένοι και είχαν την μορφή μικρού ναού. Καθόσον εορτάζετο ο θεός Διόνυσος, απο την οδό Τριπόδων γίνονταν και η διέλευση των λαμπαδηδρομιών, πρός τιμήν του θεού.
Κτίριο της Ελληνικής Εταιρείας
 Ευρίσκεται επι της οδού Τριπόδων 28. Συνιστά διώροφο νεοκλασικό κτίριο της οθωνικής περιόδου μέρη του οποίου προϋφίσταντο απο τα πρό της επανάστασης χρόνια, με προσθήκες που ελάμβαναν χώρα μέχρι τα τέλη του 19-ου αιώνα. Δεν έσχει γίνει γνωστός ο αρχιτέκτονας του κτιρίου, όπως και ο αρχικός του ιδοκτήτης. Εν τέλει η αισθητική και στατική αποκατάσταση του κτιρίου αποπερατώθηκε το 1991, οπότε και έγιναν τα εγκαίνια. Στο ημιυπόγειο του κτιρίου βρέθηκαν ανυπολόγιστης αξίας αρχαιότητες όπως : αγωγοί των κλασικών χρόνων, τμήμα της οδού Τριπόδων, τμήμα μεγάλου χορηγικού μνημείου, ένα ελαιοτριβείο και δυο μεγάλα πήλινα πιθάρια, ρωμαϊκής εποχής. Στο κτίριο φιλοξενείται σήμερα η Ελληνική Εταιρεία, για την προστασία του περιβάλοντος και της πολτιστικής κληρονομίας.
Οικία Παπα Νικόλα Πλανά
Υφίσταται επι της οδού Τριπόδων 12. Ο παπα Νικόλας ο Πλανάς εμβληματική φυσιογνωμία της εκκλησίας μας στην Αθήνα, κατατάγονταν απο την Νάξο (1851-1932). Υπηρέτησε σε πολλές εκκλησίες ως ιερέας, με αυταπάρνηση και αδαμάντινο θεολογικό ήθος. Κατά βάση ιερούργησε στον Άγιο Δημήτριο τον Λουμπαρδιάρη και στην εκκλησία του Αγίου Ελισσαίου.
Ταβέρνα Σταματόπουλου
 Αποτελεί την αρχαιότερη ταβέρνα της Πλάκας. Ξεκίνησε την λειτουργία της το 1882 και υφίσταται στην διασταύρωση των οδών Λυσίου και Τριπόδων. Στην ιστορική αυτή ταβέρνα μεγαλούργησε ο γνωστός τροβαδούρος της Αθήνας Μπαλαγούρας, που με το ακορντεόν και την αισθαντική φωνή του, εκτέλεσε τις περισσότερες απο τις μεγαλύτερες σύγχρονες τραγουδιστικές μας επιτυχίες.
Ριζόκαστρο
 Η γειτονιά στην τωρινή συνοικία της Πλάκας που εκτείνεται απο την διασταύρωση των οδών Τριπόδων και Επιχάρμου, έως και την Μάρκου Αυρηλίου, συνιστούσε ξεχωριστή συνοικία που ονομάζετο «Ριζόκαστρο». Αποτελούσε παλιά αρχοντική συνοικία βορείως της Ακροπόλεως, «στα ριζά του κάστρου» και για τούτο έλαβε το όνομα «Ριζόκαστρο». Η οδός Διόσκουρων συνιστούσε το σύνορο με την συνοικία «Βρυσάκι», η οποία εξετείνετο μέχρι εκεί που σήμερα είναι ο χώρος της αρχαίας αγοράς. Η συνοικία Ριζόκαστρο ήταν επίσης γνωστή και με το όνομα «Γερλάδα».
Ναός Αγίου Νικολάου Ραγκαβά
Υφίσταται ανάμεσα στις οδούς Πρυτανείου και Επιχάρμου. Αποτελεί ναό τετρακιόνιο σταυροειδή εγγεγραμμένο με τρούλο, ο οποίος χρονολογείται στον 11-ο αιώνα. Ακολούθησαν προσθήκες και παρεμβάσεις τον 19-ο και τον 20-ο αιώνα που αλλοτρίωσαν την φυσιογνωμία του. Το όνομα Ραγκαβάς ανήκε σε μια εκ των επιφανεστέρων οικογενειών της Αθήνας, η οποία ήρε την καταγωγή της στις λαμπρές οικογένειες του Βυζαντίου, το διαπρεπέστερο μέλος της οποίας ήταν ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Ραγκαβές. Η εκκλησία πήρε το όνομά της έτσι απο τον ιδιοτήτη της Ραγκαβά. Για τούτο και ήταν και η μόνη εκκλησία που είχε καμπάνα κατά τα μεταπελευθερωτικά χρόνια της οθωμανικής περιόδου. Αυτής τα σήμαντρα χτυπούσαν χαρμόσυνα τον Απρίλιο του 1833, το πρώτο ελεύθερο Πάσχα των Ελλήνων, όπως και με τον ερχομό του Όθωνα τον Δεκέμβριο του 1834. Το ιστορικό αυτό σήμαντρο για την μοίρα του ελληνισμού, αποτέλεσε δώρο της Ρωσίας και σήμερα υφίσταται στο εσωτερικό του ναού. Κάθε χρόμο συμβολικά χτυπά στις 25 Μαρτίου. Ο αύλειος χώρος της εκκλησίας αποκαλείται Πλατεία Ραγκαβά.
Ναός Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου
 Ευρίσκεται στην συμβολή των οδών Ερεχθείου και Ερωτόκριτου. Ως πρός την αρχιτεκτονική του τεχνοτροπία είναι σταυροειδής εγγεγραμμένος με τρούλο. Χρονολογείται στα τέλη του 11-ου αιώνα με αρχές του 20-ου αιώνα. Φέρει τοιχογραφίες του 13-ου αιώνα. Αισθητικές επεμβάσεις αποκατάστασης έγιναν κατά τα πρώτα μεταπελευθερωτικά χρόνια, ενώ έλαβαν χώρα και προσθήκες. Κατά την παράδοση πλησίον στον ναό, είχαν τοποθετηθεί δυο απο τα κανόνια του Μοροζίνι στα χρόνια της πολιορκίας του 1687.
Ταβέρνα του Ψαρά
 Υφίσταται επί των οδών Ερεχθέως 16 και Ερωτοκρίτου. Συνιστά παλιά ταβέρνα της Πλάκας, που υπήρξε και στέκι διανοουμένων.
Μετόχι του Παναγίου Τάφου
 Ευρίσκεται επι των οδών Ερεχθέως 18 και Πρυτανείου. Αποτελεί ναό της οθωμανικής περιόδου, ο οποίος κτίστηκε απο τον ιερέα Δημήτριο Κολοκύνθη. Αφιερώθηκε στους Αγίους Αναργύρους. Στα 1651 στον χώρο δημιουργήθηκε γυναικείο μοναστήρι και ο ναός ήταν τον καθολικό του. Με το πέρασμα του χρόνου η μονή μετατράπηκε σε ανδρική. Μείζονος σημασίας είναι το γεγονός ότι στον αύλειο χώρο της μονής, υπήρχαν τάφοι της αυτοκρατορικής οικογένειας των Παλαιολόγων. Περί τα τέλη του 18-ου αιώνα ο μονόχωρος αυτός ναός, άλλαξε χαρακτήρα σε Μετόχι του Παναγίου Τάφου, δοθέντος ότι αγοράστηκε απο τον έξαρχο του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων στην Αθήνα. Κατά τα μέσα του 19-ου αιώνα κτίστηκε στον αύλειο χώρο της εκκλησίας διώροφο οικοδόμημα, επι της Ερεχθέως 18, που αποτελεί έδρα του Εξάρχου- Εξαρχείο. Στον αύλειο χώρο επίσης διασώζονται μεριά κελιά της μονής, καθώς και ένα πηγάδι για το οποίο λέγεται ότι οδηγεί σε υπόγεια σήραγγα. Σημειώνεται ότι στα κελιά αυτά είχε λειτουργήσει η πρώτη Θεολογική Σχολή και μετέπειτα τα πρώτα γραφεία της Μητρόπολης Αθηνών. Το σήμαντρο του ναού, ήταν το πρώτο σήμαντρο που ηχούσε την Μεγάλη Παρασκευή.
Παναγία Χρυσοκαστριώτισσα
 Ευρίσκεται επι της οδού Θρασυβούλου. Συνιστά μονοκλιτη βασιλική του 17-ου αιώνα. Σύμφωνα με την παράδοση η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, θεραπεύει τα άρρωστα βρέφη και τα παιδιά. Ονοματοδοτήθηκε χρυσοκαστριώτισσα, ένεκα της θέσης της κάτω απο την Ακρόπολη, κατά άλλη εκδοχή ένεκα της μεταφοράς της εικόνας στην θέση της απο τον Παρθενώνα, μετά την κατάληψη της Ακρόπολης, απο τους Φράγκους του 1204. Η εικόνα αυτή κατά τον σπουδαίο Αθηναιογράφο Δημήτριο Καμπούρογλου, ονομάζονταν καστριώτισσα η Χρυσοκαστριώτισσα. Επίσης κατά μια ακόμα τελευταία εκδοχή, το όνομα συνδέεται και με την οικογένεια Καστριώτου. Στα προεπαναστατικά χρόνια κατά την παράδοση, εμπρός στην εικόνα της Παναγίας έκαιγε «άσβεστος λύχνος ακοίμητος».
Οικία οθωνικής περιόδου
 Ευρίσκεται επι της οδού Θρασυβούλου 8. Αποτελεί απο τις ελάχιστες διασωθείσες οικίες της οθωνικής περιόδου, αυτή η διώροφη κατοικία του 1830.
Κιουτσούκ Τζαμί
 Υφίσταται στη οδό Μουσαίου, ανάμεσα στις οδούς Πανός και Θρασυβούλου. Στο σημείο αυτό υπήρχε ένα απο τα τζαμιά της Αθήνας, το Κιουτσούκ τζαμί. Ήταν μικρό και για τούτο και το όνομά του κιουτσούκ=μικρός, τουρκιστί.
Οδός Θόλου 
Σύμφωνα με παραδόσεις υπογείως της οδού υφίστανται στοές και δίοδοι.
Μουσείο Ιστορίας Πανεπιστημίου Αθηνών
Πρόκειται για μεγαλοπρεπή τριώροφη οικοδομή με στοιχεία αρχιτεκτονικής αυτής της περιόδου. Ευρίσκεται επι της οδού Θόλου 5. Είναι πολιτογραφημένη στην πόλη, σαν οικία «Κλεάνθους», δοθέντος ότι σ΄αυτήν διέμενε ο διαπρεπής και πρωτοπόρος αρχιτέκτων Σταμάτης Κλεάνθης (1799-1862), ο οποίος μαζί με τον Σάουμπερτ  εκπόνησαν το πρώτο ρυμοτομικό σχέδιο της πόλης των Αθηνών. Ο Κλεάνθης ήρε την καταγωγή του απο το Βελβενδό της Μακεδονίας, στο οποίο και γεννήθηκε. Συμμετείχε ως Ιερολοχίτης στην μάχη του Δραγατσανίου. Πραγματοποίησε λαμπρές σπουδές στο Βερολίνο, όπου και συνεδέθη με ακατάλυτους δεσμούς φιλίας με τον συμφοιτητή του Εδουάρδο Σάουμπερτ (1804-1860), με το οποίο και ήλθαν μαζί το 1829 στην Ελλάδα. Το 1830 ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας τους ανέθεσε τον ρόλο των αρχιτεκτόνων του αρτιγέννητου ελληνικού κράτους. Και τον Μάϊο του 1832 έλαβαν εντολή απο την κυβέρνηση να εκπονήσουν το σχέδιο της πόλης των Αθηνών. Το σχέδιο αυτό εγκρίθηκε τον Ιούνιο του 1833, για να υποστεί αναθεώρηση αργότερα απο τον αρχιτέκτονα Κλέντσε. Ο Κλεάνθης ωστόσο ασχολήθηκε παράλληλα και με επιχειρηματικές δραστηριότητες. Προέβη στην αγορά μεγάλων εκτάσεων απο τους τούρκους που εγκατέλειπαν την Ελλάδα. Και αργότερα ασχολήθηκε επιχειρηματικά με την εξόρυξη πολύτιμου μαρμάρου απο την Πάρο, προσβλέποντας και στην εξαγωγή του στο εξωτερικό. Όμως η αρχική μεγάλη επιτυχία του εγχειρήματος του Κλεάνθη, προξένησε την οργίλη αντίδραση των ανταγωνιστών του εξωτερικού, με αποτέλεσμα να τον συνθλίψουν εμπορικά και να οδηγθεί έτσι στην χρεοκοπία. Μάλιστα το 1862 υπέστη τραυματισμό στον χώρο των λατομείων του και αργότερα πέθανε στην Αθήνα. Η πλειονότητα των σπουδαίων αρχιτεκτονικών στολιδιών της Αθήνας, οικιών της αστικής τάξης, έφεραν την υπογραφή του Σταμάτη Κλεάνθη. Όμως πια είναι η καταγωγή της περίφημης οικίας του Κλεάνθη; Το οικοδόμημά της ήταν απο τα λίγα σπίτια της απελεύθερης πια απο τους τούρκους Ελλάδας, που θα μπορούσαν να κατοικηθούν. Στα 1831 λοιπόν ο Κλεάνθης μαζί με τον φίλο και συνάδελφό του Σάουμπερτ,  την αγόρασαν απο την ιδιοκτήτριά της Σαντέ Χανούμ, με την προοπτική να την ανακαινήσουν και να την χρησιμοποιήσουν ως κατοικία τους. Η περίφημη κατοικία του Κλεάνθη αποτέλεσε και χώρο υποδοχής στην Αθήνα, πολύ υψηλών προσκεκλημένων, αρχιτεκτόνων και πανεπιστημιακών. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε τον Δανό αρχιτέτκτονα Χριστιανό Χάνσεν (Christian Hansen), τον αργότερα καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Λουδοβίκο Ρός κ.α. Και απο αυτό το ιστορικό σπίτι, οι δυο λαμπροί αρχιτέκτονες Κελάνθης και Σάουμπερτ εκπόνησαν το ρυμοτομιικό σχέδιο της Αθήνας και σχεδίασαν τον αρχαιλογικό της χάρτη, προτού ακόμα η Αθήνα μας ανακηρυχτεί πρωτεύουσα. Το 1835 ο Κλεάνθης αγόρασε και το μερίδιο του Σάουμπερτ και το οίκημα πέρασε στην απόλυτη ιδιοκτησία του. Κατά το χρονικό διάστημα 1835-1837 το οίκημα νοικιάστηκε απο το ελληνικό κράτος και φιλοξένησε το 1-ο γυμνάσιο Αθηνών, που υπήρξε μετέπειτα εκδοχή του «Κεντρικού Σχολείου της Αίγινας», το οποίο είχε συσταθεί απο τον Ιωάννη Καποδίστρια το 1829 και είχε μεταφερθεί στην Αθήνα, με πρώτο διευθυντή του τον Γεώργιο Γεννάδιο. Στα 1837 το οικοδόμημα χρησιμοποιήθηκε για να στεγάσει το πρώτο πανεπιστήμιο, το «πανεπιστήμιο του Όθωνος», του οποίου τα εγκαίνια αποτέλεσαν μείζον εθνικό γεγονός για την εποχή με λαμπρότητα, χάρη, αλλά και κάθε επισημότητα, πρός το πρωτόκολλο. Ο πρώτος πρύτανης του πανεπιστημίου Κωνσταντίνος Σχοινάς προσφώνησε τον βασιλιά Όθωνα, που αφίχθη έφιππος στο πανεπιστήμιο. Σημαντική ήταν επίσης και η παρουσία του γέρου του Μοριά με την φρουρά του.
Σε πρώτη φάση στο πανεπιστήμιο λειτούργησαν τέσσερις σχολές ήτοι : Νομική, Ιατρική, Φιλοσοφική και Θεολογική. 52 ήταν οι πρώτοι φοιτητές του Πανεπιστημίου εκ των οποίων : 18 στην Φιλοσοφική, 22 στην Νομική, 8 στην Θεολογική, και 4 στην Ιατρική. Παράλληλα υπήρχαν και 75 ακροατές του Πανεπιστημίου στους οποίους προεξήρχε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Ενώ το πανεπιστήμιο είχε στο δυναμικό του 27 καθηγητές, η πλειονότητα των οποίων ήταν έλληνες που είχαν σπουδάσει σε ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, αλλά υπήρχαν και ορισμένοι Γερμανοί, δοθέντος ότι ο Όθωνας είχε ζητήσει την αρωγή και πολλών φίλων του. Προκειμένου να στεγαστούν στοχειωδώς οι φοιτητές, είχαν δημιουργηθεί δυο μακρές μάντρες με καταλύμματα. Η μια πλησίον της γοργοεπήκοου και η άλλη πλησίον του σχολείου του Διαλησμά. Μάλστα μπορούμε να πούμε κάπως αδόκιμα ότι είχε ανοίξει και το πρώτο φοιτητικό κυλικείο. Ήταν απέναντι απο το Πανεπιστήμιο και προσέφερε στους φοιτητές γάλα και γλυκά επι της οδού Θόλου. Αυτονόητα ο ιδιοκτήτης του θησαύρισε την εποχή, εκείνη με τον χρυσοφόρο μονοπώλιο που είχε ανοίξει. Όμως ο χώρος δεν επαρκούσε για την κάλυψη των μαθημάτων  και οι καθηγητές καλούσαν τους φοιτητές για παρακολουθήσεις στα σπίτια τους. Έτσι οι διαφαινόμενες στεγαστικές αδυναμίες του λειτουργούντος πανεπιστημίου, οδηγούσαν στην εξεύρεση άλλου πιο πλήρους και λειτουργικού χώρου. Πρωτοπόρος σ΄αυτό το εγχείρημα ήταν ο τότε πρύτανης Γεώργιος Ράλλης, ο οποίος συγκρτότησε επιτροπή με μέλημα την ανέγερση του νέου πανεπιστημίου. Και τον Νοέμβριο του 1841 το μεγάλο όνειρο ήταν γεγονός. Το Πανεπιστήμιο είχε τον δικό του αυτοδύναμο χώρο στην οδό Πανεπιστημίου. Τι απέγινε όμως το ιστορικό κτίριο του Κλεάνθη;  Ο Σταμάτης Κλεάνθης το πούλησε και έκτοτε άλλαξε πολλά χέρια και ως ιδιοκτησία και ως χρήση. Στα 1868 στεγάστηκαν στο κτίριο οικογένειες Κρητών προσφύγων. Γύρω στα 1900 το κτίριο κινδύνευσε με κατεδάφιση και στα 1922 με την έκσπαση της μικρασιατικής τραγωδίας φιλοξένησε πολλούς απο τους τραγικούς πρόσφυγες που συνέρρεαν κατά κύμμματα στην Αθήνα. Στα χρόνια του μεσοπολέμου και μέχρι το 1960 το κτίριο στέγαζε ταβέρνα. Το 1962 πέρασε στην ιδιοκτησία του υπουργείου πολιτισμού και χαρακτηρίστηκε διατηρητέο. Και το 1967 πέρασε στην ιδιοκτησία του Πανεπιστημίου Αθηνών. Προκειμένου μάλιστα να γίνει αυτή η μεταβίβαση το Πανεπιστήμιο έδωσε στο ελληνικό δημόσιο ιδιοκτησία του επι της οδού Διογένους, στην οποία σήμερα φιλοξενείται το Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Οργάνων. Έλαβαν χώρα αισθητικές και αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις για την αποκατάσταση του κτιρίου, σε μελέττη του διαπρεπούς αρχιτέκτονα και ακαδημαϊκού μας Σόλωνος Κυδωνιάτη (1906-2001), οι οποίες ξεκίνησαν το 1975 και αποπερατώθκαν πολύ αργότερα. Το 1987 πραγματοποιήθηκαν τα εγκαίνια του κτιρίου σαν Μουσείου ιστορίας του πανεπιστημίου Αθηνών. Το Μουσείο περιέχει : ιστορικά έγγραφα της διοίκησης του πανεπιστημίου, χάρτες, μετάλλια, παλιά πανεπιστημιακά συγγράμματα, προσωπογραφίες καιθηγητών του πανεπιστημίου, διπλώματα, όργανα διδασκαλίας της ιατρικής, της οδοντιατρικής, της Χημείας, της Φυσικής,  της φαρμακολογίας, καθώς και πολύτιμο φωτογραφικό υλικό.
Μουσείο Κανελλοπούλου
 Ευρίσκεται επι των οδών Θεωρίας και Πανός. Πρόκειται για νεοκλασικό κτίριο του τέλους του 19-ου αιώνα  και ήταν οικία της οικογένειας Μιχαλέα. Πέρασε στην ιδιοκτησία του ελληνικού δημοσίου την δεκεαετία του 1960. Αποκαταστάθηκε και στις μέρες μας στεγάζει το Μουσειο Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου. Το Μουσείο εγκαινιάστηκε το 1967 και εκθέτει την συλλογή την οποία είχαν κληροδοτήσει στο υπουργείο πολιτισμού οι συλλέκτες, το 1972. Περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό εκθεμάτων, στο χρονικό φάσμα προϊστορία έως και τους νεότερους χρόνους. Πρίν λίγα χρόνια πλάι στο Μουσείο, οικοδομήθηκε νέο τριώροφο κτίριο, το οποίο συνενώθη με το νεοκλασικό.
Μεταμόρφωση του Σωτήρος 
Ευρίσκεται επι της οδού Θεωρίας. Πρόκειται για τετρακιόνιο σταυροειδή, εγεγραμμένη με τρούλο, ως πρός την αρχιτεκτονική της εκκλησίας, η οποία χρονολογείται στον 14-ο αιώνα. Οι κάτοικοι της Αθήνας παλιά την αποκαλούσαν «Σωτηράκη», ένεκα του μικρού της μεγέθους. Όταν έλαβε χώρα η δολοφονία του οπλαρχηγού Οδυσσέα Ανδρούτσου τον Ιούνιο του 1825 στον κουλά της Ακρόπολης – πιθανόν ο Γκούρας ο εμπνευστής και εκτελεστής της δολοφονίας – οι φονιάδες πήραν το σώμα του απο τον ιερό βράχο που κατέπεσε και το έθαψαν κρυφά στον αύλειο χώρο της Μονής της εκκλησίας.  Νοτίως του ναού υφίσταται μικρό παρεκκλήσιο αφιερωμένο στην Αγία Παρασκευή, τμήμα του οποίου εφάπτεται σε κοίλωμα του ιερού βράχου της Ακρόπολης.
Αναφιώτικα
 Πρόεκειται για συνοικία η οποία δημιουργήθηκε γύρω στα 1860 βορείως της Ακροπόλεως πάνω στο «Ριζόκαστρο». Στα αρχαία χρόνια απαγορεύονταν αυστηρώς η δημιουργία κατοικιών στην περιοχή. Πάραυτα ο κανόνας παραβιάστηκε απο πρσφυγες του πελοποννησιακού πολέμου και εγκατάστάθηκαν στον χώρο, οι οποίοι αφήνοντας τους γύρω Δήμους της Αττικής, προσέφυγαν στον κλεινόν άστυ. Στα χρόνια της οθωμανικής δουλείας η συνοικία ονομάζονταν «Μαύρες Πέτρες»,  δοθέντος ότι σ΄αυτήν κατοικούσαν δούλοι απο την Αφρική. Στο ξεχωριστό αρχιτεκτονικό χρώμα αυτού του συνοικισμού, δεσπόζει η τεχνοτροπία των Κυκλάδων. Η συνοικία χτίστηκε άναρχα απο Αναφιώτες χτιστάδες, πετράδες, ξυλουργούς και μαρματοτεχνίτες, που εισέρρεαν στην Αθήνα ως εσωτερικοί μετανάστες, πρός αναζήτηση καλυτέρας τύχης την περιόδο της ανοικοδόμησης της Νέας Πόλης των Αθηνών. Πως όμως ξεκίνησε η ανοικοδόμηση αυτής της συνοικίας; Με το πέρας της οθωνικής περιόδου δυο τεχνίτες απο την Ανάφη, ο Γεώργιος Δαμίγος και ο Μάρκος Σιγάλας αποζητούσαν χώρο για να εγκατασταθούν, δοθέντος ότι ήδη είχε αρχίσει η υπερτίμηση των οικοπέδων της Νεάπολης, που τα καθιστούσε απαγορευτικά για τους φτωχούς τεχνίτες μετανάστες της Ανάφης. Έτσι πήραν την απόφαση να πάνε και να κτίσουν παράνομα στον χώρο πάνω απο το Μετόχι του Παναγίου Τάφου. Προκειμένου να αποφύγουν την τσιμπίδα του νόμου, δούλευαν γοργά την νύχτα το κτίσιμό τους, εκμεταλλευόμενοι την πολιτική ένταση που είχε δημιουργθεί στην πολιτική μας σκηνή, με την έκπτωση-εκδίωξη απο την Ελλάδα του βασιλιά Όθωνα. Και όπως πιθανολογεί ο αναγνώστης μέσα στο κλίμα «ελεύθερης δράσης» που δημιουργήθηκε, το παράδειγμα των Δαμίγου και Σιγάλα ακολούθησαν και άλλοι Αναφιώτες. Έτσι αντίπερα στην απαγόρευση του 1834, που είχε χαρακτηρίσει αρχαιολογική ζώνη την περιοχή αυτή, οικοδομήθηκε και κατοικήθηκε απο τους χτιστάδες Αναφιώτες εν ριπή οφθαλμού. Και έτσι διαμορφώθηκαν τα «Αναφιώτικα». Απο τα πρώτα προβλήματα που αντιμετώπισαν εκεί οι Αναφιώτες, ήταν η σοβαρότατη έλλειψη νερού, το οποίο αναγκάζονταν να μεταφέρουν απο την περιοχή των «Αέρηδων». Στην συνοικία υφίσταντο δυο εκκλησίες. Αφενός η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του Βράχου ανατολικά, αφετέρου η εκκλησία του Αγίου Συμεών δυτικά, οι οποίες ήταν απο αισθητικής και στατικής κατάστασης σε οδυνηρή κατάσταση. Οι χτιστάδες αναφιώτες, με όλην τους την τέχνη και το μεράκι της ανακαίνησαν προσεκτικά και έτσι αποτέλεσαν έκτοτε τις δυο ενορίες της γειτονιάς. Ως πρός την δομή της συνοικίας, τα σπίτια είναι πολύ μικρά, δομημένα στυν κυριολεξία, το ένα δίπλα στο άλλο και τα δρομάκια αναμέσά τους στενά σοκάκια. Σε αντιδιαστολή με την Νεάπολη όπου οι Αναφιώτες που εγκατάστάθηκαν εκεί, χάθηκαν στο χωνευτήρι της πλημμυρισμένης απο κόσμο νέας πόλης, τα Αναφιώτικα της Πλάκας διατήρησαν την ηθική τους συνοχή και την πολιτιστική τους ιδιοπροσωπεία. Στην γειτονιά έως και το 1920 «έμπαιναν» και έφτιαχναν μυστικά το σπιτάκι τους, κάτοικοι μόνο απο την Ανάφη και με το ίδιο σχεδόν επάγγελμα, δοθείσης της μυστικότητας που έπρεπε να κρατηθεί για να οικοδμήσουν οι νέοι Αναφιώτες τα σπίτια τους κρυφά. Μάλιστα προκειμένου να έχουν και μια νομιμοποίηση για τις πιέσεις που τους ασκούσαν, διετείνοντο ότι ο ίδιος ο βασιλιάς Όθων, τους είχε καλέσει ως καλούς τεχνίτες και τους παρείχε την κάλυψη να χτίσουν στην περιοχή. Προφανώς και δεν είχαν ποτέ νόμιμα έγγραφα που να βεβαιώνουν την παραχώρηση εκεί απο το κράτος γής και πολύ περισσότερο μάλιστα για να πραγματοποιήσουν την αυθαίρετη δόμησή τους !!! Δέν άργησαν ωστόσο και οι πρώτες οργανωμένες αντιδράσεις για την ύπαρξη της συνοικίας. Διανοούμενοι της εποχής πρωτοστάτησαν με εξαίρερη τους Παπαδιαμάντη και Καρκαβίτσα, στην εκδίωξη των παράνομων Αναφιωτών απο την συνοικία. Ενώ ένα βήμα πιο πέρα, σε ακόμα πιο σκληρή γραμμή κάποιοι Αρχαιολόγοι της εποχής, πρότειναν την ολοκληρωτική κατεδάφιση της συνοικίας, θεωρώντας ότι τα Αναφιώτικα, αλλοτριώνουν την αισθητική φυσιογνωμία του ιερού χώρου της περιοχής. Το διάστημα (1831-1833) προτάθηκε λοιπόν η κατεδάφιση. Στην ίδια κατεύθυνση μάλιστα ο πρωτεργάτης των Ολυμπιακών Αγώνων του 1896 Δημήτριος Βικέλας, είχε προτείνει στους επισκέπτες, να απολαύσουν την θέα του Παρθενώνα απο τον λόφο του Φιλοπάππου, για να αποτραπεί η θέασή του απο την αλλοτριωμένη αισθηστικά πελευρά – λόγω των Αναφιώτικων – της Ακρόπολης. Όπως ήταν αναμενόμενο μεταξύ των γηγενών Πλακιωτών και των Αναφιωτών ενέσκηψε μεγάλη κοινωνική έριδα. Οι μεν Πλακιώτες τρομοκρατούσαν την παρουσία των Πλακιωτών στην Πλατεία Φιλομούσου Εταιρείας και οι Αναφιώτες με την σειρά τους, τρομοκρατούσαν τους Πλακιώτες να ανέβουν πρός τα Αναφιώτικα. Ο συνοικισμός των αναφιώτικων «άνοιξε» και με την εισροή στην συνοικία των κατατρεγμένων προσφύγων της Σμύρνης. Κατά την δεκαετία του 1950 μερικά απο τα σπιτάκια της συνοικίας λόγω της αρχαιολογικής σκαπάνης γκρεμίστηκαν. Όμως ο συνοικισμός χαρακτηρίστηκε διατηρητέος και είναι πλέον προστατευμένος.
Ναός Αγίου Συμεών
 Ευρίσκεται επι της οδού Θεωρίας. Πρόκειται για μικρό ναό στα Αναφιώτικα που ανακατασκευάστηκε  απο τους Αναφιώτες χτιστάδες της περιοχής. Ως πρός την αρχιτεκτονική του τεχνοτροπία είναι μονόκλιτη καμαροσκεπής, βασιλική.
Ναός Αγίου Γεωργίου του Βράχου
 Ευρίσκεται επι της οδού Στράτωνος. Συνιστά μονόχωρο καμαροσκεπή μικρή εκκλησία του 17-ου αιώνα, που και αυτή όπως και ο Αγιος Συμεών, αποκαταστάθηλε στατικά και αισθητικά απο τους αναφιώτες οικοδόμους της συνοικίας. Στην κυριολεξία είναι στην βάση του ιερού βράχου της Ακρόπολης, για αυτό και πήρε το όνομα του Βράχου. Στον χώρο του είναι τοποθετημένη αναμνηστική πλάκα στην μνήμη του τελευταίου έλληνα φρουρού της Ακρόπολης Κωνσταντίνου Κουκίδη, ο οποίος απο υψηλή εθνική ευαισθησία, για να μην παραδώσει την ελληνική σημαία στους ναζί κατακτητές, στις 27 Απριλίου του 1941 τυλίχτηκε με αυτήν και αυτοκτόνησε πέφτοντας στο κενό απο τον ιερό βράχο.
Βρύση της οδού Μνησικλέους
 Στην οδό Μνησικλέους και στον αριρθμό 12, εκεί που βρίσκεται σήμερα νεοκλασικό κτίριο, υπήρχε μια απο τις βρύσες της Αθήνας, φτιαγμένη στα 1708. Την πληροφορία αυτή μας καταμαρτυρά εντοιχισμένη πλάκα, επι του υφιστάμενου νεοκλασικού κτιρίου.
Οικία Κουτζαλέξη
Στην διασταύρωση των οδών Μνησικλέους 18 και Διογένους 12, υφίσταται μια πανέμοφρη νεοκλασική οικία του 19-ου αιώνος. Το αρχικό πρόπλασμα ισόγειο της οικοδομής ήταν της προπεπαναστατικής περιόδου. Στα 1836 το οίκημα αγοράστηκε απο τους αδελφούς Κουτζαλέξη, οι οποίοι ασχολούνταν με οικοδομές και ανακατασκευές της εποχής. Οι Κουτζαλέξηδες ανακατασεύασαν το κτίριο, του πρόσθεσαν δυο ορόφους και του προσέδωσαν νεοκλασική τεχνοτροπία. Στα 1837 το κτίριο φιλοξένησε την Γραμματεία Ναυτικών. Έκτοτε στο διάβα του χρόνου χρησιμποιήθηκε για πολλούς σκοπούς.
Οδός Διογένους
 Στην οδό Διογένους και στον αριθμό 4 βρισκόταν το σπίτι του εξαίρετου ζωγράφου Περοκλή Βυζαντίου (1894-1972). Στην οδό παράλληλα βρίσκεται και ορειχάλκινη προτομή του ζωγράφου. Αποτελεί έργο του γλύπτη Γρηγόρη Ζευγώλη (1927).
Καφενείο « Ο πλάτανος»
Επι της οδού Διογένους υφίστατο το καφενείο «Ο Πλάτανος» που είχε ξεκινήσει την λειτουργία του  απο τα χρόνια του μεσοπολέμου. Αποτέλεσε κεντρικό στέκι ποιητών και διανοουμένων, γνωρίζοντας μεγάλη ακμή και υψηλό κοινωνικό κύρος. Απο τους πιο γνωστούς θαμώνες του οι Κωστής Παλαμάς και Άγγελος Σικελιανός. Παράλληλα λόγω της υψηλής αισθητικής, τόσο του χώρου της Πλάκας, όσο και του καφενείου, γυρίστηκαν σ΄αυτό πολλές και σημαντικές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, της δεκαετίας του ΄50. Επίσης το καφενείο ήταν γνωστό και με το όνομα του τελευταίου του ιδιοκτήτη, ως καφενείο του Ρερέ. Έχει κλείσει πλέον τις πόρτες του.
Ταβέρνα «Ο Πλάτανος»
Πρόκειται για μια απο τις πιο φημισμένες ταβέρνες των Αθηνών. Λειτούργησε απο το μεσοπόλεμο, σε χώρο που πρωθύστερα υφίστατο βιοτεχνία σαπωνοποιΐας. Το ονομά του είχε λάβει απο τον Πλάτανο που υπήρχε στην μικρή πλατεία και κάηκε απο κεραυνό την πρώτη πεντηκονταετία του 20-ου αιώνα. Η ταβέρνα αποτέλεσε απο τα επίζηλα στέκια των λογοτεχνών και διανοουμένων του 20-ου αιώνα. Μάλιστα τα ονόματα των περισσότέρων απο αυτούς είναι σμιλευμένα στο εσωτερικό της ταβέρνας, σε ξύλο. Μεταξύ αυτών οι Άγγελος Σικελιανός, Κώστας Βάρναλης, Ζαχαρίας Παπαντωνίου, Γρηγόρης Ξενόπουλος, Κώστας Ουράνης, Γιώργος Κατσίμπαλης, Οδυσσέας Ελύτης, Γιώργος Θεοτοκάς, Στρατής Μυριβήλης, Ηλίας Βενέζης, Γιώργος Σεφέρης κ.α. Ενώ και πολλοί ξένοι, ευρωπαίοι διανοούμενοι, που είχαν έλθει στην Ελλάδα πέρασαν απο τον Πλάτανο, να απολαύσουν την ηθική μαγεία και τις γεύσεις του. Ανάμεσα σ΄αυτούς ο Χένρι Μίλλερ, ο Φίλιπ Σέρραρντ, ο Λώρενς Ντάρρελ, ο Ρεξ Γουόρνερ, ο Πάτρικ Λη Φέρμορ κ.α. Αξίζει να σημειωθεί ακόμη ότι τα χρόνια του μεσοπολέμου η σοφίτα πάνω απο την ταβέρνα, είχε ενοικιαστεί για χρήση ατελιέ απο τον γλύπτη Φωκίωνα Ρώκ. Ενώ ακόμα και οι σπουδαίοι ζωγράφοι μας Παύλος Καλλιγάς (1883-1942) και Περικλής Βυζάντιος, χρησιμοποιούσαν τον χώρο για ατελιέ. Ο Περικλής Βυζάντιος άλλωστε είχε αποθανατίσει αυτό το ατελιέ, στον πίνακά του «Το ατελιέ» - λάδι σε μουσαμά- Πινακοθήκη Αβέρωφ.
Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Οργάνων
Ευρίσκεται επι της οδού Διογένους 1-3 και συνιστά μια απο τις πλέον αντιπροσωπευτικές πολυκατοικίες της οθωνικής περιόδου, η οποία χρονολογείται στο 1842. Το οίκημα αποτέλεσε οικία του διανοούμενου της εποχής και φιλικού συνάμα Γεωργίου Λασάνη (1793-1870). Κατά μια εκδοχή ο Λασσάνης ανέγειρε την οικοδομή με περισσευούμενα υλικά απο την ανέγερση των ανακτόρων του Όθωνα. Απεβιώνοντας κατέλειπε την περιουσία του στο δημόσιο και θέσπισε παράλληλα διαγωνισμό συγγραφής θεατρικού έργου τον «Λασάνειο». Στις μέρες μας ο χώρος ιδιοκτησίας του ελληνικού δημοσίου, φιλοξενεί το Μουσείο Λαϊκών Ελληνικών Μουσικών Οργάνων. Και ειδικώτερα τη συλλογή του Φοίβου Ανωγειαννάκη, σπουδαίου μουσικολόγου μας, η οποία αριθμεί εκατοντάδες λαϊκά μουσικά όργανα, απο τον 18-ο αιώνα μέχρι σήμερα. Τη  συλλογή δώρισε ο Ανωγειαννάκης στο ελληνικό δημόσιο το 1978. Τα εγκαίνια του Μουσείου έλαβαν χώρα το 1991. Παρέχεται δε στους επισκέπτες η δυνατότητα, όχι μόνο για θέαση των οργάνων, αλλά και της ακρόασης των ήχων τους. Προκειμένου να καλυφθούν οι στεγαστικές ανάγκες του Μουσείου, χρησιμοποιείται ένα ακόμη κτίριο του αρχοντικού Λασσάνη, εκ των στάβλων του αρχοντικού.
Λουτρό των Αέρηδων
 Ευρίσκεται επι της οδού Κυρρήστου 8 και συνιστά το μοναδικό απο τα δημόσια λουτρά της Αθήνας που διασώζεται μέχρι σήμερα.
Το λουτρό είναι γνωστό και ως Χαμάμ  του Αμπίντ Εφέντη. Χρονολογείται κατά την πρώτη οθωμανική περίοδο. Στο πέρασμα του χρόνου το λουτρό εδέχθη αρκετές αισθητικές και αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις.  Κατά την πρώτη περίοδο της δημιουργίας του ήταν μονό και περιελάμβανε δυο χώρους για χλιαρό και θερμό λουτρό, αλλά και αποδυτήρια. Άλλο χρονικό διάστημα της ημέρας χρησιμοποιούνταν για γυναίκες και άλλο για άντρες. Κατά την δεύτερη περίοδο της ανακατασκευής του περί το 1870 επεκτάθηκε σε διπλό λουτρό με αυτοδύναμες διαφορετικές εγκαταστάσεις αποδυτηρίων, χλιαρού και θερμού χώρου, για άντρες και γυναίκες. Σ΄αυτή την φάση η προθήκη του λουτρού μετασκευάστηκε σε νεοκλασική. Επίσης το λουτρό διέθετε και ατομικά λουτρά τα οποία αποκαλούνταν και ευρωπαϊκά. Κατά το διάστημα αρχές του 20-ου αιώνα έως και το 1965, λειτούργησε ως Δημοτικό Λουτρό. Το 1984 περιήλθε στην ιδιοκτησία του Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης. Το 1999 αποπερατώθηκαν οι εργασίες αποκατάστασής του και έκτοτε λειτουργεί ως Μουσείο Καθαριότητας και Καλλωπισμού του Σώματος.
Οικία Ιω. Χατζηκυριάκου
 Ευρίσκεται επι των οδών Μάρκου Αυρηλίου 1 και Κυρρήστου. Συνιστά διώροφη νεοκλασική οικία του 1843.
Ναός Αγίου Σπυρίδωνος και Αγίας Ζώνης
 Ευρίσκεται επι της οδού Λυσίου 4. Πρόκειται για τρίκλιτη καρμαροσκεπής βασιλική του 17-ου αιώνα.
Ωρολόγιον του Κυρρήστου
Ευρίσκεται ανατολικά της ρωμαϊκής αγοράς. Συνιστά ένα ξεχωριστό κτίσμα των μέσων του 1-ου αιώνα. Κατασκευή που εμπνεύστηκε και εκτέλεσε ο περίφημος αστρονόμος Ανδρόνικος απο την πόλη Κύρρο της Συρίας, ο οποίος ζούσε στην Αθήνα. Το κτίσμα είναι γνωστό και ως Πύργος των Ανέμων. Πρόκεινται για μια σύνθεση, ηλιακού ρολογιού, ανεμοδείκτη και υδραυλικού ρολογιού. Συνιστά μαρμαρόκτιστο οκτάγωνο πύργο, στην κωνική στέγη του οποίου είναι τοποθετημένος χάλκινος τρίτωνας, ο οποίος με την περιστροφή του προσδιόριζε την κατεύθυνση του ανέμου. Στον πύργο υφίστανται δυο είσοδοι με μικρά προπύλαια, μια στην ΒΔ κα μια στην ΒΑ όψη του. Στον εξωτερικό χώρο του κτίσματος υπήρχε μια δεξαμενή νερού, βάσει της οποίας λειτουργούσε το υδραυλικό ρολόι. Ενώ στο πάνω μέρος κάθε μιας εκ των οκτώ πλευρών, υπο μορφή ζωοφόρου αποτυπώνεται η εικόνα κάθε ενός εκ των οκτώ κυριοτέρων ανέμων. Παραθέτονται τα χαρακτηριστικά και αναγράφεται το όνομά του. Αυτοί είναι : ο Βορέας (βοριάς), ο Σκίρων (βορειοδυτικός), ο Ζέφυρος (δυτικός), ο Λίψ (νοτιοδυτικός), ο Νότος, ο Εύρος (νοτιοανατολικός), ο Απηλιώτης (ανατολικός) και ο Καικίας (βορειοανατολικός). Κατά τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους το κτίσμα μετασκευάστηκε σε βαπτιστήριο και μετέπειτα σε εκκλησία. Στα μεσαιωνικά χρόνια κυριάρχησε η ονομασία Αέρηδες, απο τα ανάγλυφα των οκτώ ανέμων ονόματα στην ζωοφόρο. Όνομα εξάλλου που προσεδόθη και σε ολόκληρη την περιοχή. Στα χρόνια του μεσαίωνα επίσης πίστευαν ότι ο χώρος ήταν η φυλακή ή το σχολείο του Σωκράτη. Πλήθος λαϊκών δοξασιών και μύθων συνδέθηκα απο τον λαό με το ρολόι του Κυρρήστου. Κατά τον 18-ο αιώνα το κτίσμα μεταπλάστηκε απο τους τούρκους σε τεκέ-μουσουλμανικό μοναστήρι και ήταν γνωστό ως τεκές του Μπραΐμη, αλλά και ως τεκές του Καρά Μπαμπά. Μάλιστα αποτέλεσε τον πιο σπουδαίο τεκέ για τους Τούρκους στην Αθήνα. Τον εσωτερικό του χώρο οι Τούρκοι τον είχαν αισθητικά επενδύσει  με μουσουλμανικά λατρευτικά σύμβολα. Κάθε Παρασκευή πραγματοποιούνταν ο τελετουριγικός χορός των Δερβίσιδων. Και εδώ ο Λόρδος Έλγιν προσπάθησε να κλέψει το μνημείο, μεταφέροντάς το στην Αγγλία. Πάραυτα το ανίερο σχέδιό του δεν υλοποιήθηκε, ένεκα της ισχυρής αντίστασης που προέταξαν οι Δερβίσηδες και οι Σοφτάδες του Μενδρεσέ. Κατά τα μέσα του 19-ου αιώνα, το ρολόι χρησιμοποιήθηκε και ως αποθηκευτικός χώρος αρχαιοτήτων. Όμως στο ρολόι του Κυρρήστου αίρει το όνομά της και η οδός Αιόλου κατά τα χρόνια του Όθωνος, αφού απεκαλείτο «Αιολική Οδός», δοθέντος ότι απο αυτήν ξεκινάει το σπουδαίο αυτό αρχαιολογικό-ιστορικό μνημείο. Κεντρική Βιβλιογραφία «Αθήνα» των Θ. Γιοχάλα, Τ. Καφετζάκη, εκδόσεις «Εστία» 2013. Στην 1-η φωτογραφία η νεοκλασική «Οικία Παπαρρηγοπούλου» επι της οδού Κυδαθηναίων, στην 2-η φωτογραφία η πρωτοπόρος αγωνίστρια της δημοκρατίας Καλλιόπη Σπ. Παπαλεξοπούλου, στην 3-η το «Μνημείο του Λυσικράτους», στην 4-η ο Άγιος Νικόλαος ο Ραγκαβάς επι των οδών Πρυτανείου και Επιχάρμου, στην 5-η ο έξοχος για το ορθόδοξο ήθος τους Άγιος Νικόλαος ο Πλανάς, που διέλαμψε στις εκκλησίες του Αγίου Δημητρίου του Λουμπαρδιάρη και του Αγίου Ελισσαίου, στην 6-η ιστορική συνοικία των «Αναφιώτικων» που χτίστηκαν απο τους μετανάστες χτιστάδες της Ανάφης στις αρχές του 19-ου αιώνα, στην 7-η η περίφημη «Οικία Κλεάνθους» που στέγασε στα 1837 το πρώτο ελληνικό «Πανεπιστήμιο του Όθωνος» και στην 8-η φωτογραφία το περίφημο «Ωρολόγιον της Κηρρύστου» ή  «Πύργος των Ανέμων» κατά την μεσαιωνική του ονομασία. Το παρόν κείμενο είναι απόσπασμα απο το υπο έκδοση σε λίγες μέρες βιβλίο μου "ΑΘΗΝΑ, ζαφειρόπετρα....", όπου επιχειρεί μια πανοραμική κάτοψη στην πολιτισμική-αρχιτεκτονική-κοινωνική ταυτότητα της Αθήνας μας, ενώ παρουσιάζει στο πρώτο μέρος του, όλους τους διατελέσαντες Δημάρχους της Αθήνας, απο το 1830 μέχρι σήμερα.
*Ο συγγραφέας, M.Sc Δ/χος Μηχανικός Ε.Μ.Π., Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι υποψήφιος Δημοτικός Σύμβουλος Αθηναίων, με τον κ-ο Άρη Σπηλιωτόπουλο, "ΑΘΗΝΑ ΜΠΟΡΕΙΣ".
www.panosavramopoulos.blogspot.gr ,.-
 
 ***  Πλάκα Μέρος Β΄ (Ιστορική αναδρομή στην Αθήνα μας)
Πλάκα Μέρος Β΄ (Ιστορική αναδρομή στην Αθήνα μας)
Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος
Μενδρεσές
Αποτέλεσε ένα πρώιμο θα λέγαμε πανεπιστήμιο των Τούρκων στα χρόνια της οθωμανικής δουλείας. Ευρίσκετο στην συμβολή των οδών Αιόλου και Πελοπίδα και συνεστήθη το 1721 απο τον Μεχμέτ Φαχρή. Στο Μενδρεσέ διδάσκονταν φιλολογία, θεολογία και φιλοσοφία τουρκική, αραβική και περσική. Είχε χαρακτήρα εκείνη την περίοδο σπουδαστηρίου και σ΄αυτό έμπαιναν οικότροφοι φοιτητές που αποκαλούνταν «Σοφτάδες». Την δαπάνη την φοίτησης ανελάμβανε το τουρκικό κράτος και με την αποπεράτωση των σπουδών τους οι Σοφτάδες, ένεκα της υψηλής τους μόρφωσης ανελάμβαναν  υψηλά αξιώματα στο τουρκικό δημόσιο. Με αυτές τις δυνατότητες λοιπόν ικανοποιούσε τις σπουδαστικές ανάγκες των Μουσουλμάνων που ήταν στην Αθήνα και εξ αυτού του λόγου η ζήτηση για φοίτηση σ΄αυτόν ήταν μεγάλη. Ως πρός την αρχιτεκτονική το δομή ο Μενδρεσές ήταν ένα τετράγωνο κτίριο και αποτελούνταν απο τον χώρο των μαθημάτων-σπουδαστήριο, τα δωμάτια παραμονής των φοιτητών των αύλειο χώρο και τους κοινόχρηστούς χώρους. Όμως στον χώρο συγκεντρώνονταν και οι οθωμανικές τοπικές αρχές για να συζητήσουν τα προβήματα που αφορούσαν την Αθήνα.Και σε μια απο αυτές τις συνάξεις τους τον Απρίλιο του 1821 και ενώ είχε εκσπάσει η επανάσταση στην Πελοπόννησο, οι Τούρκοι προύχοντες συμφώνησαν να δολοφονήσουν όλους τους έλληνες χριστιανούς. Η τραγική αυτή εξέλιξη για τους έλληνες, απετράπη χάρις στην σωστική παρέμβαση του Χαλίλ Εφέντη. Αφότου έλαβε χώρα η ελληνική επανάσταση ο Μενδρεσές σταμάτησε να λειτουργεί και ερημώθηκε. Στα απελευθερωτικά χρόνια της οθωνικής περιόδου το κτίριο ανακατασκευάστηκε σε μελέετη του Χρ. Χάνσεν και έγινε φυλακή, ενώ λίγο αργότερα το 1850 απέκτησε και δεύτερο όροφο. Ως φυλακή ο Μενδρεσές υποδέχτηκε  θρυλικούς ληστές της εποχής, ποινικούς υπόδικους, αλλά και πολιτικούς κρατουμένους, που αντετάσσοντο σθεναρά στην βασιλεία του Όθωνα. Με το που έκσπασε το κίνημα της 3-ης Σεπτεμβρίου υπο τον συνταγματάρχη Καλλέργη  το 1843, απελευθερώθηκαν οι φυλακισμένοι. Ο πιο επώνυμος απο τους πολιτικά αντιφρούνούντες φυλακισμένους, ήταν ο στρατηγός Ιωάννης Μακρυγιάννης, που απο το 1852 είχε καταδικαστεί για συνωμοσία εναντίον του Όθωνα. Αλλά στα 1861 στον Μενδρεσέ φυλακίστηκε ο αισθαντικός μας ποιητής Αχιλλέας Παράσχος (1838-1895). Χαρακτήρα φυλακής θα έχει ο Μενδρεσές μέχρι και τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Γεωργίου του Α΄. Όμως ο θρύλος σαν φυλακή Μενδρεσέ που εθεωρείτο σύμβολο θανάτου για όσους καταδικάζονταν, συνδέθηκε και με μια παροιμώδη φτάση της λαϊκής μας θυμοσοφίας, που χρησιμοποιήθηκε ευρέως στς μέρες μας. Στην αυλή της φυλακής λοιπόν υπήρχε ένας πλάτανος, τον οποίον θρυλείται ότι είχε φυτέψει ο περίφημος ληστής Μπιμπίσης – μαζί με τον Καραθανάση και τον Γιαγκούλα κ.α. θεωρούνταν φόβος και τρόμος της εποχής  στην ληστεία – στον οποίο  πλάτανο γίνονταν ο απαγονισμός των καταδικασθέντων. Το αλγεινό αυτό γεγονός κατέστησε τον πλάτανο απεχθές σύμβολο θανάτου.Και έτσι όσοι κρατούμενοι είχαν την θεία τύχη να αποφυλαλιστούν, έλεγαν χαρακτηριστικά «Χαιρέτα μου τον πλάτανο». Όμως και του ιδίου του πλατάνου η μοίρα υπήρξε τραγική !!! Κατεστράφη απο έναν κεραυνό. Ενώ και του Μενδρεσέ το μέλλον προδιαγράφεται ζοφερό. Ήδη απο τις πρώτες μεταπελευθερωτικές δεκεατίες ακούγονταν γνώμες κατεδάφισης του κτιρίου, προκειμένου να γίνουν αρχαιολογικές ανασκαφές. Ενώ υπήρχαν και σοβαρές απόψεις της εποχής, ότι κάτω απο τα κελιά του Μενδρεσέ οι Τούρκοι είχαν κρύψει χρυσάφι, που βεβαίως κινητροδοτούσαν τις προθέσεις κατεδάφισης. Τελικά το 1914 ο ιστορικός Μενδρεσές κατεδαφίστηκε.
Ταξιάρχες – Παναγία Γρηγορούσα
 Συνιστά ναό του 19-ου αιώνα, 1872 και ευρίσκεται επι των οδών Ταξιάρχου και Δεξίππου. Ως πρός την δομή του είναι εγγεγραμμένος με τρούλο και αποτελεί ουσιαστικά προέκταση προϋφιστάμενου ναού του 12 αιώνα των Ταξιαρχών του Σταροπάζαρου, επιφέροντας καθολική αλλαγή στην δομή του. Στο εσωτερικό του ναού υφίστανται τοιχογραφίες  του Δημητρίου Πελεκάση (1881-1973). Με την έλευση όμως των ξεριζωμένων μικρασιατών προσφύγων το ΄22, μεταφέρθηκε  απο αυτούς στο ναό η Παναγία η Γρηγορούσα και έτσι αφιερώθηκε η εκκλησία στην Παναγία.
Φετιχιέ Τζαμί
 Ευρίσκεται επι των οδών Πανός και Πελοπίδα και φέρει και τα ονόματα «Τζαμί του Πορθητή» ή «Τζαμί του Σταροπάζαρου». Ανηγέρθη στην Αθήνα το 1458 προκειμένου να αποδοθούν τιμές στην άφιξη του Μωάμεθ του Πορθητή στην πόλη. Και για το σκοπό αυτό τότε έγινε στο τζαμί μεγαλοπρεπής εορτή. Το Φετιχιέ Τζαμί αποτέλεσε το πρώτο μουσουλμανικό τέμενος που οικοδομήθηκε στην Αθήνα, αφότου κατελήφθη η πόλη απο τους Τούρκους, αλλά και το μεγαλύτερο συνάμα σε έκταση. Κατά τον σπουδαίο μας Αθηναιογράφο Δημήτριο Καμπούρογλου, το Φετιχιέ Τζαμί ήταν εκκλησία που μετασκευάστηκε σε Τζαμί. Στα χρόνια (1687-1688) το τζαμί μετετράπη σε εκκλησία καθολική του Αγίου Διονυσίου. Και σ΄αυτήν μάλιστα θριαμβευτικά εορτάστηκε η κατάληψη της πόλης απο τον Μοροζίνι το 1687. Στα 1824 και αφότου είχε απελευθερωθεί η Αθήνα το τζαμί αποτέλεσε αλληλοδιδακτικό σχολείο της φιλομούσου εταιρείας. Ο μοναρές του τζαμιού κατεστράφη περίπου στα χρόνια της επανάστασης. Αφότου απελευθερώθηκε η Ελλάδα απο τους Τούρκους, το τζαμί πέρασε στην διαχείριση του στρατού και χρησιμοποιήθηκε ως στρατώνας, στρατιωτική φυλακή, στρατιωτικός φούρνος, αποθήκη σίτου, αλλά και ως χώρος φύλαξης αρχαιοτήτων. Τώρα το Φετιχιέ τζαμί υπάγεται στην αρχαιολογική υπηρεσία.
Ρωμαϊκή αγορά
Οριοθετείται χωροταξικά απο τις οδούς Μάρκου Αυρηλίου, Πελοπίδα, Πανός, Πολυγνώτου, Επαμεινώνδα και Διοσκούρων. Η Ρωμαϊκή Αγορά οικοδομήθηκε απο τους Ιούλιο Καίσαρα, Οκταβιανό Αύγουστο τον 1-ο αιώνα π.Χ. και ολοκληρώθηκε το 10 π.Χ. Στους κλασικούς χρόνους η αγορά είχε δεχθεί την επίθεση του Σύλλα και εν συνεχεία ακολούθησε η οικοδόμηση του Ωδείου του Αγρίππα, που κατέλαβε σημαντική έκταση και επομένως μείωσε ζωτικά τον προσφερόμενο χώρο για καταστήματα. Εκ των πραγμάτων δημιουργήθηκε μια δεύτερη αγορά αποκαλούμενη ρωμαϊκή αγορά. Κοινό σημείο των δυο αγορών είναι ο πλακόστρωτος δρόμος. Ως πρός την δομή της η ρωμαϊκή αγορά, συνίστατο σε έναν μεγάλο ορθογώνιο χώρο με αίθριο περιμετρικά του οποίου υπήρχαν στοές με καταστήματα. Το οικοδόμημα διέθετε δυο εισόδους μια στην ανατολική και μια στην δυτική με μικρά προπύλαια.  Τύχη αγαθή διασώεται το δυτικό προπύλαιο με τέσσερις δωρικούς κίονες. Επι τω οποίων εδράζεται θρίγκος με αέτωμα. Στο επιστύλιο υφίσταται επιγραφή φέρουσα τα ονόματα των δωρητών Ιουλίου Καίσαρα και Οκταβιανου Αυγούστου. Υπήρχαν ακόμα τρείς είσοδοι εκ των οποίων η μεσαία ήταν για την διέλευση των αρμάτων. Και φέρει το όνομα πύλη της Αρχηγέτιδος Αθηνάς, ή Παζαρόπορτα στους μεσαιωνικούς χρόνους, δοθέντος ότι στον χώρο αυτό κάθε χρόνο ελάμβανε χώρα το παζάρι λαδιού, σιταριού, κ.λ.π. Στην ανατολική πλευρά της Ρωμαϊκής Αγοράς, υπάρχει κτίριο του 1-ου π.Χ. αιώνα που πιθανώς να ήταν το Αγορανομείο. Ακόμα επι της ιδίας φαίνοντα τα ερείπια των Βεσπασιανών, δηλαδή των δημοσίων αποχωρητηρίων του 2-ου μ.Χ. αιώνα. Προφανώς φέρουν το όνομα τυου αυτοκράτορος Βεσπασιανού, μιας και αυτός πρώτος κατασκεύασε δημόσια αποχωρητήρια.
Την περίοδο της οθωμανικής δουλείας η Ρωμαϊκή αγορά αποτελούσε το επίκεντρο της κοινωνικής ζωής, δοθέντος ότι πλησίον της ευρίσκονταν σημαντικά δημόσια κτίρια, αλλά και οικίες παράλληλα. Στο οικοδομικό όριο της δεξιάς πλευράς της πύλης της Αρχηγέτιδας Αθηνάς, ευρίσκονταν γκρεμισμένη η μεσαιωνική εκκλησία της Αγ. Σωτείρας της Παζαρόπορτας. Στον ίδιο χώρο ήταν και η εκκλησία των Ταξιαρχών του Σταροπάζαρου, κτίσμα του 12-ου αιώνα, αλλά και μια ακόμα εκκλησία βυζαντινή της ιδίας περιόδου 11-ος-12-ος αιώνας του Προφήτη Ηλία του Σταροπάζαρου, γκρεμισμένη απο τα μέσα του 19-ου αιώνα. Στα μεταπελευθερωτικά απο τους Τούρκους χρόνια και οι δυο εκκλησίες χρησιμοποιήθηκαν ως νοσοκομεία. Επι της εισόδου του Σταροπάζαρου υφίστατο μια απο τις δημόσιες βρύσες της Αθήνας αποκαλούμενη βρύση του Σταροπάζαρου ή του Αγά. Αφότου έλαβε χώρα η μικρασιατική τραγωδία, οι δυστυχείς πρόσφυγες που συνέρρεαν κατά κύμματα στην Αθήνα, πλησίον της ρωμαϊκής αγοράς είχαν στήσει πρόχειρα καταλύμματα, τα οποία γκρεμίστηκαν το 1931 στο πλαίσιο των ανασκαφών. Ακόμα στον ευρύτερο χώρο της ρωμαϊκής αγοράς, βρισκόταν το λουτρό του σταροπάζαρου η Ουλά Μπέη. Στα χρόνια του Όθωνα το λουτρό χρησιμοποιήθηκε ως ααποθηκευτικός χώρος της δημόσιας βιβλιοθήκης. Αφότου ξεκίνησαν οι ανασκαφές γκρεμίσθηκε και το λουτρό.
Οδός Διοσκούρων
 Επι της οδού Διοσκούρων και στο νούμερο 17, υφίσταται οικία της οθωνικής περιόδου, οικοδομηθείσα την δεκαετία του 1830, η οποία εκτιμάται ότι αποτέλεσε τα γραφεία του βασιλιά Όθωνα. Ακόμα υφίστανται και δυο μικροί ναΐσκοι. Ο ναός της Αγίας Άννας της μεταβυζαντινής περιόδου επανοικοδομημένος και ο ναός της Αγίας Παρασκευής, επι της Διοσκούρων 6 στον αύλειο χώρο ενός σπιτιού. Η Αγία Παρασκευή ανήκει στους Παλαιοημερολογίτες. Στον χώρο της Αγίας Παρασκευής μεταφέθηκαν εικόνες και εκκλησιαστικά σκεύη, απο τον γκρεμισμένο επίσης παλαιοημερολογίτικο ναό του Αγίου Αθανασίου στη Βλασσαρού.
Ίδρυμα Μελίνα Μερκούρη
 Επί της οδού Πολυγνώτου 9-11 υφίσταται νεοκλασικό κτίριο το οποίο φιλοξενεί το ίδρυμα Μελίνας Μερκούρη.
Σπίτι Στρατηγού Κωλέττη
 Ευρίσκεται επι της οδού Πολυγνώτου 13. Συνιστά διώροφο επιβλητικό αρχοντικό που χρονολογείται στα μέσα του 19-ου αιώνα. Ιδιαίτερο στοιχείο της αρχιτεκτονικής αισθητικής της οικίας, είναι τα αετώματα είνα το αέτωμα με τα αγαλματίδια που φέρει στην κόγχη. Κατά τον σπουδαίο μας αθηναιογράφο Δημήτριο Καμπούρογλου, η οικία ανήκε στον γιατρό Κωνσταντίνο Ζωγράφο 1796-1856. Σύμφωνα όμως με την εκδοχή του Κ. Μπίρη οικοδομήθηκε το 1870 ως κατοικία του Νομομηχανικού Αντ. Μαναράκη. Το οίκημα είναι γνωστό ως «Το οίκημα του στρατηγού Κωλέττη». Υπάγεται στην ιδιοκτησία του Υπουργείου Πολιτισμού. Ευρίσκεται στο στάδιο της ανακαίνισης προκειμένου να στεγαστεί το Μουσείο Κωνσταντίνου Καβάφη (1863-1933), στο οποίο θα εκτίθενται χειρόγραφα, βιβλία και προσωπικά αντικείμενα του παγκοσμίου κύρους έλληνα ποιητή.
Αρχαία Αγορά
Η αρχαία αγορά οριοθετείται χωροταξικά απο τους λόφους του Αρείου Πάγου, του Αγοραίου Κολωνού και τον Ηριδανό ποταμό. Και εκτείνεται στο Β.Δ, μέρος της Ακρόπολεως. Στην αρχαία αγορά μπορεί κανείς να μπεί απο την κυρία είσοδο Βορείως, απο μια δεύτερη είσοδο που υφίσταται πλησίον του Αρείου Πάγου, αλλά και απο μια Τρίτη είσοδο απο την οδό Αποστόλου Παύλου. Στους αρχαίους χρόνους η αγορά συνιστούσε το κέντρο της πολιτικής και κοινωνικής εκπόρευσης της αθήνας, της θρησκευτικής λατρείας, αλλά και της οικονομικής ακόμα ζωής. Στον οικείο χώρο της Αγοράς προσέρχονταν οι πολίτες για να αποτανθούν στους πολιτικούς άρχοντες, να διεκπεραιώσουν τις οικονομικές τους συναλλαγές, αλλά και για να έχουν ενεργό ανάμειξη στην κοινωνική ζωή της πόλης. Ως πρός την αρχιτεκτονική του διαμόρφωση ο χώρος της αγοράς παρουσίαζε μια συνεχή ιστορική πορεία, με αρχή τους νεολιθικούς χρόνους και πέρας την περίοδο του μεσοπολέμου.Κατά τα χρόνια της νεολιθικής εποχής και της εποχής του χαλκού, κάνουν την εμφάνισή τους οι πρώτες κατοικίες, οι οποίες προϊόντος του χρόνου αυξάνονται σημαντικά. Στον 6-ο π.Χ. αιώνα στα χρόνια του Σόλωνος η αγορά άρχισε να προσλαμβάνει την μορφή διοικητικού κέντρου δοθέντος, ότι οικοδομήθηκαν εκεί τα πρώτα δημόσια κτίρια, τα οποία και ισοπεδώθηκαν με την εισβολή των Περσών το 480-479 π.Χ. Μετά τους περισικούς πολέμους τα κατεστραφέντα κτίρια επανοικοδομήθησαν και ανηγέρθηκαν και καινούρια κρατώντας τον εσωτερικό χώρο ελεύθερο. Μέσω της αγοράς διήρχετο η οδός των Παναθηναίων, η οποία απο το δίπυλο έφθανε στην Ακρόπολη.Την ίδια επίσης διαδρομή περνούσε και η πομπή των Παναθηναίων. Και εξ αυτού του λόγου καθοδόν στην διαδρομή κατασκευάστηκαν ξύλινες κερκίδες, ώστε να μπορούν οι θεατές να παρακολουθούν τις εκδηλώσεις. Το 86 π.Χ.  αποτέλεσε ένα σημαντικό ιστορικό γεγονός ορόσημο για την Αγορά.Υπέστη την ισοπεδωτική επιδρομή του Σύλλα, που στην κυρολεξία την κατέστρεψε. Τον 2-0 μ.Χ.αιώνα η Αγορά γνώρισε και πάλι μεγάλη οικοδομική άνθηση. Για να υποστεί μια ακόμη βάραβη επιδρομή τώρα των Ερούλων, η οποία συντέλεσε στην απερήμωσή της. Η πλειονότητα των οικοδομημάτων καταστράφηκε απο τους Ερούλους και το οικοδομικό τους υλικό χρησιμοποοιήθηκε στην δημιουργία του υστερορωμαϊκού τείχους. Όμως έναν αιώνα – τον 4-ο περίπου αιώνα – αργότερα, η αγορά θα γνωρίσει και πάλι οικοδομική άνθηση και κοινωνική ανάπτυξη. Αποκαταστάθηκαν στατικά κάποια απο τα παλιά κτίρια όπως το Μητρώο και ο Θόλος και οικοδομήθηκαν παράλληλα ιδωιτικές οικίες στο νότιο τμήμα της. Αφότου έλαβε χώρα η βάρβαρη εισβολή των Σλάβων στο πέρας του 6-ου αιώνα, η Αγορά ερήμωσε και επιχωματώθηκε. Γύρω στον 10-ο αιώνα η Αγορά ξανακατοικείται και πάλι για να υποστεί το 1203 μια ακόμα βάρβαρη επιδρομή, που θα την οδηγήσει στον θάνατο και την ερήμωση για τέσσερις αιώνες. Επανοικοδομήθηκε στα χρόνια της ελληνικής επανάστασης το 1821, αλλά υπέστη πάλι σημαντικές καταστροφές, κατά την δεύτερη πολιορκία της Ακροπόλεως. Αφότου η Αθήνα εχρήσθη προωτεύουσα του ελληνικού κράτους, η Αγορά ανοικοδομήθηκε και πάλι. Ανασκαφικές εργασίες στον χώρο της αγοράς έλαβαν χώρα τα χρόνια 1859-62 απο την αρχαιολογική εταιρεία, που συνεχίστηκαν μέχρι την έλευση του 20-ου αιώνα. Την περίοδο 1890-1891 οπότε και διενεργήθηκε η διάνοιξη τω γραμμών του ηλεκτρικού σιδηρόδρομου Αθηνών-Πειραιώς απεκαλύφθησαν αρχαιότητες. Στα 1931 η Αμερικάνικη Αρχαιολογική Σχολή επιχείρησε ανασκαφές. Στα πλαίσια της φυσικής ανάδειξης του χώρου, δόθηκε έμφαση σε στοιχεία του πρασίνου που παρέπεμπαν περιαλλοντικά στην αρχαία φυσιογνωμία της Αγοράς. Με την κήρυξη του πολέμου το 1940 οι ανασκαφές διεκόπησαν και επανεκίνηησαν στα έτη 1946-1960. Μερικά απο τα πιο σημαντικά κτίρια της αγοράς είναι τα παρακάτω :
Ναός του Ηφαίστου - Θησείο
 Ο ναός του Ηφαίστου γνωστός και ως Θησείο υφίστασται στην δυτική πλευρά της αγοράς στην κορφή του αγοραίου Κολωνού –έφερε το όνομα αγοραίος επειδή ευρίσκονταν στον χώρο της αγοράς. Κατά τις εκτιμήσεις των αρχαιολόγων ο ναός του Ηφαίστου θεωρείται το καλύτερα διατηρημένο αρχαίο μνημείο στην Ελλάδα. Συνιστά  ναό δωρικό περίπτερο με 6 κίονες στις στενές πλευρές του και 13 στις μακρυνές πλευρές του. Χρονολογείται ο ναός στο δεύτερο μισό του 5-ου π.Χ. αιώνα. Ο ναός είχε αφιερωθεί στον Ήφαιστο και την Αθηνά που θεωρούντο προστάτες των τεχνιτών. Εξαίσιος και ο διάκοσμος του ναού. Μερικές μετόπες των μακρυνών πλευρών του ναού, διακοσμούνται με τους άθλους του Θησέως – και εξ αυτού του λόγου ομομάζεται Θησείο αν και η ορθή του ονομασία θα ήταν Ηφαιστείο.Στην αντολική πρόσοψη παρατίθενται γλυπτικά οι άθλοι του Ηρακλέους και στην ζωοφόρο πολεμικές παραστάσεις. Κατά τον 3-ο π.Χ. αιώνα περιμετρικά του ναού υφίστατο άλσος. Εντός του σηκού υφίστατο τα αγάλματα του Ηφαίστου και της Αθηνάς Εργάνης. Με την βάρβαρη επιδρομή των Ερούλων ο ναός υπέστη σοβαρές βλάβες.Στα βυζαντινά χρόνια ο ναός του Ηφαίστου μετατράπηκε σε μονόκλιτη βασιλική εκκλησία πρός τιμήν του Αγίου Γεωργίου. Στα χρόνια της οθωμανικής δουλείας οι Αθηναίοι με εμφανή διάθεση χιούμορ, χαρακτήριζαν τον άγιο «Ακαμάτη»= τεμπέλη, δοθέντος ότι η εκκλησία λειτουργούσε μόνο την ημέρα του Αγίου Γεωργίου, αφού οι Τούρκοι απαγόρευαν αυστηρά την λειτουργία τις επόμενες μέρες του χρόνου. Έτσι κατ΄εξαίρεση μόνον την ημέρα του Αγιου Γεωργίου, ο φρούραρχος της Ακρόπολης, έδινε την άδεια λειτουργίας, λαμβάνοντας βεβαίως και το ανάλογο αντάλλαγμα για την παραχώρηση !!! Ωστόσο υπάρχουν και άλλες ερμηνείες  για την ονομασία αυτή. Με βάση τον Θ.Ν. Φιλαδελφέα το «Ακάμας» συναρτάται με την Ακαμαντίδα φυλή. Ενώ με βάση άλλη εκδοχή  η ονομασία ακαμάτης, εκπηγάζει απο την εσφαλμένη μετατροπή του «Ακαμάτου» Θησέως σε «Ακαμάτην». Στα χρόνια της τουρκοκρατίας η εκκλησία ήταν γνωστή και με το όνομα «τριαντά δυο κολώνες» αν και διαθέτει 34. Στα 1660 ο ναός του Ηφαίστου κινδύνευσε να κατεδαφιστεί η να μετατραπεί σε τζαμί, οδυνηρό ενδεχόμενο που απετράπη με ειδικό για τον σκοπό αυτό φιρμάνι. Σημειώνουμε ακόμα ότι το ένα εκ των δυο λιονταριών που έκλεψε ο  Μοροζίνι αποχωρώντας απο την Αθήνα, βρισκόταν πλησίον του Θησείου. Το δε δεύτερο λιοντάρι ευρίσκετο στον Πειραιά. Πάνω στους κίονες του ναού, είναι χαραγμένες επιγραφές, που ιστορούν μείζονα γεγονότα απο την ιστορία της πόλης –Λίθινο χρονικό. Ωστόσο είναι εγχαραγμένα και τα ονόματα ξένων και ελλήνων περιηγητών, που θέλησαν να αποτυπώσουν για πάντα την επίσκωψή τους στο μνημείο.  Έως και το 1834 ο  χώρος του Θησείου αποτέλεσε κοιμητήριο των διαμαρτυρομένων της πόλης κατά βάση των περιηγητών. Δοθέντος ότι με τις ανασκαφές ανακαλύφθησαν και πολλοί τάφοι, προσεδόθη στο χώρο ο χαρακτηρισμός «μεγάλο μαυσωλείο των βρετανών περιηγητών». Στο εσωτερικό του ναού υφίστανται επιγραφές με λατινικούς χαρακτήρες εγχαραγμένοι στο μάρμαρο αφιερωμένες σ΄αυτούς. Μεταξύ αυτών και το όνομα του αγαπητού στην αθηναϊκή κοινωνία Άγγλου περιηγητή, αρχαιολόγου και ζωγράφου φιλέλληνα Τζών Τουέντελ (John Twedel. 1769-1799). Ο Τουέντελ με ξεχωριστό αρχαιολογικό ζήλο, είχε δημιουργήχει ένα αρχείο παραστάσεων και και σχολίων για τα αρχαία μνημεία.Το οποίο πάραυτα με τον θάνατό του εξαφανίστηκε περιέργως. Για το αρχείο αυτό είχε εκφράσει έντονο ενδιαφέρον ο Λόρδος Έλγιν και είναι πιθανό να το έκλεψε και αυτό όπως και τις Καρυάτιδες του Παρθενώνα. Μοίρα τραγική στις αρχές του 19-ου αιώνα ο ναός του Ηφαίστου υπέστη απο φυσικές καταστροφές σεισμό και κεραυνούς, μεγάλες βλάβες. Ενώ σημαντικές ήταν και οι ζημιές που υπέστη το μνημείο απο τη πολιορκία του Κιουταχή. Στα πρώτα μεταπελευθερωτικά χρόνια ο ναός του Ηφαίστου λειτούργησε και πάλι ως ναός και σ΄αυτόν διαδραματίζονταν εορτασμοί μείζονων γεγονότων, όπως το διάγγελμα του Όθωνα επι τη αποβιβάσει του στο Ναύπλιο τον Ιανουάριο του 1833, η άφιξη του βαυαρικού στρατιωτικού σώματος που θα παραλάμβανε την Ακρόπολη απο την τουρκική φρουρά, η αποχώρηση των Τούρκων τον Μάρτιο του 1833, η πρώτη επίσκεψη του Όθωνα στην Αθήνα τον Μάιο του 1833, η απόφαση τς ανακήρυξης της Αθήνας, ως πρωτεύουσας του ελληνικού κράτους τον Σεπτέμβριο του 1834, η επίσημη άφιξη του Όθωνα την 1-η Δεκεμβρίου του 1834 κ.α. Ο Όθων αφίχθη στην Αθήνα δια μέσου των οδών Πειραιώς κ,αι Ηρακλειδών και αφίππευσε στο Θησείο ναό του Αγίου Γωεωργίου. Στον αύλειο χώρο του ναού τον προσφώνησε ο δημογέροντας Γιαννάκος Βλάχος και πολύς κόσμος που είχε συρεύσει τον επευφημούσε. Η τελετή άφιξης του Όθωνα αποτέλεσε και την τελευταία τελετή που έλαβε χώρα στον ναό του Αγίου Γεωργίου.
Τόσον στα χρόνια της οθωμανικής περιόδου, όσο και κατά την απελευθέρωση ο Άγιος Γεώργιος ο Ακαμάτης, ήταν το επίκεντρο των κοινωνικών εκδηλώσεων. Στον αύλειο χώρο του ναού γίνονταν δημόσιοι χοροί οι οποίοι συνιστούσαν την βασική διασκέδαση το αθηναϊκού κοινού στα πρώτα μεταπελευθερωτικά χρόνια.Περί τα τέλη του 1834 η Ιερά Σύνοδος αποφάσισε να αφαιρεθούν τα υπάρχοντα χριστιανικά στοιχεία του ναού.Και έγιναν οι επιβαλλόμενες παρεμβάσεις ώστε να γυρίσει ο ναός στην πρωτέρα κατάσταση, τις οποίες είχε αναλάβει ο αρχιτέκτονας Εδουάρδος Σάουμπερτ.Αφότου έγιναν οι απαράιτητες αισθητικές παρεμβάσεις ο ναός του Ηφαίστου χρησιμοποοιήθηκε πλέον σαν μουσείο. Χρόνια μετά, τα εκθέματά του μεταφέρθηκαν στον χώρο του Αρχαιολογικού Μουσείου στην οδό Πτατησίων - του οποίου τα εγκαίνια έγιναν το 1889 – και μέχρι το 1935 ο χώρος του είχε χαρακτήρα αποθήκης. Αφότου έλαβε χώρα η μιρκασιατική τραγωδία περιμετρικά του Θησείου δημιουργήθηκε πρόχειρος καταυλισμός προσφύγων. Και λίγο αργότερα ο καταυλισμός κατέστη προσφυγική συνοικία πλησίον της σιδηροδρομικής γραμμής και της γειτονιάς του Αγίου Φιλίππου. Όμως η αρχαιολογική σκαπάνη γκρέμισε τις παράγκες του συνοικισμού. Δεν άφησαν ανέπαφο τον χώρο του μνημείου τα τραγικά γεγονότα των Δεκεμβριανών, όπου ο χώρος έγινε σκηνικό πολέμου, μεταξύ των αντιμαχομένων πλευρών. Στην δυτική πλευρά της Αγοράς υφίσταντο σημαντικά κτίρια όπως η Βασίλειος στοά – οικοδομήματα του 6-ου αιώνα π.Χ.- που αποτελούσε την έδρα του βασιλέως και στην οποία κοινοποιούνταν οι νόμοι της πόλης. Στο χώρο αυτό ακόμη διενεργήθηκε η δίκη του Σωκράτους  το 399 π.Χ. Η στοά του «Ελευθερίου Διός» του 5-ου π.χ. αιώνος επενδυμένη αισθητικά με τοιχογραφίες, αποτέλεσε χώρο κοινωνικών επαφών και χώρο επίσης συνάντησης των φιλοσόφων. Ακόμα μικροί ναΐσκοι  του 4-ου π.Χ. του Απόλλωνος Πατρώου και του Διός και της Αθηνάς Φρατρίας. Επίσης το Μητρώον, το ιερό της Ρέας της μητέρας των θεών, οικοδόμημα του 2-ου π.Χ. αιώνος, που αποτέλεσε χώρο διαφύλαξης των κρατικών εγγράφων, φιλοξενώντας ακόμα και το Ληξιαρχείο, για τούτο και ο όρος Μητρώο Αρρένων, το Μνημείο των Επωνύμων Ηρώων που είχε χαρακτήρα πίνακα δημοσίων ανακοινώσεων και το νέο βουλευτήριο οικοδόμημα του τέλους του 5-ου π.X. αιώνα που υπεκατέστησε το παλαιό Βουλευτήριο τέλη του 6-ου π.Χ. αιώνα. Φιλοξενούσε την Βουλή των 500, η Θολός που αποτελούσε κυκλικό κτίριο με κωνική στέγη του 5-ου αιώνα π.Χ. η οποία υπεκατέστησε αρχαιότερο το οποίο είχε καταστραφεί απο τους Πέρσες. Συνιστούσε την έδρα των Πρυτάνεων. Στην νότια πλευρά στις παρυφές του Αρείου Πάγου υφίσταντο οι κρήνες της αγοράς (παλαιότερη νοτιονατολική του 6-ου αιώνα και η νεότερη νοτιοδυτική του 4-ου αι, η Νότια Στοά Ι του 5-ου π.Χ, αιώνα με εμπορικά χρακτηριστικά, η οποία υπεκατάστάθη τον 2-ο π.Χ. αιώνα απο την Νότια Στοά ΙΙ, το Νομισματοκοπείο παράπλευρα στην ΝΑ κρήνη, οικοδόμημα του 5-ου- αρχών 4-ου αι. Η Μεσαία Στοά του 2-ου αι π.Χ. η οποία συνιστούσε το μεγαλύτερο κτίριο της αγοράς. Στο πέρας της οδού Πολυγνώτου, η οποία συνιστούσε μετέπειτα την συνοικία «Βρυσάκι» υφίσταται ο ναός των Αγίων Αποστόλων του Σολάκη. Αποτελεί έναν απο τους αρχαιότερους ναούς των Αθηνών του 11-ου αιώνος και ως πρός την αρχιτεκκτονική του είναι σταυροειδής εγγεγραμμένος με τρούλο. Επί της ιδίας θέσης υπήρχε το Νυμφαίο του 2-ου μ.Χ. Ο χαρακτηρισμός Σολάκη αίρει την καταγωγή του πιθανόν στην οικογογένεια στην οποία ανήκε. Πλησίον του ναού υφίστατο μια απο τις βρύσες της Αθήνας, η βρύση του Σολάκη. Κατά την δεκαετία του 1950 αφότου έγιναν αισθητικές παρεμβάσεις απο την Αμερικάνικη Σχολή Κλασικών Σπουδών, αλλά και στατική στήριξη του ναού, επανήλθε στην αρχική του μορφή. Στο κέντρο της Αγοράς υπήρχε η περίφμη «Ορχήστρα» στην οποία δίνονταν οι πρώτες δραματικές παραστάσεις πρίν την μεταφορά τους στον θέατρο του Διονύσου. Στο μπροστινό μέρος της Ορχήστρας ήταν τοποθετημένα ξύλινα καθίσματα για τους θεατές. Στα χρόνια που ακολούθησαν ο χώρος παρέμεινε κενός, αλλά απο τον 1-ο π.Χ. αιώνα  ξεκινούσε η ανοικοδόμησή του. Στα ίδια χρόνια στο κέντρο της Αγοράς οικοδομήθηκε το Ωδείο του Αγρίππα περί το 15 μ.Χ. Αποτέλεσε δωρεά του στρατηγού Μάρκου Βιψάνιου Αγρίππα επιφανούς στρατηγού του Αυγούστου. Το Ωδείο χρησιμοποιείτο κατά κόρον για μουσικές εκδηλώσεις και ήταν χωρητικότητας περίπου χιλίων θέσεων. Κατά τα μέσα του 2-ου μ.Χ. αιώνα η στέγη του Ωδείου κατάρρευσε, αποκαταστάθηκε και άλλαξε συνάμα και χρήση. Η μπροστινή στοά εδράζονταν σε έξι κολοσιαίες μορφές Τριτώνων και Γιγάντων. Και χρησιμοποιούνταν για την υλοποίηση διαλέξεων. Ισοπεδώθηκε με την βάρβαρη επιδρομή των Ερούλων. Τέσσσερις εξ αυτών των μορφών χρησιμοποιήθηκαν στην μπροστινή όψη Γυμνασίου, που οικοδομήθηκε στον ίδιο χώρο το 400 μ.Χ. Στις μέρες μας διασώζονται τρείς απο αυτές.
Στην ανατολική πλευρά της Αγοράς διασώζονται τμήματα του υστερορωμαϊκού τείχους 3-ος μ.Χ. αι. Στον χώρο αυτό υπάρχουν : Η βιλιοθήκη του Πανταίνου – αποτέλεσε την πρώτη συγκροτημένη βιβλιοθήκη της αρχαιότητας – και η Στοά του Ατάλλου η οποία έχει αναστηλωθεί. Συνίσταται σε μαρμάρινη διώροφη Στοά που αποτελεί ένα απο τα σπουδαιότερα μνημεία των ελληνιστικών χρόνων. Οικοδομήθηκε τον 2-ο π.Χ. αι απο τον βασιλιά της Περγάμου Άταλλο Β΄(159-138) ως δώρο στην πόλη, δοθέντος ότι είχε σπουδάσει στην Αθήνα. Ήταν μια πολυέξοδη και μεγαλοπρεπής κατασκευή για την εποχή της. Η στοά είχε μήκος 116 μ. και υποδέχονταν 21 διαφορετικές χρήσεις, κατά βάση καταστήματα σε κάθε της όροφο. Τα καταστήματα παραχωρούνταν απο το κράτος  σε ιδιώτες έναντι ενοικίου. Στο άκρο της στοάς υπήρχαν σκάλες που κατηύθυναν σε κάθε όροφο. Η στοά υπήρξε ιδεώδης χώρος για βόλτες και κοινωνικές συνευρέσεις. Είχε κάλυμμα για τον ήλιο και την βροχή και ήταν ο αγαπημένος χώρος των φιλοσόφων για την διδασκαλία τους. Παράλληλα υπήρξε λόγω του ύψους και της πανοραμικής της θέας, ιδεώδης χώρος για την παρακολούθηση της πομπής των Παναθηναίων. Μοίρα τραγική ισοπεδώθηκε απο την φοβερή επιδρομή των Ερούλων και εν συνεχεία αποτέλεσε μέρος του υστερωμαϊκού τείχους. Στην ΝΑ γωνία της Στοάς του Ατάλλου είχε οικοδομηθεί  τον 17-ο αιώνα η Παναγία η Πυργιώτισσα. Με την μέριμνα της Αερικάνικης Σχολής Κλασικών Σπουδών, την περίοδο 1953-56 η στοά του Αττάλου αποκαταστάθηκε αισθητικά και στατικά. Η αποκατάστασή της έγινε προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως Μουσείο της Αρχαίας Αγοράς, δοθέντος ότι οι προσπάθειες για την εξεύρεση χώρου, δεν μπορούσαν να ευοδωθούν με την διαρκή αποκάλυψη αρχαιοτήτων στον ευρύτερο χώρο. Και μπορούμε σήμερα να έχουμε με τις παρεμβάσεις που έγιναν, μια σφαιρική άποψη ενός τόσο σπουδαίου μνημείου. Στην βόρεια πλευρά της Αγοράς πλησίον του ναού του Αγίου Φιλίππου ευρίσκεται η Ποικίλη Στοά, η οποία χρονολογείται στο 460 π.Χ. Ήταν επενδυμένη αισθητικά με πίνακες ζωγραφικής και λάφυρα τα οποία είχαν αποκομίσει οι Αθηναίοι. Στον χώρο της Ποικίλης Στοάς δίδασκε Ζήνων ο Κιτιεύς απο το Κίτιο της Κύπρου και οι μαθητές του αποκλήθηκαν στωϊκοί απο την  στοά. Επίσης αναφέρουμε ότι ενδιαμέσως των μεγάλων οικοδοημημάτων της αγοράς, υφίσταντο αγάλματα και βωμοί.
Άρειος Πάγος
Στον Β.Δ χώρο της Ακροπόλεως και μέσα στον αρχαιολογικό χώρο της αγοράς ευρίσκεται ο βραχώδης λόφος του Αρείου Πάγου. Η λέξη «πάγος» σημαίνει βράχος, ενώ για το επίθετο Άρειος υπάρχουν δυο ερμηνείες. Προέρχεται είτε απο τις Άρες, θεότητες των τύψεων, που κατέτρυχαν τους δολοφόνους και είχαν το ιερό τους σε σπηλιά κάτω απο την βόρεια πλευρά του βράχου, είτε απο τον θεό Άρη, ο οποίος καταδικάστηκε, διότι φόνευσε τον Αλιρρόθιο γιο του Ποσειδώνος ή όπως αναφέρεται στον Αισχύλο, διότι εκεί θυσίααζαν σ΄ αυτόν οι Αμαζώνες. Δοθέντος όμως ότι οι θεότητες των Άρων ή Ερινύων λατρεύτηκαν πρό του Δωδεκάθεου, η πιθανότερη εκδοχή είναι αυτή της σύνδεσης του επιθέτου με τις Άρες. Στον χώρο του Άρειου Πάγου και κατά την Ορέστεια του Αισχύλου δικάστηκε ο Ορέστης για την δολοφονία της μητέρας του Κλυταιμνήστρας, αλλά αθωώθηκε τελικά με την ψήφο της Αθηνάς. Στον χώρο του Αρείου Πάγου παλιά ακόμα ελάμβανε χώρα η λατρεία του Βορέως και των Αμαζόνων. Ο χώρος του ήταν η έδρα του αριστοκρατικού συμβουλίου, που στα κλασικά χρόνια είχε δικαστικές αρμοδιότητες επι θεμάτων φόνων και εμπρησμών. Στον Άρειο Πάγο υπήρχαν δυο χαρακτηριστικοί λίθοι. Ο λίθος της «ύβρεως» ήτοι η έπαλξη του κατηγορουμένου και ο λίθος της «αναίδειας» ήτοι ή έπαλξη του κατηγόρου. Σύμφωνα με την παράδοση με την άφιξη του Αποστόλου Παύλου στην Αθήνα το 53 μ.Χ. ο απόστολος των Εθνών Παύλος, απο τον Άρειο Πάγο κήρυξε τον λόγο του Χριστού στους Αθηναίους. Στην αρχή του 17-ου αιώνα έλαβε χώρα δυνατός σεισμός, που προξένησε σοβαρές ζημιές στον βράχο.
Στην ΒΑ πλευρά του Αρείου Πάγου υφίστατο ναός στα μέσα του 16-ου αιώνος που συμπίπτει σύμφωνα με τα γραπτά κείμενα, με τον Άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη. Αποτελούσε τρίκλιτη καμαροσκεπή βασιλική πλησίον της οικίας του Αγίου Διονυσίου, σύμφωνα πάντα με την παράδοση. Πιθανόν ακόμα πλησίον της εκκλησίας να υπάρχει και η επίσκοπική κατοικία. Ιστορικές πληροφορίες αναφέρουν ότι τόσο η εκκλησία, όσο και η επισκοπική κατοικία, ισοπεδώθηκαν απο τους σεισμούς στις αρχές του 17-ου αιώνος και σκοτώθηκε ακόμα και ο ιερέας του ναού Δημήτρης Κολοκύνθης. Μέχρι και εκείνα τα χρόνια ο ναός αποτελούσε τον μητροπολιτικό ναό της Αθήνας. Ακόμα στην περιοχή του Αρείου Πάγου υφίστατο και μια απο τις βρύσες των Αθηνών, η «Βρύση της Επισκοπής» που αντλούσε νερό απο την Κλεψύδρα. ΝΑ της αγοράς και πλησίον του Ελευσίνιου ιερού της Δήμητρας και της Περσεφόνης, ενδεχομένως υφίστατο Γυμναστήριο το οποίο είχε οικοδομηθεί περί το 260 π.Χ. με έξοδα του Πτολεμαίου Φιλαδέλφου (309-246), γνωστό και ως Γυμνάσιο του Πτολεμαίου.
Η εξαφανισμένη συνοικία «Βρυσάκι»
Επρόκειτο για παλιά συνοικία της Πλάκας ανάμεσα στο Θησείο και τους Αέρηδες. Αίρει το όνομά της σε παράφραση της λέξης Ευρυσάκειο, το οποίο ήταν το ιερό του Σαλαμίνιου ήρωα και ηγέτη των εγκαταβιούντων στην Αθήνα Σαλαμινίων Ευρυσάκη, ή κατά άλλη εκδοχή απο μια μικρή μεσαιωνική πόλη. Στις μέρες μας υπάρχει μόνο η οδός Βρυσακίου απο την ομώνυμη συνοικία, οι οικίες της οποίας γκρεμίστηκαν την περίοδο 1931-1938 ένεκα της αρχαιολογικής σκαπάνης στην αγορά. Η συνοικία Βρυσάκι είχε τρείς γειτονιές : των Αγίων Αποστόλων, της Βλασσαρούς και του Αγίου Φιλίππου. Κεντρικό σημείο της συνοικίας υπήρξε η πλατεία των Αγίων Αποστόλων, στην δισταύρωση των οδών Αρείου Πάγου, Πολυγνώτου και Βουλευτηρίου. Περιμετρικά της Πλατείας υπήρχαν καφενεία, ταβέρνες, και καταστήματα. Παραθέτουμε δυο ανταγωνιστικά καφενεία, τα οποία μάλιστα εξέφραζαν και την πολιτική αντιπαράθεση των πρώτων δεκαετιών του 20-ου αιώνα. Αφενος μεν το καφενείο του Καρατζά ορμητήριο των Βενιζελικών, αφετέρου δε το καφενείο του Σοφού ορμητήριο των Βασιλικών. Σπουδαίος ναός της συνοικίας υπήρξε η Παναγία η Βλασσαρού, η οποία ήταν τρίκλιτη βασιλική του 17-ου αιώνα, αφιερωμένη στα εισόδια της Θεοτόκου και ιδιοκτησίας της επιφανούς κοινωνικά οικογένειας Βλασσαρού. Στα χρόνια του Όθωνος η εκκλησία αποτέλεσε Πρωτοδικείο το 1834 και για λίγια χρόνια αργότερα φιολοξένησε τον Άρειο Πάγο. Με την εκκίνηση των αρχαιολογικών ανασκαφών κατεδαφίστηκε. Οι κάτοικοι του Βρυσακίου ήταν περιώνυμοι για την σκωπτική τους διάθεση, η οποία αποτυπώνονταν με ευφυολογήματα και σατυρικά ποιήματα.
Οικία Φωβέλ
 Αρκετοί επώνυμοι Έλληνες και ξένοι κάτοικοι της Αθήνας, είχαν επιλέξει ως συνοικία διαμονής τους το Βρυσάκι. Μεταξύ αυτών και ο γάλλος πρόξενος στην Αθήνα Φωβέλ (Fauvel 1753-1838), ο ποίος διατηρούσε ιδιόκτηση κατοικία στο Βρυσάκι κατά τα έτη 1803-1821, οπότε και αναχώρησε για την Σμύρνη. Ο Φωβέλ υπήρξε λάτρης τρων αρχαιοτήτων και είχε δημιουργήσει μια σπάνια συλλογή αρχαιολογικών ευρημάτων εν είδει μουσείου. Μάλιστα είχε προχωρήσει και στην διενέργεια ανασκαφών, αλλά και στο εμπόριο αρχαιοτήτων, εκμεταλλευόμενος το χαλαρό καθεστώς της εποχής. Όταν έλαβαν χώρα στην Αθήνα, οι  μάχες των ελληνικών επαναστατικών δυνάμεων με τους Τούρκους, η οικία του Φωβέλ κάηκε ολοσχερώς και βεβαίως καταστράφηκε μαζί της και η σπανίας αξίας συλλογή του. Η εικόνα του Φαβέλ όπως και της οικίας του είναι αποτυπωμένες σε σημαντική λιθογραφία του L. Dupre με φόντο την Ακρόπολη.
«Αυλή των θαυμάτων»
Πρόκειται για γειτονιά που οριοθετείται απο τις οδούς Αδριανού, Βρυσακίου,  Κλάδου και Άρεως. Κατά τα πρώτα μεταπελευθερωτικά χρόνια στην γειτονιά υφίσταντο σημαντικές δημόσιες υπηρεσίες, αλλά και αστικά αρχοντικά σπίτια όπως το διώροφο της οθωνικής περιόδου (1835) επι τις οδού Κλάδου 13. Με την πάροδο του χρόνου η συνοικία έγινε πιο λαϊκή. Μεταξύ των κτιρίων της η εκκλησία του Αγίου Ελισσαίου, τα υπολείμματα του αρχοντικού Χωματιανού-Λογοθέτη, καθώς και τα θεμέλια του Αγίου Θωμά. Η γειτονιά έχει περιέλθει στην δικαιοδοσία του Υπουργείου Πολιτισμού και μέλλεται στα κτίριά της να φιλοξενηθεί το Μουσείον Τέχνης.Ο κενός χώρος του τετραγώνου αποκαλείται Πλατεία Κλάδου.
Οικία Ν. Δραγούμη
 Ευρίσκεται επι της οδού Κλάδου 8. Αποτελεί κτίριο της οθωνικής περιόδου του 1835. Και ήταν οικία-ιδιοκτησία του εκδότη Ν. Δραγούμη (1809-1879). Ο Δραγούμης υπήρξε πρωτοπόρος του εκδοτικού χώρου και δη των περιοδικών. Αποτέλεσε εκδότη του ιστορικού περιοδικού «Πανδώρα», ενώ ήταν και συγγραφέας του βιβλίου «ιστορικαί αναμνήσεις».
Ναός Αγίου Θωμά
 Ο ναός του Αγίου θωμά Βρυσακίου, όπισθεν της Στοάς του Αττάλου, ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Θωμά. Οικοδομήθηκε τον 6-ο , 7-ο αιώνα και ανακατασκευάστηκε στα χρόνια της πρώτης περιόδου της οθωμανικής δουλείας. Κατά τον 17-ο αιώνα στην θέση της εκκλησίας ανηγέρθη ναός. Η εκκλησία αυτή αποτελούσε οικογενειακή εκκλησία των Παλαιολόγων. Στα 1834 όμως η εκκλησία κατεδαφίστηκε απο τον πρίγκιπα Γεώργιο Κατακουνζηνό, στην δικαιοδοσία του οποίου υπήγετο όλη η περιοχή. Έχουν απομείνει υπολείμματα του ναού.

Παλαιά Αγορά της Αθήνας

Στα χρόνια της τουρκοκρατίας η αγορά οριοθετείτο χωροταξικά απο τη ρωμαϊκή αγορά και τον Μενδρεσέ έως την βιβλιοθήκη του Αδριανού, το Μοναστηράκι και τους πλησίον δρόμους. Συνίστατο απο το Σταροπάζαρο, το Πάνω και το Κάτω παζάρι. Αποτελούσε την καρδιά της πόλης δοθέντος ότι σ΄αυτήν ήταν συγκεντρωμένα καφενεία λουτρά, πανδοχεία, διοικητικά κτίρια της κυβέρνησης, εκκλησίες εμπορικά καταστήματα, τζαμιά αλλά και κατοικίες της κοινωνικής νομενκλατούρας της εποχής. Ως πρός την περιοδικότητα της λειτουργίας της η αγορά είχε τρείς περιόδους. Ητοι καθημερινή, ετήσια και εβομαδιαία. Όλα τα κλειδιά της εμπορικής κίνησης ήταν στα χέρια των χριστιανών. Ενώ τις δεύτερες βοηθητικές δουλειές τις ανελάμβαναν Αιθίοπες δούλοι. Στα προαπελευθερωτικά χρόνια απο την τουρκική δουλεία, αλλά και για μακρό χρονικό διάστημα μετά, η περιοχή της Αγοράς αποτελούσε την εκκίνηση των καρναβαλικών εκδηλώσεων. Στα χρόνια της επανάστασης στο παζάρι ανηρτάτο η εφημερίδα του τοίχου απο την οποία οι κάτοικοι ενημερώνονταν για τα σοβαρά και μείζονα γεγονότα της εποχής. Το αποκαλούμενο Σταροπάζαρο υφίσταστο στο χώρο της ρωμαϊκής αγοράς. Αποτελούσε το ετήσιο παζάρι σταριού και λαδιού και ελάμβανε χώρα τον μήνα Ιούλιο. Ενώ στα μετέπειτα χρόνια γίνονταν κάθε Κυριακή. Με βάση αυτό το γεγονός η πύλη της Αρχηγέτιδος Αθηνάς ονομάστηκε παζαρόπορτα. Και πάνω σ΄αυτήν κοινοποιείτο το «νάρτι», ήτοι η νόμιμη διατίμηση των προϊόντων. Το Πάνω παζάρι εξακτινώνονταν στις οδούς ανατολικά της Βιβλιοθήκης του Αδριανού, καθώς και εντός αυτής. Ο κεντρικός δρόμος του Πάνω Παζαριού εκκινούσε απο κάθετο δρομάκι της σημερινής οδού Πανδρόσου.Και σ΄αυτόν τον χώρο ελάμβανε χώρα η βδομαδαία αγορά. Ιδαίτερο γνώρισμα του Πάνω Παζαριού ήταν η Κρήνη που έφερε το όνομα «Πάνω Συντριβάνι» ανατολικά της Βιβλιοθήκης του Αδριανού. Ακόμα στην περιοχή του Πάνω Παζαριού ευρίσκετο και η κατοικία του Καδή, το περιβόητο «Κατηλίκι» στην διασταύρωση των οδών Πανδρόσου και Μνησικλέους. Αλλά και ένα επίσης απο τα τζαμιά της Αθήνας το «Σοφτά Τζαμί» στην διασταύρωση των οδών Καπνικαρέας και Πανδρόσου, το οποίο κατεδαφίστηκε με την χάραξη του Σχεδίου Πόλεως της Αθήνας. Η τωρινή οδός Πανδρόσου αποτελούσε τον συνδετικό κρίκο, του Πάνω Παζαριού με το Κάτω Παζάρι, το οποίο εξακτινώνονταν περιμετρικά απο το Τζαμί του Τζισταράκη του τωρινού δηλαδή σταθμού του Μοναστηρακίου, τους γύρω δρόμους για να καταλήξει στην Βιλιοθήκη του Αδριανού. Έφερε το όνομα «Κάτω Παζάρι» δοθέντος ότι είχε μια υψομετρική διαφορά απο το άλλο τμήμα της Αγοράς, το Πάνω Παζάρι. Συνιστούσε την καρδιά του εμπορίου στα υποδήματα και τα υφάσματα με εξαιρετικές τιμές καλή ποιότητα και ποικιλία σ΄αυτά τα είδη. Διάστικτο απο εργαστήρια σκυτορράφων, σανδαλοποιών και υφασμάτων. Εύρισκε τότε κανείς στο Κάτω Παζάρι απο φθηνά υφάσματα «αμπάδες», που προσέδωσαν και το όνομα «Αμπατζήδικα» στην περιοχή, έως και πανάκριβα υφάσματα εισαγωγής απο την Κωνσταντινούπολη, την Βενετία και την Μασσαλία. Απο τα χαρακτηριστικά σημεία του Κάτω Παζαριού ήταν ο δυτικός τοίχος της Αδριανείου Βιβλιοθήκης, στον χώρο του οποίου γίνονταν το λαχανοπάζαρο. Είναι ο χώρος της σημερινής οδού Άρεως, που την επικάλυπταν τότε κληματαριές. Είχε επίσης και το Κάτω Παζάρι την κρήνη του κεντρικό σημείο αναφοράς του, που ονομάζετο «Κάτω Συντριβάνι». Περιμετρικά της βρύσης υπήραν καθίσματα, στα οποία κάθονταν οι Τούρκοι αγάδες, για να ξεκουραστούν. Επι της οδύ Ηφαίστου που ήταν στην κυριολεξία ένα μελίσι εργαστηρίων, υπήρχε πληθώρα απο εργαστήρια σιδηρουργίας, σαμαράδικα, μπακιρτζήδικα και ότι βάλει ο νους τους ανθρώπου, απο τα μικροεργαλεία της εποχής. Πλησίον της οδού Ηφαίστου υπήρχαν ακόμα και τα περίφημα μαγγανάρια, τα εργαστήρια μετάξης, που είχαν προσδώσει το όνομά τους στην γειτονιά. Αλλά και για πέντε δεκαετίες αφότου η Αθήνα απελευθερώθηκε απο το έρεβος της οθωμανικής δουλείας, μέχρι το 1884 λειτουργούσε η Παλαιά Αγορά της Αθήνας, οπότε και κάηκε ολοσχερώς απο καταστροφική πυρκαγιά. Πέρα απο τα εμπορεύματα που εξετίθεντο στον δρόμο την περίοδο της εβδομαδιαίας αγοράς, υπήρχαν και εμπορεύματα που εξετίθεντο μόνιμα στα κτίσματα του παζαριού. Αυτά τα κτίσματα ήταν πρόχειρα παραπήγματα – ξυλοκατασκευές, πάνω απο τα οποία διέμεναν οι πωλητές. Στο Πάνω Παζάρι και στις δυο πλευρές της εισόδου του στα «Σκαλάκια» της οδού Πανδρόσου, ευρίσκονταν τα κουρεία. Εως και την δεκαετία του 1880 οι κουρείς έκανα χρέη και οδοντογιατρού !!! για αυτό τους αποκαλούσαν «οδοντοβγάλτες». Ενώ πολλοί εξ΄αυτών ήταν και πρακτικοί δερματολόγοι και παθολόγοι !!! Προέβαιναν σε αφαιμάξεις με βδέλες και η παροχή τους αυτή κόστιζε, όσο οι γράνες = χαντάκια επιχωματώνονταν και οι βδέλες γίνοταν πιο δυσεύρετες. Για τούτο και συχνά-πυκνά στον τύπο εφμανίζονταν αγγελίες για αγορά βδελών. Ακόμα οι κουρείς οδοντοβγάλτες διέθεταν βότανα για το συνάχι και έκαναν ξόρκια για την ρουσούμπελη = δερματολογικό εξάμβλωμα. Αυτα τα πολυδύναμα κουρεία της εποχής διέθεταν και τα προσφερόμενα τότε καλλυντικά. Ήταν ανθόνερο, «μαντέκα» = χοιρινό λίπος για το μουστάκι, αλλά και ξύδι. Προκειμένου να αποφρορτίζεται η πελατεία και ο συνωστισμός, ο κουρέας σε ένα καλάμι έξω απο το κουρείο  αναρτούσε μια βρεγμένη πετσέτα, που έδινε το μήνυμα, ότι το κουρείο μπορούσε να δεχθεί τον επόμενο πελάτη. Κατά βάση στα κουρεία της παλαιάς αγοράς πήγαιναν οι άντρες της χαμηλώτερης κοινωνικής διαβάθμισης, όπως εργάτες, τεχνίτες, κ.λ.π. και πολύ λιγότερο τα προηγμένα κοινωνικά στρώματα της εποχής. Η ανώτερη κοινωνική τάξη γραμματιζούμενοι και οικονομικά ευμαρείς απευθύνονταν είτε στα κουρεία της Καπνικαρέας, είτε εδέχοντο τους κουρείς εν κατοίκω στο σπίτι τους για να τους περιποιηθούν. Ο χώρος της αγοράς ήταν και το σημειο αναφοράς των Μαλτέζων χαμάληδων. Ήταν πολυάρυθμοι. Στην πόλη αφίχθησαν τον 19-ο αιώνα, προκειμένου να καλύψουν την πελώρια τότε ζήτηση για εργατικά χέρια, όταν ξεκινούσε η ταχεία ανοικοδόμηση της Αθήνας, με την αναγόρευσή της σε πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους. Το αντίτιμο της εργασίας τους mutatis mutandis, ήταν πολύ χαμηλό και ανελάμβαναν επίπονες και δύσκολες χειρονακτικές εργασίες. Δούλευαν, μετέφεραν πράγματα, ακόμα και ανθρώπους σαν τους «κούληδες» στην Κίνα, πάνω σε ένα ευρηματικό είδος καθίσματος, που τοποθετούσαν στις πλάτες τους. Δοθέντος ότι πι δρόμοι της Αθήνας εκείνα τα χρόνια ήταν σκονισμένοι και λασπωμένοι, οι «μεγάλες κυρίες» των Αθηνών, επέλεγαν τους Μαλτέζους χαμάληδες, για να μην λερωθούν στις εξόδους τους. Προτού η Αθήνα γίνει πρωτεύουσα παραλαμβάνοντας την σκυτάλη απο το Ναύπλιο, οι Μαλτέζοι εργάτες δούλευαν σαν κούληδες και στο Ναύπλιο, μεταφέροντας κυρίες και κυρίους. Εύκολα μπορούσε να τους αναζητήσει κανείς στην Αθήνα, καθώς αποζητούσαν το μεροκάματο, στο τζαμί του σταροπάζαρου, αλλά και σε άλλα υψηλής εμπορικής κίνησης στέκια της πόλης. Ήταν απο μόνοι τους ένα κοινωνικό γεγονός της εποχής.
Ωστόσο απο την μια το ζήτημα της δημιουργίας νέας αγοράς σύγχρονης και πιο λειτουργικής και απο την άλλη το ζήτημα της αδήριτης ανάγκης των αρχαιολογικών ανασκαφών, έθεταν πιεστικά το θέμα της δημιουργίας μιας νέας αγοράς. Και έτσι απο καιρού είς καιρόν οι δημοτικοί άρχοντες έθεταν το ζήτημα της δημιουργίας νέας αγοράς. Όμως τα έξοδα κατασκευής ενός νέου κτιριακού συγκροτήματος, ήταν πολύ μεγάλα, όπως επίσης και τα αναγκαία κονδύλια για την απαλλοτρίωση των οικοπέδων που θα απαιτούνταν πολύ υψηλά. Πάραυτα όλες αυτές τις αναστολές έκαμψε μια απρόσμενη πυρκαγιά την νύχτα της 8-ης Αυγούστου του 1884 που στην κυριολεξία άλλαξε τον ρού των πραγμάτων. Ήταν τόσο μεγάλη η φωτιά που κατασπάραξε την πλειονότητα των καταστημάτων της αγοράς. Ενώ κινδύνευσαν σοβαρά και αρκετοί άνθρωποι. Εκ των πραγμάτων ο Δήμος της Αθήνας βρέθηκε σε ένα καινούριο τοπίο και επιταχύνθηκε η ανοικοδόμηση του νέου κτιρίου για την καινούρια αγορά, που ούτως ή άλλως με δειλά βήματα είχε ξεκινήσει απο το 1878. Ως πρός τον κοινωνικό χαρακτήρα της αγοράς κατά βάση σύχναζαν μόνο άνδρες σ΄αυτήν και πολύ λίγες γυναίκες. Με εξαίρεση κάποιες οικιακές βοηθούς, που πήγαιναν για τα ψώνια των κυριών τους. Χωρίς ωστόσο να αποφεύγουν τα δεικτικά σχόλια των πωλητών των πάγκων της αγοράς. Οπως αναφέρει ο Γ. Β. Τσοκόπουλος μια απο αυτές τις οικιακές βοηθούς που σύχναζε στην αγορά και ήταν εκπάγλου καλονής, εδέχετο τα σχόλια και τις επευφημίες των ανθρώπων της αγοράς που της έλεγαν χαρακτηριστικά «ζάχαρη είσαι». Η κοπέλα αυτή μετά απο κάποια χρόνια παντρεύτηκε έναν επώνυμο εύπορο, αλλά κατά πολύ μεγλαύτερό της κύριο της αθηναϊκής κοινωνίας και έκανε οικογένεια. Πάραυτα καθε φορά που επισκέπτονταν τον γνωριμό της χώρο της αγοράς, δεν απέφευγε το οικείο για αυτήν σχόλιο «ζάχαρη είσαι». Γαι τα ήθη της εποχής η κλοπή ήταν πολύ σημαντική. Έτσι όταν συνελάμβαναν κάποιον για κλοπή τον οδηγούσαν στην αγορά μαζί με την «λεία» του και τον διαπόμπευαν κτυπώντας τον κιόλας. Απο το λιντσάρισμα δεν έχαναν την ευκαιρία να συμμετάσχουν και περαστικοί. Ως πολυσύχναστος κοινωνικό χώρος η αγορά, δεν απέφευγε και την εμπλοκή της στα πολιτικά δρώμενα. Εδικώτερα το 1862 λίγο προ της έκπτωσης-εκδίωξης του βασιλιά Όθωνα, είχε καταστεί φωλεά των αντιοθωνικών στοιχείων.Ηταν μάλιστα τέτοιο το μένος εναντίον του βασιλιά Όθωνα, ώστε τα ανάκτορα έστελναν για τις προμήθειές τους άγνωστα πρόσωπα στην αγορά, για να μην τα λιντσάρουν. Όμως αναστατώσεις και συμπλοκές επακολουθούσαν και με την απομάκρυνση του βασιλιά Όθωνα απο το στέμμα. Στον χώρο της αγοράς, αλλά και πέριξ αυτής, υπήρχε πληθώρα απο μπακάλικα, αλλά και καφενεία στα οποία μπορούσε κανείς γρήγορα στο πόδι, να απολαύσει κάποιον απο τους μεζέδες που εκτίθεντο στους πάγκους, αλλά και να πειεί εκλεκτό κρασί και αρωματική μαστίχα. Ένα απο τα καφενεία της αγοράς, ήταν το καφενεδάκι του Θωμά, που αποτέλεσε ορμητήριο των περίφημων «κουτσαβάκηδων», οι οποίοι ήταν ο φόβος και ο τρόμος της εποχής. Στον χώρο ακόμα της αγοράς ευρίσκετο και το περίφημο «αλγεινής» καταγωγής ρολόι του λόρδου Έλγιν. Το είχε προσφέρει δώρο στην Αθήνα, για να αμβλύνει τα αισθήματα μίσους εναντίον του των Αθηναίων πολιτών, για την αρπαγή των γλυπτών-καρυάτιδων του Παρθενώνα. Στο περίβλημα του ρολογιού ήταν εγχαραγμέμνη επιγραφή στα λατινικά που έλεγε «Θωμάς, κόμης του Έλγιν στους Αθηναίους εδώρισε ωρολόγιον και οι Αθηναίοι πολίται το έστησαν το έτος 1814». Συνίστατο σε ένα κρουστικό ρολόι, το οποίο είχε ενσωματωθεί σε έναν Πύργο. Οπως ήταν αναμενόμενο η δωρεά του Έλγιν δεν μετρίασε το μίσος των Αθηναίων για την κλοπή των μαρμάρων, τουναντίον θα λέγαμε επεξέτεινε τα αρνητικά αισθήματα εναντίον του. Την περίοδο της ελληνικής επανάστασης το ρολόι είχε χαλάσει και έτσι ένας κανονιοβολισμός απο την Ακρόπολη κάθε μέρα, πληροφορούσε τους Αθηναίους για την 12 μεσημβρινή ώρα. Αφότου απελευθερώθηκε η Αθήνα απο τους Τούρκους, ο Πύργος του ρολογιού μετασκευάστηκε σε φυλακή. Για επτά δεκαετίες μέχρι και την τραγική νύχτα του Αυγούστου του 1884, οπότε και έγινε με την πυρκαγιά παρανάλωμα της φωτιάς, ο Πύργος του ρολογιού ήταν στην θέση του. Τελικά τα υπολείμματά του απο την φωτιά γκρεμίστηκαν και αυτά, για να ξεκινήσει η αρχαιολογική σκαπάνη. Κεντρική Βιβλιογραφία «Αθήνα» των Θ. Γιοχάλα, Τ. Καφετζάκη, εκδόσεις «Εστία» 2013. Στην 1-η φωτογραφία η περίφημη συνοικία «Βρυσάκι» και η Παναγία της Βλασσαρούς σ΄αυτήν, προτού η συνοικία κατεδαφιστεί για τις ανασκαφές. Στην 2-η φωτογραφία η Ρωμαϊκή Αγορά που είχαν οικοδομήσει ο Ιούλιος Καίσαρας και ο Οκταβιανός Αύγουστος τον 1-ο π.Χ. αιώνα. Στην 3-η ο Μενδρεσές σε χαρακτικό του 18-ου αιώνα, στην 4-η Αρχαία Αγορά της Αθήνας, αριστερά διακρίνεται η Στοά του Αττάλου και δεξιά το Ωδείο του Αγρίππα και στην 5-η φωτογραφία, η εκκλησία του Αγίου Φιλίππου στο Βρυσάκι. Το παρόν κείμενο είναι απόσπασμα απο το υπο έκδοση σε λίγες μέρες βιβλίο μου "ΑΘΗΝΑ, ζαφειρόπετρα....", όπου επιχειρεί μια πανοραμική κάτοψη στην πολιτισμική-αρχιτεκτονική-κοινωνική ταυτότητα της Αθήνας μας, ενώ παρουσιάζει στο πρώτο μέρος του, όλους τους διατελέσαντες Δημάρχους της Αθήνας, απο το 1830 μέχρι σήμερα.
*Ο συγγραφέας, M.Sc Δ/χος Μηχανικός Ε.Μ.Π., Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι υποψήφιος Δημοτικός Σύμβουλος Αθηναίων, με τον κ-ο Άρη Σπηλιωτόπουλο, "ΑΘΗΝΑ ΜΠΟΡΕΙΣ".
www.panosavramopoulos.blogspot.gr  .- 
 
 *** Μοναστηράκι – Ψυρρή (Ιστορική αναδρομή στην Αθήνα μας)
Μοναστηράκι – Ψυρρή (Ιστορική αναδρομή στην Αθήνα μας)
Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος
Ψυρρή
Φαίνεται πως είναι η ιστορική μοίρα της συνοικίας του Ψυρρή, με το παραδοσιακό αρχοντικό της χρώμα, τις χάρες και τους ενθουσιασμούς της, να αποτελεί κοσμοπολίτικο στέκι της Αθήνας. Στο διάβα δυο αιώνων η συνοικία του Ψυρρή δίνει τον τόνο της κοινωνικής ζωής και της κοσμικής κίνησης στην Αθήνα. Η συνοικία του Ψυρρή εκτείνεται χωροταξικά μεταξύ των οδών Ερμού, Αθηνάς και Αγίων Ασωμάτων. Ονοματοδοτήθηκε απο κάποιον επ΄ονόματι Ψυρρή, που είχε στην ιδιοκτησία του πολλά οικόπεδα στην περιοχή. Σύμφωνα με τον Κ. Μπίρη που έχει κάνει και μελέτη-βιβλίο για τα τοπωνύμια των Αθηνών, το όνομα Ψυρρής αναφέρεται σε γεωγραφική καταγωγή. Και υποδηλώνει κάτοικο της νήσου των Ψαρρών, τα οποία ελέγοντο Ψύρρα ή Ψυρρή. Επομένως Ψυρρής είναι ο Ψαριανός. Στο ιδιοκτησιακό επίσης καθεστώς της οικογένειας Ψυρρή, ανήκε και η κατεδαφισθείσα εκκλησία του Αγίου Αθανασίου. Στα χρόνια της οθωνικής περιόδου, η συνοικία του Ψυρρή έσφυζε απο κόσμο, περιλαμβάνοντας ακόμα πλήθος εργαστηρίων και βιοτεχνιών. Στην περιοχή διέμεναν προηγμένα κοινωνικά στρώματα. Αστοί Αθηναίοι της εποχής, αλλά και πετυχημένοι έμποροι που αποτελούσαν την σπονδυλική στήλη του παζαριού. Απο αυτή την εξαίρετη συνοικία κατάγονταν οι περιώνυμοι αγνωιστές του ΄21 αδελφοί Νικόλαος και Χρήστος Σαρρής, αλλά και ο Παναγής Κτενάς. Επίσης την συνοικία κατοικούσαν περιηγητές και ξένοι επισκέπτες της Αθήνας του 19-ου αιώνα. Με την απελευθέρωση απο τους Τούρκους, η συνοικία του Ψυρρή κατοικήθηκε απο πολλούς αγωνιστές τις εθνεγερσίας, αλλά και άλλους Έλληνες που συνέρρεαν απο την επαρχία στην Αθήνα. Ως πρός την αρχιτετονική τους φυσιογνωμία τα μικρά νεοκλασικά σπίτια του Ψυρρή έχουν όλα την ίδια δομή. Ήτοι διώροφα με μπαλκόνι και εσωτερική αυλή. Κάποια περίοδο στα μεταπελευθερωτικά χρόνια, του Ψυρρή ανέπτυξε μια πολύ μεγάλη κονωνική δυναμική. Υπήρχε τότε σοβαρό ενδεχόμενο με βάση τα σχέδια του αρχιτέκτονα Κλέντσε, να οικοδομηθούν τα ανάκτορα στον Κεραμεικό και αναπότρεπτα έτσι η συνοικία ήλθε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της Αθήνας. Προϊόντος του χρόνου ωστόσο άρχισαν να εκδηλώνονται στοιχεία κοινωνικής απαξίας, να σωρεύονται στην περιοχή περιθωριακά και παραβατικά στοιχεία και έτσι να χαθεί το κύρος και η κοινωνική της αύρα. Ήταν τότε που τα περίφημα «κουτσαβάκια», οι «μόρτηδες» και οι «τραμπούκοι» κατέστησαν την περιοχή του Ψυρρή άνδρο και ορμητήριό τους, προκαλώντας μύρια όσα προβλήματα στην κοινωνική και πολιτική ευρύτερα ζωή της Αθήνας. Εστιάζοντας χρονικά στο τελευταίο τέταρτο του 19-ου αιώνος. Όμως τι χαρακτηριστικά είχε η παρουσία αυτών των έκνομων στοιχείων και πως δρούσαν στην συνοικία και την Αθήνα ευρύτερα; Αποτελούσαν οπλισμένους άνδρες και επιδίδοντο σε ηθική τρομοκρατία – κατά παραγγελία – και εκβιασμούς. Τους είχαν προσδώσει διάφορα χαρακτηριστικά ονόματα τα οποία παρέμειναν στην κοινωνική μας ιστορία και χρησιμοποιούνται ευρέως και σήμερα, ως στοιχεία κοινωνικής απαξίας. Τους αποκαλούσαν έτσι «κουτσαβάκηδες» απο το όνομα του προκλητικού και φίλερη δεκανέα του ιππικού της οθωνικής περιόδου Δημήτρη Κουτσαβάκη. Ακόμα «μόρτηδες» εκ της γαλλικής λέξεως «mort» που σημαίνει θάνατος, δοθέντος ότι στην διάρκεια επιδημίας χολέρας στην Αθήνα, είχαν αναλάβει εργολαβικά το έργο του νεκροθάφτη !!! Αλλά και «τραμπούκους» όνομα που αποτελούσε την φίρμα κουβανέζικων πούρων «trabucos», τα οποία κερνούσαν-πρόσφεραν οι υποψήφιοι δήμαρχοι της εποχής στα έκνομα αυτά στοιχεία, για να τους υποστηρίξουν προεκλογικά με δυναμικό τρόπο, ασκώντας και τρομοκρατία στο αντίπαλο στρατόπεδο. Όμως με τους «κουτσαβάκηδες» είναι συνδεδεμένο και το παρακάτω χαρακτηριστικό γεγονός που επίσης κατεγράφη στην κοινωνική μας ιστορία. Οι υποψήφιοι δήμαρχοι της εποχής τους επέλεγαν και με βάση την δύναμη της φωνής τους, ώστε να μπορούν να φωνάζουν δυνατά προεκλογικά συνθήματα και να δημιουργούν άερα νίκης. Κάποιοι όμως απο αυτούς τα «κουτσαβάκια», δεν είχαν την δυνατότητα να φωνάζουν δυνατά και έστι δεν επελέγοντο, αφού «δεν έκαναν ούτε για ζήτω» !!! Με αυτόν τον τρόπο λοιπόν προέκυψε η γνωστή μας φράση «δεν κάνει ούτε για ζήτω». Σε ότι αφορά την αισθητική τους φυσιογνωμία, τα κουτσαβάκια είχαν ένα ξεχωριστό ντύσιμο και αισθητική, που τους καθιστούσε διακριτούς και προβληματικές φυσιογνωμίες στην ζωή της πόλης. Είχαν μακρύ λιγδωμένο μαλλί, αφέλειες, και μεγάλο στριφτό μουστάκι. Ακόμα φορούσαν μαύρο σακάκι φορώντας μόνο το αριστερό μανίκι, έστι ώστε σε ενδεχόμενο καβγά να μπορούν τάχιστα να αποβάλουν απο πάνω τους το σακάκι. Δεν έφεραν γιλέκο μα παλατύ κόκκινο ζωνάρι μέχρι το στήθος, στο οποίο και έβαζαν τα όπλα τους. Ακόμα φορούσαν κάπελο «καβουράκι» με μαύρη έντονη κορδέλα, δίκην μεγάλου πένθους για κάποιον δικό τους που χάθηκε σε καβγά.  Το παντελόνι τους ήταν φαρδύ στο επάνω μέρος και στενό κάτω και ήταν συνήθως ριγέ χρωματιστό, με έντονα καρέ φανταχτερών χρωμάτων. Τα παπούτσια τους είχαν μύτη μυτερή, αλλά και μεγάλο τακούνι. Κρατούσαν στο χέρι κομπολόϊ και περιδιάβαιναν καθημερινά τους δρόμους της παλαιάς πόλης και της αγοράς με ξεχωριστό περπάτημα, δείχνοντας τάχατες τραυματισμένοι απο κάποιον καβγά και διαρκώς και αδιακρίτως παρενοχλούσαν  την πόλη και όλες τις κοινωνικές ομάδες. Άγριοι ξυλοδαρμοί ακόμα και φόνοι ήταν η αποκομιδή της παρουσίας τους στην Αθήνα. Για τούτο και ήταν επώδυνο εγχείρημα για τους κατοίκους της πόλης, να περάσουν απο την Πλατεία Ηρώων στου Ψυρρή που ήταν το άνδρο των κουτσαβάκηδων. Ωστόσο δύσκολο ήταν και το έργο της αστυνομίας να αντιμετωπίσει τους κουτσαβάκηδες, δοθέντος ότι είχαν ισχυρές πατρωνίες, με το κομματικό και το πολιτικό σύστημα της εποχής, με τις παρεμβάσεις του οποίου αφήνονταν ελεύθεροι. Ενώ απο την άλλη αρκετές φορές η αστυνομία προσεταιρίζετο κάποιους απο αυτούς, προκειμένου να μπορέσει να συλλάβει άλλους ισχυρότερους. Στην αλγεινή και επικίνδυνη αυτή παρουσία στην πόλη των κουτσαβάκηδων, έδωσε τέλος ένας σκληροτράχηλος και γρανιτένιος αστυνομικός διευθυντής της Αθήνας, ο περίφημος Δημήτριος Μπαϊρακτάρης. Και έτσι αποκαθάρθηκε η πόλη απο την αντοικοινωνική παρουσία τους και μπόρεσαν να γίνουν ανέφελα και οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1896. Προτού τον Μπαϊρακτάρη είχαν επιχειρήσει ανεπιτυχώς και άλλοι δυο αστυνομικοί διευθυντές να αντιμετωπίσουν την κοινωνική μάστιγα των κουτσαβάκηδων. Ήταν οι Βρατσάνος και Δημητριάδης. Πως όμως κατόρθωσε ο Μπαϊρακτάρης να εξουδετερώσει τα κουτσαβάκια; Πρώτιστο μέλημα του πανούργου αυτού αστυνομικού, ήταν η διαπόμπευση και ο ηθικός εξευτελισμός των επικίνδυνων και περιθωριακών τύπων του Ψυρρή. Ο Μπαραϊκτάρης τους οδηγούσε στην ηθική ταπείνωση, με παρεπόμενο την αναγκαία πλέον απόσυρσή τους απο τον χώρο. Σε πρώτο επίπεδο ο Μπαϊρακτάρης χτύπησε τις πιάτσες, τα καφενεία και τις ταβέρνες που σύχναζαν τα κουτσαβάκια. Χρησιμοποιώντας μια μεγάλη και δυνατή ψαλίδα, τους έκοβε τις αφέλειες στο μαλλί, το αφόρετο μανίκι του σακακιού τους, αλλά και αυτή την χαρακτηριστική μύτη των παπουτσιών τους. Αλλά ακόμα πιο ατιμωτικά ο Μπαϊρακτάρης εξανάγκαζε το κάθε κουτσαβάκι, με ένα σφυρί να αχρηστέψει μόνο του τα ίδια του τα όπλα, τα «τιμημένα» όπλα !!! Και για όσα κουτσαβάκια αρνούνταν να συμμορφωθούν, υπήρχε μια ακόμα πιο εξευτελιστική τιμωρία. Εδέχοντο τις βουρδουλιές του Μπαραϊκτάρη. Στοιχείο που αποτελούσε τότε το άκρο άωτο της ταπείνωσης και της ηθικής συντριβής, σε αντιδιαστολή με τα «σίδερα της φυλακής, που ήταν για τους λεβέντες», όπως κατέγραφαν τα λαϊκά στιχουργήματα της εποχής. Επίσης τα κατεστραμμένα όπλα εν συνεχεία, τα πωλούσαν για παλιοσίδερα στην Πλατεία Δημοπρατηρίου. Έτσι αφότου ελάμβαναν χώρα όλες αυτές οι ηθικές ταπεινώσεις, τα κουτσαβάκια επέλεγαν την φυλακή για να αποφύγουν και την ηθική απαξία του κόσμου.
Στην περιοχή του Ψυρρή σημειώνουμε ακόμα πως υπήρχαν και πολλές αξιόλογες σε ποιότητα και κοινωνικό κύρος ταβέρνες, τις οποίες επεσκέπτοντο και οι βασιλείς Όθωνας και Γεώργιος ο Α΄. Η συνοικία του Ψυρρή πρωταγωνιστούσε στις εορταστικές εκδηλώσεις της Αποκριάς και απο αυτήν ξεκινούσε η παρέλαση του καρναβαλιού. Ενώ στον πετροπόλεμο που αποτελούσε τότε το πλέον κυρίαρχο καρναβαλίστικο «έθιμο», η περιοχή του Ψυρρή είχε την δική της πολύ αξιόμαχη ομάδα. Όμως άρρηκτα συνδεδεμένος με την συνοικία του Ψυρρή ήταν και ο άγιος των ελληνικών γραμμάτων Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, που για δυο δεκαετίες της ζωής του, διέμενε στου Ψυρρή. Απο το 1886 ο Παπαδιαμάντης διέμενε σε φτωχικά καταλύμματα της περιοχής και μακρό διάστημα αυτής της παρουσίας, σε ένα ταπεινό δωμάτιο της οδού Αριστοφάνους. Σύνδρομη και διαπλαστική άλλωστε αυτής της παρουσίας, υπήρξε και η συγγραφή πολλών διηγημάτων αυτού του αριστοκράτη του πνεύματος και των ελληνικών γραμμάτων στου Ψυρρή. Επιλέγοντας ως κοινωνικό καμβά της δημιουργίας του, τους δρόμους της συνοικίας και ως ήρωές του χαρακτηριστικούς κατοίκους της περιοχής, που τους μετέπλαθε με την ακαταγώνιστη ηθική δύναη της γραφίδας του, σε κορυφαίες δραματικές προσωπικότητες. Με την έκσπαση της μικρασιατικής τραγωδίας και την μαζική συνέρρευση των προσφύγων στην Αθήνα, πολλοί ξεριζωμένοι πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στου Ψυρρή. Ενώ και τα τραγικά γεγονότα του εμφυλίου σπαραγμού, αποτύπωσαν ανεξάλειπτα το στίγμα τους στην συνοικία του Ψυρρή. Έλαβαν χώρα φονικές μάχες και χύθηκε αδελφικό αίμα. Απο την δσεκαετία του 1980 και εντεύθεν, η συνοικία του Ψυρρή άλλαξε άρδην την κοινωνική της φυσιογνωμία. Μεταφέρθηκαν αλλού ή και έκλεισαν ολοσχερώς τα εργαστήρια και οι βιοτεχνίες που προσέδιδαν εμπορικό χαρακτήρα  στην συνοικία και με την δημιουργία πλήθους υψηλής ποιότητας καφέ, ρέστωραν και μπάρ, η περιοχή του Ψυρρή αναδείχτηκε σε κεντρικό κοσμικό στέκι της Αθήνας. Αξίζει επίσης να σημειώσουμε ότι στην συνοικία υφίστανται μερικές απο τις πιο παλιές εκκλησίες της Αθήνας. Όπως η εκκλησία του Χριστού του Κοπίδη ή Χρηστοκοπίδη επι της οδού Χρηστοκοπίδη, η οποία είναι αφιερωμένη στην γέννηση του Χριστού και ανηγέρθη σε χώρο που προϋφίστατο άλλη εκκλησία. Ο ναός ήταν της ιδιοκτησίας Κοπίδη και κατά πως αναφέρει ο αθηναιογράφος Δημήτης Καμπούρογλου, το όνομα «Χρηστοκοπίδης» συναιρεί το όνομα του Χριστού, με το όνομα της οικογένειας Κοπίδη. Και η εκκλησία των Αγίων Αναργύρων, επι της Πλατείας Αγίων Αναργύρων, μεσαιωνικής αρχιτεκτονικής τεχνοτροπίας, η οποία υπέστη μεγάλες ζημιές κατά την επανάσταση και επισκευάστηκε το 1832.
Όμως το 1908 νέες αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις στην εκκλησία, αλλοτρίωσαν την φυσιογνωμία της. Στον αύλειο χώρο των Αγίων Αναργύρων είναι ενταφιασμένοι οι αγωνιστές της εθνεγερσίας αδελφοί Σαρρή και Παναγής Κτενάς. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός, ότι σε ένα κελί της εκκλησίας έζησε ένα διάστημα ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Ακόμα υπάρχει η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής απέναντι απο την εκκλησία των Αγίων Αναργύρων, επι των οδών Λεπενιώτου και Αγ. Αναργύρων. Ο ναός ανηγέρθη το 1935 σε θέση που προϋφίστατο παλαιότερα άλλη του ιδίου ονόματος εκκλησία και που καταστράφηκε κατά την διάρκεια του αγώνα της εθνεγερσίας. Επίσης η μικρή εκκλησίτσα Άγιος Αθανάσιος-Αιγινίτικο Μετόχι, ευρίσκεται επι της οδού Αριστοφάνους 32 και συνιστά μικρή δίκλιτη βασιλική. Ο Άγιος Δημήτριος, ο νέος, επι της οδού Αγίου Δημητρίου, που ανηγέρθη το 1845 στον χώρο προϋφιστάμενου ναού του 17-ου αιώνα. Το επίθετο νέος μάλλον προσεδόθη κατά τον Δημήτριο Καμπούρογλου, για την πρωτόγνωρη για την Αθήνα παράσταση του Αγίου Δημητρίου, ως «νεανία ειρηνικού». Ακόμα υφίστατο η πλέον κατεδαφισμένη εκκλησία της Αγίας Θέκλας ή Αγία του Οικονόμου, στην διασταύρωση των οδών Ερμού και Αγίας Θέκλας, πρός τιμήν της Αθηναίας Αγίας Θέκλας ή Αγαθόκλειας, που ήταν μάρτυρας των Αθηνών. Εθεωρείτο ο ναός της Αγίας Θέκλας μια εκ των παλαιοτέρων εκκλησιών του Ψυρρή. Υπέστη σοβαρότατες ζημιές στα χρόνια της επανάστασης και τελικά γκρεμίστηκε το 1848.
Πλατεία Ηρώων
Η Πλατεία Ηρώων συνιστά μια απο τις αρχαιότερες πλατείες των Αθηνών και αποτελεί όπως προαναφέραμε με την μακραίωνη κοινωνική της ιστορία, κομβικό στοιχείο της ταυτότητας της συνοικίας του Ψυρρή. Ήταν το άνδρο και ορμητήριο των κουτσαβάκηδων, οι οποίοι συνιστούσαν το φόβο και τον τρόμο της πόλης. Η πλατεία οριοθετείται χωροταξικά στο τέρμα της οδού Μιαούλη, η οποία εκκινά με την σειρά της απο την Πλατεία Μοναστηρακίου. Η Πλατεία χαράκτηκε στα χρόνια Δημαρχίας του Κ. Γαλάτη (1855-1857). Στον χώρο της υπήρχε η εκκλησία του Αγίου Αθανασίου του Ψυρρή, η οποία κατεδαφίστηκε τι 1856. Επρόκειτο για μια μικρή εκκλησία, ιδιοκτησίας του ίδιου του Ψυρρή, απο τον οποίο όπως προαναφέραμε ονοματοδοτήθηκε η συνοικία. Περιμετρικά της εκκλησίας υπήρχε μεγάλος αύλειος χώρος, ενώ κοντά του υπήρχε και βρύση, που επίσης έφερε το όνομα του ιδιοκτήτη Ψυρρή. Στα μεταπελευθερωτικά χρόνια απο τους Τούρκους, η εκκλησία είχε και χαρακτήρα σχολείου. Την δεκαετία του 1860 ο Δήμος Αθηναίων έκανε ανάπλαση του χώρου και μάλιστα το 1884 εδόθη στην Πλατεία πρός τιμήν των ηρώων της επανάστασης του ΄21, το όνομα «Πλατεία Ηρώων». Στα χρόνια του αγώνα της ενεγερσίας η Πλατεία υπήρξε ο χώρος συνάντησης των αγωνιστών της Αθήνας. Πάραυτα οι ίδιοι αυτοί αγωνιστές του ΄21, που σήκωσαν στους ώμους τους το βάρος της απελευθέρωσης της πατρίδας, θα βρεθούν ξανά στον ίδιο χώρο ως πλανόδιοι πωλητές και άνεργοι !!! κάνοντας μικροδουλειές για να επιβιώσουν. Οι κυβερνήσεις που ανέλαβαν μετά την απελευθέρωση, πολύ γρήγορα είχαν ξεχάσει τους ήρωές μας και τους περιφρονούσαν βαριά !!! Δυστυχώς όπως θα δούμε και σε άλλους αγώνες του έθνους, η ηθική μνήμη της ελληνικής πολιτείας ήταν πολύ κοντή. Αλοίμονο, έτσι αντάμοιβε πάντα η πατρίδα τα παιδιά της !!! Στα χρόνια του μεσοπολέμου, στην πλατεία οικοδομήθηκε κτίριο για την στέγαση των δημοτικών ιατρείων, το οποίο υφίσταται μέχρι τα σήμερα. Όμως η Πλατεία Ηρώων στου Ψυθρρή, είναι συνδεδεμένη και με ένα σημαντικό γεγονός της κοινωνικής μας ιστορίας που είχε σοβαρές πολτικές προεκτάσεις και διπλωματικές παρενέργειες για την χώρα. Πρόκειται για το περίφημο «Επεισόδιο Πατσίφικο». Ειδικώτερα στις 4 Απριλίου του 1849, δεύτερη μέρα του Πάσχα, οι κάτοικοι του Ψυρρή, αλλά και οι γύρω συνοικίες που συνέρρεαν στην Πλατεία, επιχείρησαν να κάψουν τον «Ιούδα», έθιμο που ελάμβανε χώρα σε όλες τις συνοικίες της Αθήνας. Ο Ιούδας ήταν ένα αχυρένιο ομείωμα ντυμένο με ρούχα, στο οποίο είχαν τοποθετήσει βαρελότα και άλλα πασχαλιάτικα εκρηκτικά. Συνήθως σήκωναν τον Ιούδα με σχοινί απο το καμπαναριό της εκκλησίας και του έβαζαν φωτιά, μέχρι να καεί ολόκληρο το ομοίωμα με εκκωφαντικό τρόπο, απο το τελευταίο μεγαλύτερης ισχύος βαρελότο, που έκοβε και το σχοινί απο το καμπαναριό, οπότε το πλήθος ξεσπούσε σε χειροκροτήματα. Το κάψιμο του Ιούδα συμβόλιζε τον εξαγνισμό και την απελευθέρωση του έθνους απο το έρεβος της οθωμανικής δουλείας, που το ομοίωμα υποστασιοποιούσε. Όλε οι συνοικίες της Αθήνας τότε έκαιγαν τον Ιούδα τους και έκαναν μάλιστα και ανταγωνισμό πια συνοικία θα κατασκευάσει το πιο «όμορφο» και επιβλητικό ομοίωμα. Οι συνοικίες συνήθως της Πλάκας και του Ψυρρή, είχαν τα πρωτεία για τον καλύτερο Ιούδα. Όμως την χρονιά αυτή και προκειμένου να μην προκληθεί ο βαρώνος Ρότσιλντ της ακολουθίας του Όθωνα, η αστυνομία απαγόρευσε το κάψιμο του Ιούδα – σε άλλες πόλεις της Ελλαδος όπως και στην γενέτειά μου Γαστούνη της Ηλείας, που το κάψιμο του ομοιώματος κάνει πατροπαράδοτα η οικογένεια των κουμπάρων μου αφών Ιωαν. Ανδρικάκη, το ομοίωμα το αποκαλούν και «Αράπη». Το αποτέλεσμα ήταν το πλήθος να εξαγριωθεί, πολλώ μάλλον που έτρεφε αισθήματα αφόρητου μίσους για τους αυλικούς συμβούλους του Όθωνα. Έτσι ο κόσμος έντονα φανατισμένος για την απαγόρευση εστράφη εναντίον της οικίας του ισπανού – εβραϊκής καταγωγής, Άγγλου υπήκοου Δον Πατίσφικο, η οποία ευρίσκετο επι της οδού Καραϊσκάκη και βανδάλισε ότι υπήρχε στην οικία, κάνοντάς τα στην κυριολεξία γής μαδιάμ. Ο Δόν Πατσίφικο κατόρθωσε να διαφύγει  και να σώσει την ζωή του. Όμως οι Άγγλοι εξοργίστηκαν για τα γεγονότα και ζήτησαν πρωτίστως ηθική και βεβαίως παράλογη και προκλητική οικονομική αποζημίωση, για τα μεγάλης τάχα αξίας κειμήλια, που υπήρχαν στην οικία και κατεστράφησαν. Μάλιστα ο πρέσβης της Αγγλίας Ουάις, με πολύ επιτακτικό τρόπο πίεζε την ελληνική κυβέρνηση για την ικανοποίηση του Δόν Πατίσφικο. Και η πίεσή του αυτή πέραν κάθε δεοντολογίας σε επίπεδο διπλωματίας, θα κορυφωθεί με τον αποκλεισμό του λιμένος Περαιώς απο αγλλική μοίρα υπο την διοίκηση του ναυάρχου Πάρκερ. Για τούτο εξάλλο το επεισόδιο έλαβε το όνομα «επεισόδιο Πατσίφικο» και ο αποκλεισμός του Πειραιώς «Παρκερικά». Εκτενή άλλωστε αναφορά κάνουμε στο γεγονός, στο βιβλίο μας «Πολιτική Ιστορία της Νεωτέας Ελλάδος», Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, Εκδόσεις «Τάλως Φ.», Αθήνα, 2013. Ο βασιλιάς Όθων κράτησε σθεναρή στάση υψηλής πολιτικής αξιοπρέπειας και αντεστάθη δυναμικά στην προσβλητική και ταπεινωτική συμπεριφορά των Άγγλων. Όμως χρόνια πριν είχε φθαρεί στη συνείδηση του ελληνικού λαού, ιδίως για την αδυναμία του να ελέγξει έναν εσμό συμβούλων και αυλικών του, που είχαν γίνει απο τον ελληνικό λαό λαομίσητοι. Έτσι κατά τραγική ειρωνεία λίγο μετά τα «Παρκερικά» καθαιρέθη απο το στέμμα της Ελλάδος. Την περίοδο δηλαδή που είχε εκδηλώσει τα καλύτερα των αισθημάτων του για τον ελληνικό λαό. Έτσι όμως είχε γράψει η ιστορία τα γεγονότα, με τις περίεργες και απρόβλεπτες τροπές της και ποιός μπορούσε να της «αντισταθεί»... Σε ότι αφορά τώρα το έθιμο του καψίματος του Ιούδα, αυτό συνεχίζονταν απρόσκοπτα στην Αθήνα, μέχρι το 1886. Ενώ σε πολλά μέρη της υπόλοιπης Ελλάδος, όπως στην γενέτειρά μου Γαστούνη, συνεχίζεται ακόμη.
Οικία Ι. Καρατζά
 Η συνοικία του Ψυρρή και ειδικώτερα η οδός  Σαρρή, στα μεταεπαναστατικά χρόνια υπήρξε χώρος διαμονής επιφανών Αθηναίων. Σ΄αυτούς συγκαταλέγετο και ο ηγεμόνας της Βλαχίας Ιωάννης Καρατζάς, που διέμενε στην Σαρρή, μέχρι να αποπερατωθεί το αρχοντικό του στην Πλατεία Ελευθερίας. Στην οικία αυτή της οδού Σαρρή, απο το 1836 μέχρι 1852 φιλοξενήθηκε το Κολέγιο – Σχολείο Θηλέων της Charlotte Volmerange. Το Κολέγιο συνεστήθη στις αρχές της δεκαετίας του 1830 στο Ναύπλιο και απο το 1836 μεταφέρθηκε στην Αθήνα. Η γαλλικής καταγωγής Σ. Βολμεράνζ διέμενε για μακρό χρονικό διάστημα στην Ρωσία, όπου και εξεπαίδευε κορίτσια της ανώτερης κοινωνικής τάξης. Το σπίτι μεθύστερα πέρασε στην ιδιοκτησία του εκδότη Κωνσταντίνου Γκαρμπολά. Κατόπιν εγκαταλείφθηκε για να φιλοξενήσει αργότερα τις φυλακές Γκαρπολά. Αξίζει να σημειωθεί ότι κρατούμενος των φυλακών αυτών, υπήρξε ο μεγάλος μας πολιτικός μεταρρυθμιστής και πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης. Ο λόγος ήταν η δημοσίευση του ρηξικέλευθου άρθρου του «Τις πταίει» που αποτελούσε ένα δριμύ κατηγορώ στο φθαρμένο πολιτικό σύστημα της εποχής, στην εφημερίδα «Καιροί» του Πέτρου Κανελλίδη. Ομως στις φυλακές αυτές αργότερα θα φυλακιστεί και ο διαβόητος έμπορος όπλων Βασίλειος Ζαχάρωφ (1849-1936), κατηγορηθείς για πλαστογραφία στο Λονδίνο.
Μπακάλικο του Καχριμάνη
 Ευρίσκετο στο ισόγειο διώροφης κατοικίας της πρώτης οθωνικής περιόδου. Το μπακάλικο αυτό έγινε γνωστό και πέρασε στην κοινωνική μας ιστορία, ως στέκι του «Αγίου» των ελληνικών γραμμάτων Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, ο οποίος όταν έμενε στην συνοικία του Ψυρρή, το είχε καταστήσει καθημερινό του στέκι.
Βρύση του Τάκη
 Ευρίσκετο στην τωρινή οδό Τάκη η εν λόγω βρύση και συνιστούσε μια απο τις κεντρικότερες βρύσες του Ψυρρή. Ονομάζονταν ακόμα βρύση του Τάκη ή Τάτση ανήκοντας στην αντίστοιχη οικογένεια του Ψυρρή.
Τυπογραφείο «Εμπρός»
Επι της οδού Ρήγα Παλαμήδη 2, ευρίσκετο το τυπογραφείο της πρωτοπόρου για τον ελληνικό τύπο και την δημοσιογραφία μας εφημερδας «Εμπρός», την οποία είχε ιδρύσει και διηύθυνε ο εμπνευσμένος και εύτολμος εκδότης Δημήτριος Καλαποθάκης (1862-1921). Διαβλέποντας τις εξελίξεις, αλλά και μεγάλος οραματιστής συνάμα στο πεδίο του τύπου ο Καλαποθάκης, εισήγε απο το εξωτερικό τις πρώτες λινοτυπικές μηχανές στην Ελλάδα. Για 25 ολόκληρα χρόνια ο Καλαποθάκης διατηρούσε την πρωτοκαθεδρία στον ελληνικό τύπο. Το 1945 το φύλλο επανεξεδόθη σε νέα μορφή, εβδομαδιαίας κυκλοφορίας, απο τον γιό του ιδρυτή της εφημερίδας Δημήτρη Καλαποθάκη, Αλκιβιάδη Καλαποθάκη. Σιγά σιγά όμως η εφημερίδα έχανε εκδοτικό έδαφος και στα χρόνια της Απριλιανής δικτατορίας, απεσύρθη οριστικά απο το αθηναϊκό πρακτορείο. Έκτοτε με το κλείσιμο της εφημερίδας, το κτίριο στέγαζε τον θεατρικό οργανισμό «Μορφές».
Οικία Ρήγα Παλαμήδη
 Ευρίσκετο στην ομώνυμη οδό Ρήγα Παλαμήδη. Ο Παλαμήδης υπήρξε αγωνιστής της εθνεγερσίας, αλλά και εξέχον πολιτικός στα μεταπελευθερωτικά χρόνια. Διετέλεσε έτσι πολλές φορές υπουργός επι Όθωνος, αλλά και νομάρχης συνάμα (1794-1872). Στην οικία του αυτή στεγάστηκε για κάποιο χρονικό διάστημα ένα τμήμα των Γενικών Αρχείων του Κράτους.

Παλαιό Κακουργοδικείο


Ευρίσκεται στην διασταύρωση των οδών Αγίας Ελεούσης 4 και Κακουργοδικείου. Συνίσταται σε ένα διώροφο των χρόνων 1835-37 περιλαμβάντοντας ακόμα ένα τμήμα του ναού της Αγίας Ελεούσης. Μη υπάρχοντος άλλου προσφερομένου κτιρίου στον χώρο, στεγάστηκε το πρώτο Κακουργοδικείο της Αθήνας. Πιθανολογείαι ότι είναι έργο του αρχιτέκτονα Χρ. Χάνσεν. Μετέπειτα στεγάστηκε στο κτίριο αστυνομικός σταθμός, ενώ φιλοξένησε και άλλες χρήσεις. Όταν η Αγία Ελεούσα αποτελούσε ενοριακή εκκλησία του Ψυρρή, σ΄αυτήν είχαν γίνει τα βαπτίσια της περίφημης κόρης των Αθηνών Τερέζας Μακρή και είχε συνάμα ταφεί και ο πατέρας της. Κατά τον σπουδαίο αθηναιογράφο Δημήτριο Καμπούρογλου, στην εκκλησία της Αγίας Ελεούσης είχε ενταφιαστεί ο Αθηναίος πατριάρχης Ιεροσολύμων Παρθένιος ο Γερένης, ο οποίος απεβίωσε το 1770. Το κτίριο πέρασε στην ιδιοκτησία της εκκλησίας το 1955. Έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο ως ιστορικό μνημείο και επίκειται η συντήρησή του.
Οικία Δ. Οριγώνη
 Ευρίσκεται επι της οδού Αγίας Ελεούσης 5, η οικία Οριγώνη και αποτελούσε ιδιοκτησία του επιφανούς φιλέλληνα Δομένικου Οριγώνη απο το Αιάκιο της Κορσικής. Στην ιδιοκτησία του είχε περάσει κατόπιν αγοράς απο τούρκο αξιωματούχο. Το κτίριο είχε διαχωριστεί σε δυο τμήματα. Στο ένα τμήμα κατοικούσαν οι οικογένειες Οριγώνη και Τράϊμπερ, δοθέντος ότι ο Τράϊμπερ ήταν γαμπρός του Οριγώνη-είχε νυμφευτεί την κόρη του. Και στο άλλο τμήμα διέμενε ο βασιλεύς Όθων, όταν πρωτοήλθε στην Αθήνα. Πρωτοποριακά σχεδιασμένο το κτίριο και με ποικίλες παροχές για την  εποχή του, διέθετε λουτρά, αλλά και όμορφες αισθητικά αυλές με καμάρες.
Το σπίτι της κόρης των Αθηνών
 Επρόκειτο για αρχοντικό, μεγαλοπρεπές διώροφο κτίριο της οικογένειας Μακρή, που ευρίσκετο στην οδό Αγίας Θέκλας, τότε «Αγυϊάς». Ο Προκόπης Μακρής και πατέρας της κόρης των Αθηνών, υπήρξε κοινωνικά επιφανής Αθηναίος και υποπρόξενος της Αγγλίας στην Αθήνα, φέροντας το παρατσούκλι «κόνσουλας», ήτοι σύμβουλος. Με τον θανατό του, η χήρα του με τις τρείς πανέμορφες κόρες του για να αναπεξέλθουν οικονομικά, νοίκιαζαν δωμάτια της πολυτελούς κατοικίας τους, σε ξένους περιηγητές. Το όλο οικοδόμημα αποτελείτο απο δυο επιμέρους κτίσματα, τα οποία και επικοινωνούσαν μεταξύ τους. Αφενός μεν στο ένα κτίσμα διέμενε η οικογένεια, αφετέρου το άλλο ενοικιάζετο σε επισκέπτες. Επιφανέστερος όλων των επισκεπτών του σπιτιού, ήταν ο λαμπρός ποιητής και φιλέλληνας Λόρδος Μπάιρον. Απο τον Δεκέμβριο του 1809 μέχρι και τον Μάρτιο του 1810. Πιο όμοφη και πιο χαριτωμένη απο τις τρείς κόρες Μακρή, η Τερέζα Μακρή. Ήταν δεκατριών ετών όταν ο Μπάιρον επισκέφθηκε το σπίτι τους και συγκινήθηκε απο την ομορφιά της. Θαμπωμένος απο την εκστατική ομορφιά της νεαρής, ο Λόρδος Μπάιρον έγραψε για αυτήν το ποίημα του «Η κόρη των Αθηνών». Μετά απο χρόνια η Αθηναία καλονή, θα παντρευτεί τον άγγλο πρόξενο στην Αθήνα Ιάκωβο Μπλάκ. Όμως η κόρη των Αθηνών αποτέλεσε και μουσική σύνθεση του Ch. Gounod, ο οποίος την παρουσίασε το 1872 στην Αθήνα. Μοίρα τραγική αυτή όμως η πανέμορφη και μεγαλοαστικής καταγωγής γυναίκα, που είχε σημαδέψει ανεξίτηλα την κοινωνική ιστορία της Αθήνας, στην δύση της ζωής της περιέπεσε σε οικονομική ένδεια. Και για να επιβιώσει την συνέδραμαν με εράνους. Απεβίωσε δυστυχισμένη το 1875. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε σπίτι του Λονδίνου, υπάρχει και μια μπούκλα απο τα μαλλιά της, που την είχε προσφέρει δείγμα αγάπης στον Λόρδο Μπάϊρον. Ενώ στο Μουσείο Μπενάκη υπάρχει το φεσάκι, της τραγικής αυτής καλονής των Αθηνών. Φαίνεται όμως πως ήταν γραπτό και η άλλη αδελφή της Τερέζας  Μαριάννα, να εμπνεύσει έναν μεγάλο έρωτα. Την είχε ερωτευθεί σφόδρα ένας νεαρός Άγγλος αστός, ο οποίος είχε επισκεφθεί τότε την Ελλάδα το 1871, ο Χένρι Ουίττινγκτον. Όμως ο πατέρας του Ουίττινγκτον αρνείτο πεισματικά να δώσει την έγκρισή του για τον γάμο των δυο ερωτευμένων. Εν τέλει ο νεαρός επιστρέφοντας στην Αγγλία κατόρθωσε μετά μυρίων βασάνων, να κάμψει τις αντιστάσεις του πατέρα του. Έτσι διψασμένος για την αγάπη της Μαριάννας, πήρε το πρώτο καράβι για την Ελλάδα. Μοίρα τραγική όμως το καράβι ναυάγησε και δεν βρέθηκαν ποτέ τα ίχνη του νεαρού-τραγικού Άγγλου. Ήταν όπως πιο τυχερή στην ζωή η τρίτη αδελφή Κατίγκω Μακρή. Ενυμφεύθη τον αρχαιολόγο απο την Αθήνα Κυριάκο Πιττάκη (1798-1863). Το ιστορικό σπίτι της οικογένειας Μακρή, που τόσα μείζονα κοινωνικά γεγονότα είχαν διαδραματιστεί σ΄αυτό, διεσώθη μέσα στην φωτιά της ελληνικής επανάστασης. Ωστόσο μοιραία απο την μή ύπαρξη κληρονόμων ερειπώθηκε. Εν τέλει την δεκατία του 1970 το σπίτι γκρεμίσθηκε.
Οικία Βιτάλη
 Η οικία Βιτάλη ευρίσκετο επι της οδού Καραϊσκάκη. Την είχε ενοικάσει ως χώρο διαμονής του, κατά την επίσκεψή του στην Ελλάδα το 1819 ο γάλλος ζωγράφος Louis Dupre (1789-1837). Το έτος 1837 στην οικία Βιτάλη φιλοξενήθηκε το Παρθεναγωγείο της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας.
Μοναστηράκι
 Αποτελώντας το κέντρο του μικρεμπορίου, με αγορά χιλιάδων προϊόντων που παραπέμπουν στην παραδοσιακή κοινωνική οικονομία, αλλά και έχοντας την ιερή αύρα απο τον γύρο χώρο της Ακρόπολης, το Μοναστηράκι συνιστά μια ξεχωριστή σε χρώμα συνοικία της αγαπημένης μας Αθήνας. Τα χρώματα, τα αρώματα και οι μυρουδιές, απο τα λογής λογής πράγματα που μπορεί να αγοράσει εκεί κανείς, αλλά και η διασταύρωση χιλιάδων ανθρώπων, με διαφορετικές πολιτισμικές ταυτότητες και κουλτούρες, του προσδίδουν έναν αέρα ανατολής. Είναι μια μικρογραφία θα λέγαμε των παλιών ανατολίτικών παζαριών. Στα χνάρια του μπολιάστηκαν το πολιτισμικό ήθος της Ορθοδοξίας, με το φωτοβόλο αρχαιοελληνικό πνεύμα και προσέδωσαν στη  ταυτότητα της Αθήνας μας, μια σπάνια πολιτισμική ιδιοτυπία. Η περιοχή του Μοναστηρακίου εκτείνεται στην γνωστή μας εκλλησία του, που είναι το κεντρικό σημείο αναφοράς της περιοχής. Ονοματοδοτήθηκε έστι απο το περίφημο Μοναστήρι της Παντάνασσας, που υπήρχε στην συνοικία τον 19-ο αιώνα. Προοδευτικά στο χρόνο όμως το Μοναστήρι έχασε την περιουσία και την κοινωνική του αίγλη και περιορίστηκε στον χαρακτήρα ένα μικρού Μοναστηρίου. Εξού και το όνομα Μοναστηράκι, στα χρόνια του βασιλέως του Γεωργίου του Α΄. Απο το πανέμορφο και παντοδύναμο παλιά μοναστήρι, διασώζεται μόνον η γνωστή μας εκκλησία της Πλατείας. Όπως προαναφέραμε η συνοικία εχει γίνει συνώνυμο με το μικρεμπόριο και την εξεύρεση σπανίων μεταχειρισμένων αντικειμένων. Απο έπιπλα, σιδηρικά εργαλεία και οικιακά σκεύη παλιών δεκαετιών, όπως χαλκώματα και τετζέρια, μέχρι πέταλα και στεφάνια για βαρέλια κρασιού. Οι δυο κεντρικές αρτηρίες της συνοικίας είναι η οδός Ηφαίστου και η οδός Πανδρόσου. Όπως πιθανολογεί ο αναγνώστης απο το όνομα του θεού του σιδήρου Ηφαίστου, στην οδό Ηφαίστου ήταν μαζεμένα τα σιδηρουργεία της παλιάς Αθήνας. Επονομαζόμενα κατ΄ άλλο τρόπο και «γύφτικα», όνομα με το οποίο επίσης αναφέρονταν η βόρεια της εκκλησίας των Αγ. Ασωμάτων γειτονιά, στην οποία υπήρχε και η γύφτικη πόρτα του τείχους του Χασεκή. Η οδός Πανδρόσου απο την άλλη αποτελούσε την κεντρική οδό του παζαριού, στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Παράλληλα έφερε και το όνομα «αμπατζήδικα» απο το εμπόριο των αμπάδων που γίνονταν, αλλά και «τσαρουχάδικα» απο τα ευρισκόμενα εκεί εργαστήρια παραδοσιακών τσαρουχιών.
Πλατεία Μοναστηρακίου
 Οφείλει το όνομά της στην εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου που υφίσταται στο κέντρο της Πλατείας. Στον μεγάλο αύλειο χώρο που υπάρχει σήμερα στην Πλατεία πέριξ της εκκλησίας, την περίοδο αιχμής του Μοναστηρίου τον 19-ο αιώνα υπήρχαν τα βοηθητικά κτίρια του Μοναστηρίου της Παναγίας της Παντάνασσας. Στον ίδο χώρο βρίσκεται και ο  σταθμός του ηλεκτρικού σιδηρόδρομου Αθηνών- Πειραιώς, που υπήρξε απο τα αρχιτεκτονικά στολίδια της πολιτισμικής ταυτότητας της Αθήνας και οικοδομήθηκε το 1895. Εγγύτερα ακόμα της Πλατείας την περίοδο της τουρκοκρατίας υπήρχε και μια κρήνη, επονομαζόμενη και «κρήνη του κάτω παζαριού», «Κάτω συντριβάνι». Την κρήνη είχε δωρήσει στην Αθήνα ο βοεβόδας Τζισταράκης. Αποτελείτο απο τέσσερις κρουνούς, απο τους οποίους έρρε αδιάλειπτα νερό. Ακόμα δίπλα στην κρήνη υπήρχαν καθίσματα για να κάθονται και να ξεκουράζονται οι Τούρκοι αγάδες. Σημειώνουμε ότι η Πλατεία Μοναστηρακίου είχε πολιτογραφηθεί και με άλλα ονόματα όπως πλατεία «Αδριανού» δοθέντος ότι ήταν όμορη με την βιβλιοθήκη του Αδριανού, «της παλαιάς στρατώνας», «των αμαξών» ή «στις καρότσες». Εκ του γεγονότος ότι στα τέλη του 19-ου αιώνα στην διασταύρωση των οδών Ερμού και Αθήνας, είχε δημιουργηθεί στάση – «πιάτσα» για τα ιππήλατα οχήματα «σούστες» και αραμπάδες. Ακόμα στην Πλατεία Μοναστηρακίου ελάμβαναν χώρα λαϊκά θεάματα, όπως παραστάσεις με ακροβατικά, ταχυδακτυλουργούς και θαυματοποιούς. Στα δίσεκτα χρόνια της κατοχικής περιόδου, στην πλατεία ελάμβαναν χώρα συσσίτια, ενώ την πλατεία Μοναστηρακίου είχαν ως ορμητήριο και πολλοί βιοπαλαιστές, όπως λούστροι, πλανόδιοι μικροπωλητές και άλλοι.
Παντάνασσα Μοναστηράκι
 Συνιστά αδιαμφισβήτητα απο τις πιο γνωστές εκκλησίες της Αθήνας μας. Ως πρός την αρχιτεκτονική της, αποτελεί τρίκλιτη καμαροσκεπής βασιλική του 10-ου αιώνα. Υπήρξε το καθολικό της γυναικείας Μονής της Παντάνασσας η οποία ήταν αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Αξίζει να σημειώσουμε εμφατικά ότι η Μονή τότε πρωτοστάτησε στην οικιακή οικονομία με την πολυεδρική της δραστηριότητα στην υφαντουργία, τα πλεκτά και άλλες δραστηριότητες. Με την μεγάλη εξάλλου παραγωγή που είχε στα υφαντά, προμήθευε κεντρικά το παζάρι. Ως πρός το ιδιοκτησιακό καθεστώς της Μονής και κατά τον Δ. Καμπούρογλου στα 1678 σύμφωνα με πατριαρχικό «συγγίλιο» η μονή υπήγετο στην ιδιοκτησία του Νικολάου Μπονεφάτση, ο οποίος με την σειρά του την δώρισε στην Μονή Καισαριανής, της οποίας η Παντάνασσα αποτελούσε Μετόχι. Στα χρόνια εκείνα η ηθική αίγλη και η κοινωνικοοικονομική δύναμη του Μοναστηρίου απογιειώθηκε. Υπάχει μια εκτίμηση ότι στο Μοναστήρι της Παντάνασσας έκλειναν μοναχές που είχαν παραστρατήσει και της εξανάγκαζαν σε εργασία στους αργαλειούς για να τις συνετίσουν. Σημεινώνουμε ακόμα ότι τα κελιά του Μοναστηριού υπήρξαν χώρος κοινωνικής θαλπωρής και προστασίας για αδύναμες γυναίκες και εγκαταλελειμμένες μητέρες, που έδιναν και αυτές χείρα βοηθείας στα εργαστήρια υφαντουργίας του Μοναστηρίου. Όμως η επίλευση του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου τον 20-ο αιώνα στάθηκε μοιραία για τα κτίσματα της Μονής. Κατεδαφίστηκαν όλα με εξαίρεση της εκκλησίας, για να αναγερθεί το κτίριο του σταθμού. Με την πάροδο του χρόνου έγιναν αισθητικές παρεμβάσεις στον ναό, που αλοίωσαν την αρχιτεκτονική του φυσιογνωμία. Πάραυτα σχετικά πρόσφατα έλαβε χώρα αποκατάσταση του ναού.
Τζαμί του Τζισταράκι
 Ευρίσκεται επι της οδού Άρεως 1 και είναι αυτή την στιγμή το μοναδικό τζαμί στην Αθήνα, που είναι επισκέψιμο. Στον κόσμο αναφέρονταν σαν «του κάτω συντριβανιού» απο το συντριβάνι που υφίστατο δίπλα του, ακόμα με το όνομα σαν «του κάτω παζαριού», προφανώς απο το όνομα της Πλαιάς Αγοράς της Αθήνας, που έφτανε γεωγραφικά μέχρι το τζαμί, αλλά επίσης και με το όνομα «κουσουνού τζαμί». Ανηγέρθη το τζαμί το 1759 απο τον βοεβόδα Μουσταφά Αγά –Τζισταράκι κατά πως αμαφέρεται στην είσοδό του. Πάραυτα ο Τζισταράκης προκειμένου να οικοδομήσει το τζαμί προέβη σε μια παρασπονδία, για την οποία τιμωρήθηκε αυστηρά με την καθάιρεση απο το αξιωμά του. Συγκεκριμένα για να προμηθευτεί ασβέστη γκρέμισε έναν απο τους στύλους του Ολυμπίου Διός. Όμως οι Τούρκοι ήταν αυστηρώς αντίθετοι με την καταστροφή και μετακίνηση αρχαίων μνημείων και εξέλαβαν την ενέργεια αυτή ως ιεροσυλία και πρόξενο «θανάτου». Η δοξασία τους για τον θάνατο εξεπήγαζε απο την σκέψη, ότι μια πράξη προσβολής των μνημείων απελευθέρωνε δυνάμεις απο τα βάθη της γής, που με την σειρά τους έφεραν συμφορές. Μποίρα τραγική όμως την χρονιά που ο Τζισταράκης κατέστρεψε τον κίονα του Ολυμπίου Διός, εμφανίστηκε στην Αθήνα πανώλη !!! και οι Τούρκοι ευθέως την απέδωσαν στην ιεροσυλία του Τζισταράκη. Στα χρόνια του αγώνα της εθνεγερσίας το τζαμί αποτέλεσε και χώρο συνεύρεσης των μελών της κοινότητας. Ενώ με την ίδρυση του αρτιγέννητου ελληνικού κράτους, το τζαμί μετασκευάζονταν κατά καιρούς  σε στρατώνα αποθήκη και φυλακή. Αφότου αφίχθη ο βασιλεύς Όθων στην Ελλάδα, κατά την δεύτερη επίσκεψή του στην Αθήνα τον Μάρτιο του 1834, παρετέθη πρός τιμήν του δεξίωση στο τζαμί. Στα 1915 έγινε αρχιτεκτονική παρέμβαση αναστήλωσης απο τον Αν. Ορλάνδο. Ενώ την μακρά περίοδο 1918-1973 το τζαμί φιλοξένησε το «Μουσείο των Ελληνικών Χειροτεχνημάτων» που συνεστήθη τότε. Απο το 1923 μάλιστα έφερε το όνομα «Εθνικόν Μουσείον Κοσμητικών Τεχνών». Στις μέρες μας το τζαμί  του Τζισταράκη αποτελεί παράρτημα του «Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης» και ειδικώτερα ως Μουσείο Παραδοσιακής Κεραμεικής», φιλοξενώντας απο το 1975 την Συλλογή Λαϊκής Κεραμεικής του Β. Κυριαζόπουλου, η οποία περιλαμβάνει 800 περίπου κεραμεικά του 19-ου και του 20-ου αιώνα. Ένα ξεχωριστό ακόμα γεγονός είναι συνδεδεμένο με την σύγχρονη ιστορία του τζαμιού. Στα 1966 ο χώρος του υπεδέχθη τον έκπτωτο Σαουδάραβα βασιλιά Ιμπν Σαούντ, προκειμένου να προσευχηθεί σ΄αυτό. Το ζαμί δυστυχώς το 1981 υπέστη μεγάλες στατικές βλάβες απο τον καταστρεπτικό σεισμό, οι οποίες όμως απεκατάστάθηκαν στο έπακρο. Απο το 1991 ξαναλειτούργησε ως «Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης».
Οικία Αριστομένη Προβελλέγγιου
 Η οικία ενός εκ ων επιφανεστέρων σύγχρονων ελλήνων ποιητών, ευρίσκονταν στην διασταύρωση των οδών Ερμού και Αθηνάς. Του Αριστομένη Προβελέγγιου. Ο ποιητής (1850-1936) είχε νυμφευτεί την φιλότεχνη Αγλαΐα Βλάχου της γνωστής και ηθικά μεγαλουργού οικογένειας Βλάχου, με μείζονα συμμετοχή και παρουσία στα εκδοτικά δρώμενα της Ελλάδος. Είχε στην ιδιοκτησία της την υψηλού εκδοτικού ήθους και κύρους εφημερίδα «Καθημερινή».
Ταβέρνα αδελφών Σιγάλα
 Ευρίσκεται επι της Πλατείας Μοναστηρακίου και ιδρύθηκε το 1879. Όμως με την έλευση του 20-ου αιώνα και για αρκετά χρόνια μετά, κατέστη στέκι διανοουμένων και ανθρώπων της τέχνης της Αθήνας. Η ταβέρνα αλλάζει ιδιοκτησιακό καθεστώς  το 1980 και πέρασε στην ιδιοκτησία του Σπύρου Μπαϊρακτάρη. Και με την νέα διεύθυνσή της, η ταβέρνα γνώρισε μεγάλη ακμή και εξακολουθεί και σήμερα να αποτελεί ένα απο τα κεντρικότερα στέκια των Αθηνών.
Πλατεία Αβησσυνίας
Είναι χαρακτηριστικό στοιχείο της ταυτότητας του Μοναστηρακίου και υφίσταται μεταξύ των οδών Ερμού, Ηφαίστου και Αγίου Φιλίππου. Προφανώς το όνομα Αβησσυνίας το έλαβε απο Αιθίοπες κατοίκους της, δοθέντος ότι Αβησσυνία λέγεται η Αιθιοποία. Χωροταξικά η πλατεία χαράκτηκε το 1860 και αποτέλεσε το κεντρικό σημείο παζαριού των μεταχειρισμένων ειδών, το οποίο είχε μεταφερθεί στην Πλατεία Αβησσυνίας, απο την Πλατεία Δημοπρατηρίου το 1910. Περισσότερο γνωστή όμως έγινε η Πλατεία με το όνομα «Γιουσουρούμ», απο το όνομα του εβραϊκής καταγωγής παλαιοπώλη Ηλία Γιουσουρούμ, ο οποίος πρωτολειτούργησε στα τέλη του 10-ου αιώνα παλαιοπωλείο. Ο Γιουσουρούμ ακόμα ως δαιμόνιος έμπορος πρωτοστάτησε το 1914 στην ίδρυση σωματείου Παλαιοπωλών, του οποίου και υπήρξε σημαίνον στέλεχος. Αλλά και με άλλες ακόμα ονοματοδοσίες συναντάμε την Πλατεία. Φέρει έτσι το όνομα «Παλιατζίδικα». Η γειτονιά περιμετρικά της Πλατείας και με κατεύθυνση την οδό Ερμού απεκαλείτο μέχρι το 1875 «Μαγγανάρια», απο τους μαγγανάρηδες τεχνίτες επεξεργασίας της μετάξης. Επίσης στην δυτική πλευρά της μετέπειτα Πλατείας, υφίστατο και ο γκρεμισμένος ναός του Αγίου Νικολάου στα μαγγανάρια. Ο εμπορικός χαρακτήρας του Μοναστηρακίου και η αγορά του σε πρώτη φάση, απευθύνονταν στην φτωχολογιά και τα λαϊκά κατά βάση στρώματα. Και στο γεγονός αυτό απο κοινωνικής απόψεως, συνέτεινε και η μαζική συρροή στην Αθήνα ξεριζωμένων προσφύγων με την έκσπαση της μικρασιατικής τραγωδίας το 1922. Οι τελευταίοι που είχαν φτιάξει παραπήγματα και πρόχειρα προσφυγικά καταλύμματα στην ευρύτερη περιοχή όπως στην Πλατεία Θησείου, ασχολήθηκαν με το μικρό εμπόριο και την πώληση μεταχειρισμένων αντικειμένων, τα οποία αφού συνέλεγαν γυρίζοντας όλη την πόλη, τα μεταπουλούσαν στους καταστηματάρχες του Μοναστηρακίου. Όμως απο την δεκαετία του ΄60 η καταναλωτική αντιμετώπιση των παλαιών αντικειμένων απο τον κόσμο άλλαξε ριζικά, αφού πλέον η κοινωνία τα αντιμετώπιζε όχι ώς άχρηστα αντικείμενα, αλλά ως συλλεκτικής αξίας δημιουργίες, που μπορούσαν με υψηλή αισθητική να επενδύσουν χώρους.
Καφενείο «Το Χάνι του Όθωνα»
Συνιστά ένα εκ των  παλαιοτέρων καφενείων της πόλης και σηματοδοτεί κοινωνικά και αισθητικά μια ολάκερη εποχή. Στην πρόσοψη του φέρει επιγραφή που γράφει «Εν έτει 1826» Η γειτονιά Β.Δ. του της εκκλησίας των Αγίων Ασωμάτων, απεκαλείτο παλιά «εβραϊκά». Ένεκα της εγκατάστασης εκεί κατά τον 19-ο αιώνα και τις αρχές του 20-ου, αρκετών εβραϊκών οικογενειών.
Ναός – Πλατεία Αγίων Ασωμάτων
 Στον δρόμο της Ερμού υφίσταται μικρή Πλατεία, πάνω στην οποία υπάρχει ομώνυμη με την πλατεία εκκλησία, που λέγεται «Αγίων Ασωμάτων». Η εκκλησία είναι της δεύτερης πεντηκονταετίας του 11-ου μ.Χ. αιώνα. Ως πρός τον αρχιτεκτονικό του ρυθμό ο ναός είναι τετρακιόνιος, σταυροειδής, εγεγγραμμένος με τρούλο αθηναϊκού τύπου. Και ήταν περικαλής και πασίγνωστος για την αισθητική αρτιότητά του. Ο ναός φέρει αισθητικά στοιχεία της αραβικής τεχνοτροπίας, γεγονός που παραπέμπει στις κοινωνικές επιρροές μιας μικρής κοινότητας εμπόρων Αράβων, που είχαν εγκατασταθεί στα μέσα του 19-ου αιώνα στην Αθήνα. Με το πέρας της τουρκοκρατίας, η παρουσία του ναού, πέριξ μιας εκ των πυλών του τείχους του Χασεκή, την επονομαζόμενη «γύφτικη πόρτα», του προσέδωσε το όνομα «Ασώματος της γυφτόπορτας». Αφότου έλαβε χώρα η απελευθέρωση απο τον τουρκικό ζυγό, η εκκλησία των Αγίων Ασωμάτων χρησιμοποιήθηκε ως φαρμακείο. Όμως αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις και προσθήκες που έγιναν στον ναό στα τέλη του 19-ου αιώνα και στις αρχές του 20-ου, αλλοτρίωσαν στην αισθητική του φυσιογνωμία. Την περίοδο 1955-1960, έγιναν παρεμβάσεις αναστήλωσης του ναού.
Οικία Τράϊμπερ
 Ένα ιστορικό κτίριο και ως πρός την αρχιτεκτονική του ταυτότητα και ως πρός τον κοινωνικό του χαρακτήρα ευρίσκονταν στην Πλατεία Αγίων Ασωμάτων, μέχρι της κατεδαφίσεώς του. Ήταν η περιώνυμη οικία Τράϊμπερ. Ανηγέρθη στα χρόνια της Οθωνικής περιόδου το 1837 και αποτέλεσε ένα απο τα σημαντικότερα κτίρια της εποχής. Απο τα πιο επιβλητικά αισθητικά στοιχεία του κτιρίου ήταν το άετωμα που έφερε. Ανήκε στην ιδιοκτησία του γερμανού φιλέλληνα ιατρού Ερρίκου Τράιμπερ (Erik Treiber, 1797-1882). Ο γερμανός ιατρός ελαυνόμενος απο αισθήματα αγάπης για την Ελλάδα, αφίχθη στην Αθήνα το 1822 νεότατος προκειμένου να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον εθνικοαπελυθερωτικό αγώνα των επαναστατημένων Ελλήνων. Και αποτέλεσε μάλιστα και προσωπικός ιατρός του βασιλέως Όθωνος. Ήταν τόσο μεγάλη όμως η αγάπη του για την Ελλάδα, που παρέμεινε παντοτεινά σ΄αυτήν μέχρι τον θάνατό του. Στο επιβλητικό κτίριο Τράιμπερ, εστεγάζετο απο το 1864  εως και της μεταστέγασής του στα νέα του κτίρια στην οδό Βας. Σοφίας, το Γηροκομείο Αθηνών. Κεντρική Βιβλιογραφία «Αθήνα» των Θ. Γιοχάλα, Τ. Καφετζάκη, εκδόσεις «Εστία» 2013. Στην 1-η φωτογραφία το Μοναστηράκι στις αρχές του 20-ου αιώνος, στην 2-η φωτογραφία η συνοικία του Ψυρρή τον 19-ο αιώνα, στην 3-η το Μοναστηράκι το 1920 μπροστά στο Μνημείο των Αέρηδων, όπου στρατιώτες φορτώνουν κάρα με ψωμί απο τον στρατιωτικό φούρνο που εστεγάζετο στο Φετιχιέ Τζαμί, κοντά στην πύλη της Ρωμαϊκής Αγοράς. Στην 4-η φωτογραφία και κατά τον μεγάλο μας φωτογράφο Πέτρο Πουλίδη, η Κεντρική Λαχαναγορά στην Αγία Τριάδα του Ψυρρή στα 1915, όπου ένας οποροπώλης με το κάρο του φορτωμένο, ξεκινά την βιοποριστική του εξόρμηση στους δρόμους της Αθήνας. Και στην 5-η ο περίφημος - σκληροτράχηλος πρώτος Αστυνομικός Διευθυντής της Αθήνας Δημήτριος Μπαϊρακτάρης (1833-1900), που με εντολή του μεγάλου μας πολιτικού μεταρρυθμιστή Χαριλάου Τρικούπη, κατόρθωσε να απαλλάξει την Αθήνα, απο την μάστιγα των «κουτσαβακίων», που είχαν σαν ορμητήριό τους την Πλατεία Ηρώων στου Ψυρρή.  Το παρόν κείμενο είναι απόσπασμα απο το υπο έκδοση σε λίγες μέρες βιβλίο μου "ΑΘΗΝΑ, ζαφειρόπετρα....", όπου επιχειρεί μια πανοραμική κάτοψη στην πολιτισμική-αρχιτεκτονική-κοινωνική ταυτότητα της Αθήνας μας, ενώ παρουσιάζει στο πρώτο μέρος του, όλους τους διατελέσαντες Δημάρχους της Αθήνας, απο το 1830 μέχρι σήμερα.
*Ο συγγραφέας, M.Sc Δ/χος Μηχανικός Ε.Μ.Π., Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι υποψήφιος Δημοτικός Σύμβουλος Αθηναίων, με τον κ-ο Άρη Σπηλιωτόπουλο, "ΑΘΗΝΑ ΜΠΟΡΕΙΣ".
www.panosavramopoulos.blogspot.gr  .-
 
 
 
***   BINTEOΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ...ΒΙΝΤΕΟΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ:  
1. - Stamatios Skoulikas =
http://www.youtube.com/stamos01 ,        3914    video.-                         
2. - Stamos Skoulikas =        Stamos Skoulikas  
http://www.youtube.com/stamatios01 ,    2249     video.-                
3. - Vlasis Skoulikas =   
http://www.youtube.com/vlasiskal , =      2 247   video.- 
Σύνολον                                                   8410    βίντεο   .-

https://plus.google.com/+StamatiosSkoulikas/posts .- = Stamatios Skoulikas - Google+ ,.-
http://facebook.com/home.php?=home?#!/?ref=home  2650   https://www.facebook.com/stamatios.skoulikas 
https://www.facebook.com/profile.php?id=1037492258   292  https://www.facebook.com/stamatios.n.skoulikas ,

 *** https://www.facebook.com/ArfaraKalamatasMessinias , =ARFARA MESSINIAS    722.–  
*** https://www.facebook.com/SYLLOGOS.ARFARON.AG.THEODOROI , «ΑΓΙΟΙ ΘΕΟΔΩΡΟΙ «ΑΡΦΑ ΡΩΝ.-   285 .-
*** http://www.twitter.com/stamos01/  ,417/359/19  , 18,9 χιλ./258/11 .-
*** http://www.messinia.net.gr/index.php/ekdiloseis/item/1328 , .=  http://www.messinia.net.gr / .-
 

 *** ΑΠΟ  ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ  ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ  2014  :
~Άρωμα   στο  αγιάζι  της  ενημέρωσης  , Παρασκευή  28  Νοεμβρίου  2014  : http://dimmetoparfara.blogspot.gr/2014/11/28-2014.html  ,.-
~ Το  αγιάζι  της  ενημέρωσης  Σάββατο 29  Νοεμβρίου  2014 : http://snsarfara-stamos-dynami.blogspot.gr/2014/11/29-2014.html  ,.-
~ Το αγιάζι της ενημέρωσης Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2014   : http://vlasisarfarablogspotcom.blogspot.gr/2014/11/30-2014.html ,.-
~ Αθλητικό Σαββάτο-Κύριακο 29 και 30 Νοεμβρίου 2014  : http://asterasarfaron2011.blogspot.gr/2014/11/29-30-2014.html ,.-

 ***    ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ  ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ   2014   : 
~ Άρωμα  ενημέρωσης   Δευτέρα  01  Δεκεμβρίου  2014   : http://arfara-messinia-stamos-stamos.blogspot.gr/2014/12/01-2014.html  ,.-
~ Επιλογές Θεμάτων  ποικίλου  ενδιαφέροντος  Δευτέρα 01  Δεκέμβριος  2014 : http://vlasisarfarablogspot.blogspot.gr/2014/12/01-2014.html ,
~ Άρωμα  ενημέρωσης  Τρίτη  02  Δεκεμβρίου  2014  : http://arfaramessiniasgreece.blogspot.gr/2014/12/02-2014.html ,.-
~ Άρωμα στο αγιάζι της ενημέρωσης  Τρίτη  02  Δεκεμβρίου  2014 :   http://vlasiosarfara.blogspot.gr/2014/12/02-2014.html ,.-
~ Άρωμα  στο  αγιάζι  της  ενημέρωσης  Τετάρτη  03  Δεκεμβρίου  2014 : http://stamos-stamoskalsnsblogspotcom.blogspot.gr/2014/12/03-2014.html ,.-
~ Άρωμα στο αγιάζι  της  ενημέρωσης  Πέμπτη  04  Δεκεμβρίου  2014  : http://arfara-messinias-stamos.blogspot.gr/2014/12/04-2014.html ,.-
~ Το   αγιάζι  της  ενημέρωσης  Πέμπτη 04/12/2014    : http://vlasisarfarablogspot.blogspot.gr/2014/12/6-1-0-17-0-0-0-4-38-43-68-61-1-0-14-2-1_4.html ,
~ Άρωμα  στο αγιάζι της  ενημέρωσης  Παρασκευή  05  Δεκεμβρίου  2014 : http://stamos-dynami.blogspot.gr/2014/12/05-2014.html ,.-
~ Επιλογές  Θεμάτων ποικίλου  ενδιαφέροντος  Παρασκευή  05/12/2014 : http://httpdimmetoparfarablogspotcom.blogspot.gr/2014/12/05122014.html ,.-
~ Άρωμα  στο αγιάζι της ενημέρωσης Σάββατο  06/12/2014   ; http://arfara-messinias-stamos-2010.blogspot.gr/2014/12/06122014.html ,.-
~ Αθλητικό  Σάββατο-Κύριακο 06 και 07 Δεκεμβρίου    2014  : http://asterasarfaron2011.blogspot.gr/2014/12/06-07-2014.html ,.-
~ Το  αγιάζι της ενημέρωσης Δευτέρα  08/12/2014  : http://arfara-messinia-stamos.blogspot.gr/2014/12/08122014.html ,.-
~ Εκδηλώσεις  εκδρομές  Διαδρομές Άρωμα  Ελλάδας  08/12/2014 : http://arfara-kalamata-greece.blogspot.gr/2014/12/08122014.html .-
 ~ Επικαιρότητα  Ειδήσεις  Ενημέρωση  Τρίτη  09/12/2014 : http://snsstamoskal.blogspot.gr/2014/12/09122014.html ,.-
~ Επικαιρότητα  Ειδήσεις  Ενημέρωση  Τετάρτη  10/12/2014 : http://snsarfara.blogspot.gr/2014/12/10122014.html ,.-
~

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου